Ο “Αδυσώπητος” Πόλεμος Κατά των Μεταναστών
του Ντέιβιντ Μπέικον
Η
διαβούλευση για το μεταναστευτικό στις
Ηνωμένες Πολιτείες σχέδον πάντα
αντιμετωπίζει τη μετανάστευση σ’ αυτή
τη χώρα ως κάτι μοναδικό. Δεν είναι. Η
Παγκόσμια Τράπεζα υπολογίζει το συνολικό
αριθμό των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο
που ζουν έξω από τις χώρες γέννησής τους
σε 213.316.418 το 2010. Μια δεκατία νωρίτερα,
ήταν 178.050.184, και μια ακόμα δεκαετία
νωρίτερα, 155.209.721.
Ο αριθμός των ανθρώπων που έγιναν διασυνοριακοί μετανάστες έχει αυξηθεί κατά περίπου 58 εκατομμύρια μέσα σε 20 χρόνια. Για να βεβαιωθούμε, οι ΗΠΑ έγιναν η πατρίδα ενός μεγάλου αριθμού -42.813.281 το 2010, σε σχέση με τους 23.251.026 δύο δεκαετίες πριν. Η αύξηση αυτή συνέπεσε, καθόλου τυχαία, με μια περίοδο κατά την οποία Βορειοαμερικάνικη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου άρχισε ν’ αποδίδει καρπούς και νεοφιλελεύθερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις εφαρμόστηκαν σε χώρες που υπήρξαν μεταναστευτικοί πόροι προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Παρ’ όλ’ αυτά, αν εξετάσουμε τους τρόπους που η μετανάστευση επηρέασε άλλες χώρες, και ειδικά τις εμπειρίες των ίδιων των μεταναστών, γίνεται φανερό ότι η Αμερικάνικη εξαιρετικότητα –η ιδέα ότι αυτή η χώρα είναι κατά τρόπο μοναδική και διαφορετική από τον υπόλοιπο κόσμο- δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Γιατί, λοιπόν, η διαβούλευση για το μεταναστευτικό σ’ αυτή τη χώρα διεξάγεται με τέτοιες παρωπίδες εξαιρετικότητας;
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, για παράδεγμα, έχουν ένα πληθυσμό μεταναστών 3.293.264, σχεδόν τριπλάσιο από το 1.330.324, που είχαν δυο δεκαετίες πριν. Τα ΗΑΕ άρχισαν τις εξαγωγές πετρελαίου το 1962, όταν ο πληθυσμός των μεταναστών ήτανε μόλις 65.827. Σήμερα, ο αριθμός των πολιτών των ΗΑΕ είναι κάτι περισσότερο από 1,3 εκατομμύρια. Άραγε ποιος παράγει το πετρελαϊκό πλούτο του Ντουμπάι και του Αμπού Ντάμπι;
Η Γαλλία σήμερα, με περίπου 66 εκατομμύρια κατοίκους, έχει 8.264.070 μετανάστες από τα 5.897.267 που είχε πριν από 20 χρόνια. Η Ιταλία, με πληθυσμό μεγαλύτερο από 61 εκατομμύρια, έχει 4.463.413 μετανάστες, από 1.428.219 το 1990.
Αλλά, ακόμα κι αν καταφέρει κανείς να περάσει τα σύνορα, ακόμα κι αυτοί που κατέχουνε άδεια και βρίσκουν μια σταθερή δουλειά, εξακολουθούν ν’ αντιμετωπίζουν αυτό τον αδυσώπητο πόλεμο κατά των μεταναστών. Οι μετανάστες κάνουν τις χειρότερες δουλειές με τη χαμηλότερη πληρωμή, πράγμα για το οποίο αντιμετωπίζουν μια ξενοφοβική προπαγάνδα, τόσο λειτουργική σ’ αυτό που ο Μισέλ Φουκώ θα αποκαλούσε ‘βιοεξουσία’ ή ‘υποταγή σωμάτων και έλεγχο πληθυσμών’.
Η αντιμεταναστευτική υστερία δεν είναι απλά μέρος ενός συστήματος ελέγχου. Αυτός ο έλεγχος –οι δουλειές που κάνουν οι μετανάστες- είναι ένα σύστημα άντλησης κέρδους, όχι απλώς η κακή συμπεριφορά κακών ανθρώπων. Και οι μετανάστες μπορούν ν’ αντισταθούν κι αντιστέκονται. Παύουν να είναι παθητικά θύματα και γίνονται νέοι, συνειδητοί κοινωνικοί παράγοντες, ικανοί ν’ αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους και να συμβάλλουν στην αναβίωση μιας πλατύτερης διαμαρτυρίας.
Η εξέταση του ζητήματος στα κράτη του Περσικού Κόλπου καταδεικνύει ένα σύστημα κοινωνικού ελέγχου άρτια επεξεργασμένο, που βασίζεται σε εργασιακές συμβάσεις μέσα από προγράμματα φιλοξενούμενων εργατών. Μετανάστες χωρίς χαρτιά υπάρχουν στον Κόλπο, αλλά πολύ λιγότεροι απ’ ότι στην Ευρώπη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες. Κυριαρχεί ένα σύστημα κοινωνικού αποκλεισμού, άθλιων συνθηκών διαβίωσης και η επιφυλασσόμενη κακοποίηση για τους μετανάστες γίνεται πιθανή εξαιτίας του μηχανισμού ποσόστωσης κατά την είσοδο, του κριτηρίου της kafala (χορηγίας), που δένει το μετανάστη μ’ ένα βραχύχρονο συμβόλαιο μ’ έναν αποκλειστικό εργοδότη. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, όταν το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα ενός πολίτη του Κατάρ είναι 88.000 δολάρια, η σύμβαση ένος κατασκευαστικού εργάτη απ’ το Νεπάλ να πληρώνεται 3.600 κι ενός Φιλιππινέζου εργάτη γης 3.600.
Είναι ξεκάθαρο. Ένα περίπλοκο σύστημα συμβάσεων εργασίας υπάρχει για να παράγει τεράστιες μισθολογικές διαφοροποιήσεις, και ως εκ τούτου κέρδη για τους εργοδότες. Οι συνέπειες για τους εργαζόμενους είναι καταστροφικές, παρά το γεγονός ότι οικογένειες, ακόμη και ολόκληρα πόλεις σε χώρες όπως οι Φιλιππίνες ή το Νεπάλ εξαρτώνται πια από τα χρήματα που στέλνουν οι εργάτες πίσω στην πατρίδα τους από αυτούς τους χαμηλούς μισθούς.
Μέσα σ’ αυτό το ανυπόφορο κλίμα οι μετανάστες εργάτες του Κόλπου εξεγερθήκαν, δεχόμενοι την υποστήριξη όχι μόνο των Ευρωπαϊκών συνδικάτων αλλά των ημιπαράνομων συνδικάτων των ίδιων αυτών των χωρών. Οι διαδηλώσεις στο Μπαχρέιν, για παράδειγμα, οργανώθηκαν από τη νέα εργατική συνομοσπονδία της χώρας. Οι ηγέτες βρέθηκαν μεταξύ των διαδηλωτών του Πέρλ Σκουέαρ στο συλλαλητήριο του Μανάμα, που υπέστη την αιματηρή καταστολή της μοναρχίας.
Ο Ματζίντ Αλάουι, υπουργός εργασίας της χώρας για μία δεκαετία, που έχασε τη θέση του όταν ξέσπασαν αυτές οι διαδηλώσεις, είπε, μεταξύ άλλων, σε συνέντευξή του στον Ιταλό συνήγορο των δικαιωμάτων των εργατών και μεταναστών Βιτόριο Λόγκι: “Πρέπει ν’ αρχίσουμε ν’ αναρωτιόμαστε αν αυτοί είναι εργαζόμενοι με προσωρινές συμβάσεις ή εργαζόμενοι μετανάστες και να καθορίσουμε τι είδους σχέδιο ζωής κρύβεται πίσω απ’ αυτή τους την κίνηση. Αυτοί οι νέοι άνθρωποι ξοδεύουν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους εδώ, συνεχώς ανανεώνοντας βραχύχρονα συμβόλαια, ανεχόμενοι τους πιο άθλιους όρους. Πώς μπορεί μια τέτοιου είδους κατάσταση να θεωρηθεί αληθινά προσωρινή;”
Στη Γαλλία, η άνοδος της εργατικής μαχητικότητας των μεταναστών, είναι παρόμοια μ’ αυτή που λαμβάνει χώρα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σ’ ένα από τα πολλά παραδείγματα, μεταξύ Μάη και Ιούνη του 2007 πάνω από 50 Αφρικανοί σερβιτόροι και μάγειρες κατέβηκαν σε απεργία και κατέλαβαν το Μπάφαλο Γκριλ του Βιρύ-Σαντιγιόν. Αυτοί οι συνειδητοποιημένοι εργάτες χρησιμοποίησαν την προεδρική προεκλογική εκστρατεία, κλιμακώνοντας τον αγώνα τους σ’ αυτό το διάστημα και αναγκάζοντας τον εργοδότη να τους προσφέρει σταθερή δουλειά.
Ο Ραϋμόν Σαβώ, συντονιστής εργασίας των εργαζομένων “χωρίς χαρτιά” (μη καταγεγραμμένων) για λογαριασμό του CGT, της παραδοσιακής αριστερής εργατικής ομοσπονδίας, λέει ότι οι εργοδότες αξιοποιούν την έλλειψη νομικής κατάστασης με τη δημιουργία “εφεδρειών εργατικής δύναμης χαμηλού κόστους”, που περιγράφει με τον κλασικό Μαρξιστικό όρο “βιομηχανικός εφεδρικός στρατός”.
Με την οργάνωση τους, οι εργάτες εστίασης –“αυτός ο εφεδρικός στρατός της κουζίνας”- κερδίζουν συνεχώς όλο και περισσότεροι σταθερή δουλειά -6.000 το 2007, 12.000 το 2008, 13.000 το 2009. Το παράδειγμά τους έχει πολλά να διδάξει στο εργατικό κίνημα των ΗΠ. Αντί να κάνουν αποδεκτή την κατάσταση κατά την οποία οι εργάτες δεν είχαν δικαίωμα στην εργασία τους –το ισοδύναμο της έλλειψης “εργατικής νομιμοποίησης” που οδήγησε στην απώλυση χιλιάδων μεταναστών χωρίς χαρτιά στις Ηνωμένες Πολιτείες- τα Γαλλικά σωματεία διαπραγματεύτηκαν με την κυβέρνηση τη νομιμοποίηση των μεταναστών χωρίς χαρτιά. Το 2011 μια ομάδα έντεκα σωματείων εξέδοσε αναφορές για 4.000 εργάτες και νομιμοποίησε 3.000.
Επιπλέον, αντιστάθηκαν στο Μπεσόν, που αυτοδιαφημιζόταν ως τρόπος πάταξης της “μαύρης αγοράς”, που θα σήμαινε όμως νέο περιορισμό των μεταναστών και μειωμένη πρόσβαση των εργατών σε νόμιμη βοήθεια. Το τελευταίο μέτρο είναι αντίστοιχο της άρνησης πρόσβασης σε προγράμματα βοήθειας στις Ηνωμένες Πολιτείες για μετανάστες χωρίς χαρτιά.
Ο Λόγκι περιγράφει τον “πόλεμο κατά των μεταναστών” στη Μεσόγειο, που έχει ως ανομολόγητη συνέπεια, όπως και το Αμερικάνικο τείχος στα Μεξικανικά σύνορα, το θάνατο όποιου επιχειρεί να περάσει. Από το 1994 μέχρι το 2011, συνολικά 5.962 άνθρωποι πέθαναν στην προσπάθειά τους να διασχίσουν μονάχα τη στενή λουρίδα θάλασσας που χωρίζει τη Βόρεια Αφρική από τη Σικελία. Άλλοι 4.500 εξακολουθούν να αγνοούνται, σαν αυτούς που πεθαίνουν χωρίς όνομα στη έρημο της Σονόρας στη Νότια Αριζόνα και την Καλιφόρνια.
Τι θα γινόταν αν τα 4,5 εκατομμύρια των μεταναστών που ζουν στην Ιταλία αποφάσιζαν να σβήσουν τις μηχανές για μια μέρα; Κι αν τα εκατομμύρια των Ιταλών κουρασμένα απ’ το ρατσισμό υποστηρίζαν την πράξη τους; Στην πραγματικότητα, αυτά τα λόγια είναι παρμένα από το μανιφέστο του Ιταλικού κινήματος “Μια Μέρα Χωρίς Εμάς”, και δείχνουν τη διαρκή ζύμωση που γίνεται μεταξύ των μεταναστών και των κοινωνικών κινημάτων μεταναστών διεθνώς.
Δείτε επίσης:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου