Οι "απελευθερωτικές βόμβες" της Δύσης, η Φεντερασιόν και η Λιβύη




Τις τελευταίες μέρες βρίσκεται σε εξέλιξη μια συντονισμένη στρατιωτική επέμβαση της Δύσης στη Λιβύη. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο. Ακριβώς εκατό χρόνια πριν, τον Οκτώβρη του 1911, ο ιταλικός στόλος εξαπέλυσε μια βροχή από βόμβες στην Τρίπολη που τότε ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ηταν το πρώτο επεισόδιο της εισβολής της Ιταλίας στην περιοχή και του πολέμου με την Οθωμανική Αυτοκρατορία που συνεχίστηκε μέχρι και τις αρχές του 1912.

Σήμερα, τα γεράκια του ΝΑΤΟ εφορμούν υποτίθεται για να εξασφαλίσουν τη «δημοκρατία» μέσα στην επαναστατημένη χώρα. Αντίστοιχα το 1911 η προπαγάνδα της Ιταλίας έλεγε ότι ο αραβικός πληθυσμός της χώρας θα αντιμετώπιζε τους ιταλούς στρατιώτες σαν «απελευθερωτές του».

Στην πραγματικότητα, το μόνο που ενδιέφερε την Ιταλία, όπως και τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις ήταν να αρπάξουν όσα περισσότερα κομμάτια μπορούσαν από την «Οθωμανική Αγγινάρα», μια αυτοκρατορία που παρέπεε και να εξασφαλίσουν τον έλεγχο των πλούσιων περιοχών της Βορείου Αφρικής. Ηταν η περίοδος της έντασης της αποικιοκρατίας και του ανταγωνισμού που οδήγησε στην φρίκη του Α’ Παγκόσμιου Πόλεμου.

Ετσι και σήμερα, οι «αυτόκλητοι σωτήρες» της ΕΕ και του ΝΑΤΟ βομβαρδίζουν ξανά τη Λιβύη για να επιβάλουν τον κλονιζόμενο έλεγχό τους στην ευρύτερη περιοχή και να ανασχέσουν την δυναμική των επαναστάσεων και των εξεγέρσεων που ξεσπάνε αυθόρμητα από άκρη σε άκρη στον αραβικό κόσμο.

Οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις δεν έφεραν ποτέ πουθενά ούτε «απελευθέρωση» ούτε «δημοκρατία». Εφεραν τον θάνατο. Οι φωτογραφίες των αμερικάνων στρατιωτών πάνω από τα κατακρεουργημένα πτώματα των αφγανών που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τις αντίστοιχες των ιταλών στρατιωτών στη Λιβύη έναν αιώνα πίσω.

Η επαναστατική παράδοση στις χώρες της Δύσης κόντρα στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, από τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις στη Μπολόνια μέχρι τη Φεντερασιόν στη Θεσσαλονίκη, ένα αιώνα μετά εξακολουθεί να προσφέρει πολύτιμες εμπειρίες και συμπεράσματα για τη στάση της Αριστεράς σήμερα.

Σήμερα ο πόλεμος της Ιταλίας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι μισο-ξεχασμένος. Όποτε τον θυμούνται οι εφημερίδες και τα κανάλια είναι σε σχέση με τα Δωδεκάνησα: η ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία τα παραχώρησε στην Ιταλία στο τέλος του πολέμου. Όμως, στην εποχή εκείνη ήταν ένας πόλεμος με πανευρωπαϊκή σημασία και επιπτώσεις.

Το 1902 η Γαλλία και η Ιταλία υπέγραψαν ένα μυστικό πρωτόκολλο με το οποίο η μια παραχωρούσε στην άλλη το δικαίωμα της επέμβασης στο Μαρόκο και την Τριπολίτιδα, όπως ήταν γνωστό το μεγαλύτερο τμήμα της σημερινής Λιβύης, οι άλλες επαρχίες της ήταν η Κυρηναϊκή στα ανατολικά -με τη Βεγγάζη ως κυριότερη πόλη- και το Φεζάν στα νότια. Ήταν η εποχή του ιμπεριαλισμού της αποικιοκρατίας. Στη διάρκεια των δυο προηγούμενων δεκαετιών οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν επιδοθεί στην “κούρσα για την Αφρική” αρπάζοντας η κάθε μια για λογαριασμό της τεράστιες περιοχές της ηπείρου. Το ίδιο συνέβαινε και με τη βόρειο Αφρική. Το 1882 η Βρετανική Αυτοκρατορία είχε θέσει υπό τον έλεγχό της την Αίγυπτο. Το 1881 η Γαλλία είχε αρπάξει την Τυνησία (η Αλγερία ήταν ήδη γαλλική αποικία).

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν γνωστή ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα ως ο “μεγάλος ασθενής” της Ευρώπης. Αν επιζούσε ακόμα σαν ενιαίο κράτος που τυπικά απλωνόταν από τη Βόρειο Αφρική μέχρι τα Βαλκάνια και από κει μέχρι και τον Κόλπο, οφειλόταν στο φόβο των Μεγάλων Δυνάμεων για το ποια θα είχε το πάνω χέρι στη μοιρασιά της.

Η Ιταλία με το ζόρι θα μπορούσε να θεωρηθεί μεγάλη δύναμη. Όμως, τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία προσπαθούσαν να την τραβήξουν στο πλευρό τους. Γι' αυτό η Γαλλία ενθάρρυνε τις ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες της ιταλικής μοναρχίας και αστικής τάξης.

Το 1911 η διεθνής ένταση έφτασε σε σημείο βρασμού. Η “Κρίση του Αγκαδίρ” τον Ιούλη εκείνης της χρονιάς έφερε την Βρετανία και την Γαλλία στο χείλος της πολεμικής σύγκρουσης με την Γερμανία. Η Γαλλία έκανε κινήσεις για να μετατρέψει το Μαρόκο σε προτεκτοράτο της και σε απάντηση η Γερμανία έστειλε ένα πολεμικό πλοίο της, τον “Πάνθηρα” στο λιμάνι του Αγκαδίρ, για “την προστασία της γερμανικής κοινότητας”. Εν τέλει τα πράγματα δεν φτάσανε στο πόλεμο, μιας και η Γερμανία “αποζημιώθηκε” από τη Γαλλία με μια τεράστια έκταση στο σημερινό Κονγκό.

Πόλεμος και κατοχή

Όμως, η κρίση τροφοδότησε τις επεκτατικές διαθέσεις της Ιταλίας. Ο ιταλικός τύπος από την άνοιξη είχε ξεκινήσει μια πολεμοκάπηλη προπαγανδιστική εκστρατεία υπέρ της επέμβασης στην Λιβύη. Η περιοχή, έγραφαν οι πατριωτικές φυλλάδες, είναι πλούσια σε μεταλλεύματα και άλλες πρώτες ύλες και στο κάτω-κάτω ο αραβικός πληθυσμός της στέναζε κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό και θα καλωσόριζε τους Ιταλούς “απελευθερωτές” του. Θα επρόκειτο για στρατιωτικό περίπατο.

Πράγματι αρχικά έτσι έμοιαζε. Το ιταλικό ναυτικό βομβάρδισε την Τρίπολη και χρειάστηκαν μόλις 1.500 ναύτες του για να καταλάβουν την πόλη. Οι ιταλικές δυνάμεις κατέλαβαν με την ίδια ευκολία και άλλες παράκτιες πόλεις. Κι όπως έχει συμβεί πολλές φορές στην ιστορία από τότε, σύντομα οι “απελευθερωτές” διαπίστωσαν έκπληκτοι ότι ούτε σε περίπατο έχουν μπλεχτεί ούτε ο πληθυσμός τους καλωσορίζει με ανοιχτές αγκαλιές.

Το αρχικό σώμα των 20.000 Ιταλών στρατιωτών χρειάστηκε σύντομα ενισχύσεις, ώσπου έφτασε τις 100.000 άνδρες. Μπόρεσε να επικρατήσει, με δυσκολία, στις τακτικές μάχες με τα αραβικά αντάρτικα σώματα και τις μονάδες του οθωμανικού στρατού που είχαν απομείνει (επικεφαλής τους ήταν ένας άγνωστος ακόμα αξιωματικός, ο Μουσταφά Κεμάλ, ο μετέπειτα Κεμάλ Ατατούρκ). Οι ιταλικές μονάδες αισθάνονταν ασφαλείς μόνο στα όρια του βεληνεκούς των πυροβόλων του στόλου τους. Η συνέχεια ήταν η κλιμάκωση της καταστολής εις βάρος του ντόπιου πληθυσμού. Η ποινή του δημόσιου απαγχονισμού επιβλήθηκε για κάθε πράξη αντίστασης και σαμποτάζ.

Η ναυτική υπεροχή της Ιταλίας της εξασφάλισε τη νίκη. Αποτέλεσμα αυτής της υπεροχής ήταν η κατάληψη των Δωδεκανήσων (ιταλικά πλοία βομβάρδισαν επίσης τη Βηρυτό και τη Πρέβεζα). Όμως, θα περνούσαν σχεδόν είκοσι χρόνια μέχρι να σταθεροποιήσει, τρόπος του λέγειν, η Ιταλία την κυριαρχία της στην Λιβύη. Στα τέλη της δεκαετίας του '20, ο στρατηγός Γκρατσιάνι, εκλεκτός του Μουσολίνι, εφάρμοσε τις πιο άγριες “αντιτρομοκρατικές” τακτικές: ολόκληρος ο πληθυσμός του Τζεμπέλ Ακτάρ, της μοναδικής δασώδους, ορεινής περιοχής στη Λιβύη κλείστηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Ο πόλεμος προκάλεσε κατακραυγή στην Ιταλία και το πρώτο μεγάλο ρήγμα στο Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Η πιο δεξιά του πτέρυγα επιδοκίμασε την εισβολή. Αν η σημερινή σοσιαλδημοκρατία πρωταγωνιστεί στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις με ανθρωπιστικό μανδύα, οι πολιτικοί της πρόγονοι των αρχών του 20ου αιώνα υμνούσαν την “σοσιαλιστική αποικιοκρατία” που θα έφερνε τα φώτα του πολιτισμού στους καθυστερημένους πληθυσμούς.

Ενάντια στον ιμπεριαλισμό

Για την αριστερή πτέρυγα του σοσιαλιστικού κινήματος, όμως, ήταν ένας άδικος, κατακτητικός πόλεμος, πρελούδιο του παγκόσμιου πολέμου, τα σύννεφα του οποίου πύκνωναν στον ορίζοντα. Η Ιταλία συγκλονίστηκε από αντιπολεμικές διαδηλώσεις. Στην Μπολόνια και σε όλη την περιφέρεια της Εμίλια-Ρομάνα τα συνδικάτα κήρυξαν γενική απεργία που μετατράπηκε σε μια σχεδόν ένοπλη σύγκρουση με το στρατό και την αστυνομία.

Για τους σοσιαλιστές των Βαλκανίων ο πόλεμος στη Λιβύη παρουσίασε μια πρόκληση. Κανείς τους δεν ήταν φίλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για κάποιους, αυτό σήμαινε πρόσδεση στο άρμα των εθνικισμών αρχουσών τάξεων των Βαλκανίων που διεκδικούσαν τη μερίδα του λέοντος από τη μοιρασιά της Αυτοκρατορίας.

Για τους σοσιαλιστές της Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης, όπως και για τους σοσιαλιστές άλλων χωρών  όπως της Σερβίας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, ο δρόμος ήταν άλλος: η πάλη των εργατών και των αγροτών ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο, η πάλη για τη Βαλκανική Δημοκρατική Ομοσπονδία.

Διεθνιστική φωνή

Η Φεντερασιόν προσπαθούσε να δυναμώσει αυτή τη διεθνιστική, αντιμπεριαλιστική φωνή μέσα στην πολυεθνική εργατική τάξη της Θεσσαλονίκης, συσπειρώνοντας στις γραμμές της Εβραίους, Ελληνες, Τούρκους, Βούλγαρους, Μακεδόνες εργάτες και αγωνιστές. Είχε να συγκρουστεί και με το εθνικιστικό δηλητήριο που έχυναν οι διάφορες άρχουσες τάξεις και με το καθεστώς των Νεότουρκων: αργότερα, το 1912 αυτό το καθεστώς θα έστελνε στη φυλακή αγωνιστές της γιατί τάχθηκαν υπέρ της Κρητικής ανεξαρτησίας και υπέρ της Αλβανικής Επανάστασης. Ομως, το 1911 η Φεντερασιόν βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της αντιπολεμικής πάλης ενάντια στην εισβολή στην Λιβύη. Ο Αβραάμ Μπεναρόγια, ένας από τους ιδρυτές της, αναφέρει στις αναμνήσεις του:
Μόνον η διάστασις μεταξύ των βαλκανικών κρατών εκράτει την κατάστασιν εις φαινομενικήν ηρεμίαν. Η Ιταλία πρώτη εκινήθη. Εκήρυξε τον πόλεμον κατά της Τουρκίας δια να καταλάβη την Τριπολίτιδα. Και εις τον ευρωπαϊκό ορίζοντα βαρέα σύνεφα ενεφανίζοντο. Η καταιγίς επλησίαζεν. Οι σοσιαλισταί των Βαλκανίων προβλέποντες τον επικείμενον κίνδυνον ηθέλησαν να προπαρασκευάσουν Παμβαλκανικόν Συνέδριον δια την οργάνωσιν μιας γενικής αντιστάσεως κατά του πολέμου. Τη πρωτοβουλία του Σερβ. Σοσιαλ. Κόμματος, συνεκλήθη εις Βελιγράδιον τον Οκτώβριον του 1911 Παμβαλκανική Σοσιαλ. Συνδιάσκεψις. Εις αυτήν συμμετέσχον η Σερβία, η Ρουμανία, η Βοσνία, η Κροατία και η Τουρκία (Φεντερασιόν) καθώς και ο Ρακόβσκη υπό την διπλήν ιδιότητα του αντιπροσώπου της Ρουμανίας και της Διεθνούς. 
Η Συνδιάσκεψις αποφάσισε όπως την 5 Νοεμβρίου οργανωθούν καθ' όλην την Βαλκανικήν συλλαλητήρια διαμαρτυρίας κατά του πολέμου, καθ' α θα εγίνετο ανταλλαγή ρητόρων. Η Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης δεν καθυστέρησεν εις την οργάνωσιν συλλαλητηρίων.
Αργότερα, η Φενταρασιόν θα κρατούσε διεθνιστική στάση απέναντι στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Και το 1918 θα πρωταγωνιστούσε στην ίδρυση του ΣΕΚΕ. Αυτές είναι οι διεθνιστικές, αντιπολεμικές ρίζες της Αριστεράς στην Ελλάδα. Στην αυγή του 21ου αιώνα είναι πάλι επίκαιρες και πολύτιμες. 

εργατική αλληλεγγύη, 6/4/2011



Δείτε ακόμη:

Η διεθνιστική παράδοση στα Βαλκάνια: «Τα λάβαρα ήσαν όλα ερυθρά...»

Εικόνα
H Aριστερά χρειάζεται μια διεθνιστική πολιτική για να αντιπαλέψει τον ιμπεριαλισμό. O Λέανδρος Mπόλαρης παρουσιάζει τις ρίζες αυτής της παράδοσης στα Bαλκάνια.

Τα Βαλκάνια έχουν μια αιματοβαμμένη παράδοση ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και εθνικιστικών συγκρούσεων ανάμεσα στις άρχουσες τάξεις. Διαθέτουν, όμως, και μια πλούσια διεθνιστική παράδοση, από τις αρχές κιόλας του 20ου αιώνα. Για να ακριβολογούμε, ο ρίζες της αριστεράς στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια είναι αντιπολεμικές, διεθνιστικές, επαναστατικές. Αυτές οι «ρίζες» απλώθηκαν, επηρέασαν εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες και εργάτριες.

Όταν ξέσπασε για παράδειγμα ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, η Δεύτερη Διεθνής και τα μεγαλύτερα σοσιαλιστικά κόμματα στον κόσμο, όπως το γερμανικό, πρόδωσαν τις αντιπολεμικές διακηρύξεις τους και τάχτηκαν το καθένα στο πλευρό της δικιάς του άρχουσας τάξης. Υπήρχαν τρία κόμματα που κράτησαν μια ξεκάθαρη αντιπολεμική, διεθνιστική στάση. Το ένα, το γνωστότερο, ήταν οι μπολσεβίκοι του Λένιν στη Ρωσία.

Τ…



Σχόλια