Πώς η λιτότητα πλήττει τις γυναίκες



Κάτω από την επιφάνεια του σεξισμού οι γυναίκες βιώνουν τη δομική καταπίεση, που βασίζεται στο ρόλο τους στην οικογένεια και που οξύνεται από την κρίση, γράφει η Γιαν Νίλσεν.

Η καμπάνια #MeToo σωστά έριξε άπλετο φως στο μισογυνισμό και τις διακρίσεις που υφίστανται οι γυναίκες. Όμως, η εντυπωσιακή αύξηση της ανισότητας που βιώνουν οι γυναίκες σαν αποτέλεσμα της λιτότητας, των περικοπών στις υπηρεσίες, των αλλαγών στις παροχές του συστήματος πήρε σαφώς λιγότερη δημοσιότητα .  

Τα τελευταία επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι ένα τρομακτικό 85% του βάρους των κυβερνητικών περικοπών στο κράτος πρόνοιας και των αλλαγών στο φορολογικό σύστημα μέχρι το 2020 θα πέσει στις πλάτες των γυναικών. Δείχνουν επίσης ότι τα εισοδήματα των γυναικών έχουν χτυπηθεί δύο φορές περισσότερο απ' αυτά των ανδρών σαν αποτέλεσμα των νέων φόρων και του ψαλιδίσματος του κοινωνικού κράτους.

Αυτό μπορεί να εξηγηθεί μόνο μέσα από την κατανόηση του ρόλου που συνεχίζουν να παίζουν οι γυναίκες στην οικογένεια ως παρέχουσες τη βασική φροντίδα, ενός θεσμού που ενισχύεται σημαντικά μέσα από τις πολιτικές της λιτότητας. Η οικογένεια επέδειξε αξιοθαύμαστη προσαρμοστικότητα στις αλλαγές των συνθηκών καθ' όλη τη διάρκεια ύπαρξης του καπιταλισμού και προηγούμενα, και όπως θα προσπαθήσω να δείξω σ' αυτό το άρθρο, συνεχίζει να καθορίζει τις ζωές των εκατομμυρίων γυναικών που παλεύουν να επιβιώσουν κάτω από τα σκληρά χτυπήματα του νεοφιλελευθερισμού.

Ο ιστορικός καταμερισμός εργασίας στην οικογένεια σημαίνει ότι οι γυναίκες φέρνουν ακόμα σε πέρας το μεγαλύτερο κομμάτι της απλήρωτης οικιακής εργασίας. Την περίοδο της λιτότητας, όταν οι υπηρεσίες που προηγούμενα λειτουργούσαν υποστηρικτικά για την οικογένεια κλείνουν, αναμένεται από τις γυναίκες να αναλάβουν τις ευθύνες αυτής της επιπλέον φροντίδας και να τα βγάλουν πέρα με κακοπληρωμένη εργασία.

Κακοπληρωμένη εργασία

Ακόμα λοιπόν κι αν υπάρχουν τώρα περισσότερες γυναίκες στην αγορά εργασίας απ' οποιαδήποτε άλλη στιγμή της ιστορίας, οι πιθανότητες να βρίσκονται σε καθεστώς εκ περιτροπής εργασίας ή μερικής απασχόλησης είναι πολύ περισσότερες -σχέσεις εργασίας που κατά μέσο όρο αποφέρουν λιγότερα από την πλήρη και μόνιμη απασχόληση. Οι γυναίκες καλύπτουν επίσης τα δύο τρίτα του τομέα της κοινωνικής απασχόλησης που έχει βιώσει τα τελευταία χρόνια μια διαρκή μισθολογική στασιμότητα.

Η μερική απασχόληση και η εκ περιτροπής εργασία συχνά αναφέρονται σαν "ελαστικές σχέσεις εργασίας" λες και βοηθάει τις γυναίκες να τα φέρουν βόλτα με τις οικογενειακές υποχρεώσεις και την πληρωμένη εργασία. Στην πραγματικότητα αρνούνται σε ένα μεγάλο αριθμό γυναικών την οποιαδήποτε μορφή μισθολογικής εξέλιξης, χάνοντας κάθε αύξηση των απολαβών τους που συνδέεται με την παραμονή του σε μία μόνιμη δουλειά.

Για τους άνδρες το καθεστώς εργασίας μένει απαραίτητα ανεπηρέαστο από την έλευση του πρώτου παιδιού, ενώ οι γυναίκες είναι σημαντικά πιθανότερο να κατέχουν ακόμα θέσεις μερικής απασχόλησης όταν το πρώτο παιδί τους φτάνει στην ενηλικίωση. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Οικονομικών Μελετών, μέχρι το πρώτο παιδί τους να φτάσει την ηλικία των 20, οι μητέρες πληρώνονται περίπου ένα τρίτο λιγότερα την ώρα, κατά μέσο όρο, από τους αντίστοιχης εκπαίδευσης πατέρες.

Και φυσικά, αυτό δεν υφίσταται όλες οι γυναίκες - οι περικοπές και οι μειωμένες παροχές πλήττουν περισσότερο της γυναίκες της εργατικής τάξης. Αυτές που έχουν τα μέσα για να πληρώνουν ιδιωτικές υπηρεσίες για τη φροντίδα των παιδιών ή για θέματα υγείας των γερόντων ή των άρρωστων συγγενών γλιτώνουν τουλάχιστον κάποια εμπόδια.

Όπως σημείωσε πρόσφατα ο εισηγητής του ΟΗΕ για τη φτώχεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα, "η κυβέρνηση της Βρετανίας ακολούθησε τα τελευταία οχτώ χρόνια πολιτικές που εσκεμμένα έριχναν όλο το βάρος στις πλάτες των φτωχών, πράγμα που κάνει τις υποσχέσεις της Τερέζα Μέι για υποστήριξη των εργατικών οικογενειών να μοιάζουν με κακόγουστο αστείο. Με τουλάχιστον πέντε εκατομμύρια παιδιά να πηγαίνουν στο σχολείο νηστικά και πίσω απ' το καθένα τους μια μητέρα που προσπαθεί να καλύψει τις ανάγκες μ' ένα εισόδημα που δεν επαρκεί".

Η επιδοματική πολιτική με μια ματιά

Οι προτεινόμενες αλλαγές στην επιδοματική πολιτική θα έχουν ιδιαίτερο αντίκτυπο στις γυναίκες γιατί ένα μεγαλύτερο ποσοστό των γυναικείων εισοδημάτων αποτελείται από επιδόματα (19% σε σύγκριση με το αντίστοιχο 8% για τους άνδρες). Μια από τις βασικές κριτικές της επιδοματικής πολιτικής είναι ότι δομικά παρέχει μεγαλύτερα κίνητρα για τις οικογένειες με ένα μόνο εργαζόμενο μέλος, ενώ επιβάλει κυρώσεις στα νοικοκυριά με δύο εργαζόμενα μέλη.

Οι γυναίκες είναι συνήθως τα "δεύτερα εργαζόμενα μέλη" και απέναντί τους στρέφονται τα σοβαρά αντικίνητρα προκειμένου να μην εργάζονται ή να δουλεύουν λιγότερες ώρες. Αλλά οι μόνοι γονείς, που εννιά στις δέκα φορές γυναίκες, μια κοινωνική ομάδα που διατρέχει το μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας (50%), είναι επίσης ευάλωτη.

Σύμφωνα με την Έλι Μέι ΜακΝτόναλντ από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, οι γυναίκες "παίρνουν κατά μέσο όρο 2.380 λίρες το χρόνο λιγότερες, ενώ οι οικογένειες με δύο παιδιά χάνουν 1.100 λίρες κατά μέσο όρο το χρόνο κι οι οικογένειες με τρία παιδιά 2.540. Κι άλλες αλλαγές στις παροχές όπως ο περιορισμός του επιδόματος μητρότητας, το όριο των δύο παιδιών όσον αφορά τις παροχές (από τις 6 Απρίλη του 2017 που τέθηκε σε εφαρμογή) και η απαγόρευση λήψης επιδόματος στέγασης από 18 έως 21 ετών, είναι επίσης πιθανό να ζημιώσουν τα εισοδήματα των γυναικών περισσότερο παρά των ανδρών".

Αυτό κάνει ακόμα πιο σημαντική την πρόσφατη δικαστική νίκη τεσσάρων μόνων μητέρων με την υποστήριξη της ομάδας δράσης για την παιδική φτώχεια. Το επιχείρημα των γυναικών ήταν ότι το "βασικό πρόβλημα" με το σχέδιο ήταν οι μηνιαίες αποδοχές τους υπέστησαν τρομακτική μεταβολή, με αποτέλεσμα να ζημιωθούν ανεπανόρθωτα.

Το ανώτατο δικαστήριο αποφάσισε ότι το Υπουργείο Εργασίας και Συντάξεων είχε ερμηνεύσει με εσφαλμένο τρόπο τους κανονισμούς της επιδοματικής πολιτικής. Η απόφαση, παρότι το υπουργείο έχει δικαίωμα να την εφεσιβάλει, ενδέχεται να επηρεάσει δεκάδες χιλιάδες περιπτώσεις αν τεθεί σε ισχύ.

.................................................................................................................................................

Η οικογένεια είναι το μέρος όπου υποτίθεται ότι βρίσκει κανείς την αγάπη χωρίς όρους, την υποστήριξη και την ανθρώπινη ευτυχία. Αλλά οι περικοπές και τα κουτσουρεμένα εισοδήματα δημιουργούν σοβαρές πιέσεις και εντάσεις. 

Μια αναφορά μιας ομάδας προβληματισμού του Εργατικού Κόμματος το 2011, "Η Σύγχρονη Βρετανική Οικογένεια", μελέτησε τις συνέπειες της λιτότητας στην οικογενειακή ζωή. Η αναφορά μοιάζει με λίστα απόγνωσης. Το άγχος της εξισορρόπησης χαμηλών προϋπολογισμών, οι πολλές ώρες δουλειάς και οι απαιτήσεις της φροντίδας των παιδιών έχουν σοβαρό κόστος για την ποιότητα των ενδοοικογενειακών σχέσεων. Καθώς αυξάνονται οι εργατοώρες για τους Βρετανούς εργάτες το 83% των γονέων που ρωτήθηκαν είπαν ότι αισθάνονται το χρόνο τους πιεσμένο. Το 73% αυτών που είχαν παιδιά είπαν ότι με το ζόρι φτάνουν τα λεφτά μέχρι τέλος του μήνα.

Η αναφορά συμπέραινε ότι οι οικογένειες νιώθουν κουρασμένες, αγχωμένες και πιεσμένες και ότι όλα αυτά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σχετίζονται με το αίσθημα της οικονομικής ανεπάρκειας. Οι γονείς (συμπεριλαμβανομένων των πατεράδων) ανέφεραν πώς σε έναν ιδανικό κόσμο θα ήθελαν να περνάνε περισσότερο χρόνο με τα παιδιά τους, αλλά η δουλειά δεν τους το επιτρέπει. Οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην έρευνα όταν κλήθηκαν να συνοψίσουν την οικογενειακή εμπειρία τους με μια λέξη είπαν "αγώνας" ή "πίεση". Μόνο ένας από τους συμμετέχοντας μίλησε για οικογενειακή ευτυχία.

Χρόνος ή χρήμα

Αυτή τα ευρήματα της δυστυχισμένης οικογένειας στα χρόνια της λιτότητας συμφωνούν με τα στοιχεία μιας πιο πρόσφατης έρευνας του 
Modern Families Index 2017, με πάνω από το ένα τρίτο των οικογενειών που πήραν μέρος στην έρευνα να λένε ότι δεν έχουν αρκετό χρόνο ή λεφτά και περίπου τις μισές να λένε ότι τα τελευταία δύο χρόνια έχει γίνει πολύ πιο δύσκολο από οικονομικής άποψης να κάνει κανείς οικογένεια. Ένας στους πέντε γονείς που εργάζονται με πλήρες ωράριο συνεισφέρει πέντε έξτρα βδομάδες το χρόνο απλήρωτη εργασία λόγω διοικητικής κουλτούρας και πίεσης. Δεν προκαλεί καμία έκπληξη λοιπόν που όλη αυτή η πίεση στο σπίτι μπορεί να ξεσπάσει σε βία και επιθετικότητα, ιδιαίτερα ενάντια στις γυναίκες και τα παιδιά.

Όταν ξεσπάει η βία στην οικογένεια

 Η ανάλυση της Ετήσιας Απογραφής Γυναικοκτονιών από τη φιλανθρωπική οργάνωση 
Women’s Aid συγκεντρώνει πληροφορίες σχετικά με γυναίκες που δολοφονήθηκαν από άνδρες. Το 2016 133 γυναίκες σκοτώθηκαν από άνδρες -το 88% των οποίων από γνωστούς τους, και πάνω από τα δύο τρίτα από πρώην ή νυν συντρόφους. Από τις δολοφονημένες από συντρόφους, το 83% σκοτώθηκαν μέσα στο ίδιο τους το σπίτι ή στο σπίτι που μοιράζονταν με το θύτη.

Λόγω του συνδυασμού της έντονης έλλειψης προσιτής κοινωνικής στέγασης και των περικοπών στον αριθμό των θέσεων στα άσυλα κακοποιημένων γυναικών είναι εξαιρετικά δύσκολο για τις γυναίκες της εργατικής τάξης να ξεφύγουν από δυσάρεστες και καταπιεστικές σχέσεις.

Η πρόσφορα θέσεων στα άσυλα κακοποιημένων γυναικών προς το παρόν υπολείπεται κατά πολύ της ζήτησης. Σαν να μην έφτανε αυτό, το προτεινόμενο νέο μοντέλο χρηματοδότησης της κυβέρνησης αφαιρεί τα προγράμματα βραχυχρόνιας μίσθωσης κατοικίας από το σύστημα πρόνοιας. Αυτό σημαίνει ότι οι ευάλωτες γυναίκες δεν θα μπορούν να διεκδικήσουν επίδομα ενοικίου για να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στα έξοδα ενοικίασης ενός ασφαλούς καταλύματος.

Πολλά άσυλα έχουν ήδη κλείσει πετώντας στο δρόμο πολλές από τις πιο ευάλωτες γυναίκες και παιδιά και αναγκάζοντάς τες να συνεχίσουν να ζουν κάτω από σοβαρό κίνδυνο κακοποίησης. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί ο αριθμός των θανάτων αυξάνεται.

...................................................................................................................................................

Τα προβλήματα που επιδεινώνονται από τη λιτότητα δεν σταματούν ούτε απ' τη στιγμή που τα παιδιά μεγαλώνουν και εγκαταλείπουν το σπίτι. Για πολλούς γονείς φαίνεται ότι η ώρα της συνταξιοδότησης είναι η ώρα που ξεκινάει πραγματικά η δουλειά. Οι παππούδες συχνά αποκαλούνται τώρα "η γενιά σάντουιτς" -είναι οι άνθρωποι που γηροκομούν τους γονείς τους και την ίδια στιγμή στηρίζουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους.

Ένας στους πέντε ανθρώπους ηλικίας 50 έως 64 ετών στη Βρετανία απασχολείται ανεπίσημα στη φροντίδα ηλικιωμένων μελών της οικογένειας. Πάνω από το 80% αυτών των ανθρώπων είναι γυναίκες. Το ένα τρίτο των 6.5 εκατομμυρίων ανεπίσημα απασχολούμενων στη φροντίδα ηλικιωμένων είναι άνω των 65. Και ο αριθμός των άνω των 75 έχει αυξηθεί κατά 33% σε σχέση με το 2001, με το αντίστοιχο ποσοστό των γυναικών να αυξάνεται γιατί ζουν περισσότερα χρόνια.

Οι παππούδες κι οι γιαγιάδες αναλαμβάνουν τώρα όλο και συχνότερα το ντάντεμα των παιδιών. Εκτιμάται ότι δύο εκατομμύρια, κυρίως γυναίκες, παίρνουν μειωμένη σύνταξη, εργάζονται με μειωμένο ωράριο ή παίρνουν άδειες άνευ αποδοχών για να βοηθήσουν τα ενήλικα παιδιά τους να ανταποκριθούν στα έξοδα για τη φροντίδα των παιδιών τους και στην πίεση της δουλειάς. Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση του YouGov του 2017 τα δύο πέμπτα των παππούδων άνω των 50 έχουν αναλάβει την τακτική φροντίδα των εγγονών τους -συνολικά 5 εκατομμύρια άνθρωποι.

Η ίδια έρευνα λέει ότι το 12% προσέχει τα εγγόνια του τουλάχιστον μια φορά τη μέρα, το 18% τέσσερις με έξι φορές τη βδομάδα και το 38% δύο με τρεις φορές τη βδομάδα.

Πάνω από τους μισούς απ' αυτούς το κάνουν εδώ και λιγότερο από πέντε χρόνια, ενώ το 28% το κάνει από πέντε ως δέκα χρόνια, με πολύ πάνω από τους μισούς απ' αυτούς (το 57%) να δηλώνουν ότι αυτό βοηθάει τα παιδιά τους να δουλεύουν περισσότερο για να στηρίζουν οικονομικά την οικογένεια. Αυτή είναι μία υπηρεσία που επιτρέπει στις γυναίκες να εργάζονται έξω απ' το σπίτι. Άρα οι παππούδες κι οι γιαγιάδες συνεχίζουν να δουλεύουν για να στηρίξουν τα παιδιά τους για να μπορούν κι αυτά με τη σειρά τους να στηρίζουν τα δικά τους παιδιά.

Επιπλέον εκτιμάται ότι οι παππούδες συνεισφέρουν περίπου 9 δισεκατομμύρια λίρες το χρόνο για τα ρούχα, τα παιχνίδια, τις ασχολίες, τα χαρτζιλίκια, τις διακοπές και τους κουμπαράδες των εγγονών τους, αναγκάζοντας το 17% εξ αυτών να βάζουν χέρι στο κομπόδεμά τους και ένα 5% να καταφεύγει στο δανεισμό. 

Ανταγωνιστικές πιέσεις

Παρότι σχετικά νέες, πολλές μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες αντιμετωπίζουν ανταγωνιστικές πιέσεις προκειμένου να συνεχίσουν να απασχολούνται στη μισθωτή εργασία κάτω από την πολιτική της επέκτασης του εργασιακού βίου και της αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από την κυβέρνηση. Αναμένεται όμως επίσης -και το κάνουν- να προσέχουν τα εγγόνια τους, τους γονείς τους και κάποιες φορές τους ίδιους τους ασθενείς συζύγους τους.

Δεν πρέπει κιόλας να ξεχνάμε ότι εξαιτίας της λιτότητας 3,9 εκατομμύρια αυτών των ηλικιωμένων γυναικών αναγκάστηκαν να περιμένουν έξι χρόνια παραπάνω για να πάρουν σύνταξη. Η έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης για την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης σήμαινε ότι δεν μπορούσαν να γνωρίζουν τίποτε πριν φτάσουν στα 60, άρα ουσιαστικά δεν είχαν καθόλου χρόνο για να σχεδιάσουν τα πράματα διαφορετικά.

Πολλές απ' αυτές τις γυναίκες βρίσκονται τώρα σε μεγάλη οικονομική δυσχέρεια με ό,τι συνεπάγεται από άποψη ψυχολογικής πίεσης και ταλαιπωρίας. Είναι τραγική ειρωνεία ότι αυτές οι αλλαγές έγιναν στο όνομα της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών.

Πριν 100 χρόνια συνήθιζε να λέγεται ότι οι γυναίκες παλεύαμε για το δικαίωμα ψήφου "με το ένα χέρι δεμένο πίσω μας". Αυτό που δείχνει η σημερινή εμπειρία των γυναικών από τις συνέπειες της λιτότητας είναι ότι αυτό εξακολουθεί να ισχύει ακόμα και μέχρι τα βαθιά γεράματα. Είναι επομένως ένας φόρος τιμής στις τόσες γυναίκες που έδωσαν έμπνευση στους πρόσφατους αγώνες ενάντια στη λιτότητα και το νεοφιλελευθερισμό.

Μια βιαστική ματιά στους πρόσφατους αγώνες αρκεί για να δείξει ότι οι γυναίκες της εργατικής τάξης είναι οι αφανείς ηρωίδες της ομολογουμένως μικρής αντίστασης. Το 2016 οι δάσκαλοι παράλληλης στήριξης στο Ντέρμπι και στο Ντάραμ, το 95% των οποίων είναι γυναίκες, οργάνωσαν ημέρες δράσεις ενάντια στις περικοπές που έφταναν το 25%. Οι γυναίκες εργαζόμενες στα νοσοκομεία, καθαρίστριες, συνοδοί ασθενών και προσωπικό των 
catering τα έβαλαν με τον εργολάβο της πολυεθνικής Aramark στο Νοσηλευτικό Οργανισμό South London and Maudsley NHS Foundation Trust. Ήταν δύο καθαρίστριες από το Εκουαδόρ μέλη της United Women of the World Union που ξεκίνησαν καμπάνια ενάντια στο Topshop του Φίλιπ Γκριν για αξιοπρεπή μισθό.

Σε αντίθεση με τις προηγούμενες γενιές, τώρα οι γυναίκες είναι η πλειοψηφία όσων χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες, καθώς επίσης και των εργαζόμενων στο δημόσιο τομέα. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί τις προϋποθέσεις για αυξημένο επίπεδο γυναικείων αγώνων όταν αυτές οι υπηρεσίες χτυπιούνται.

Οι γυναίκες είναι τώρα πλειοψηφία και στα συνδικάτα της Βρετανίας και παρουσιάζουν ακόμα μεγαλύτερη συνδικαλιστική πυκνότητα από τους άνδρες. Το 26% των γυναικών συνδικαλίζεται ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των ανδρών είναι 21% με βάση στοιχεία του 2016. Η τυπική φιγούρα του συνδικαλισμού σήμερα είναι μια γυναίκα συνδικαλίστρια που δουλεύει 40 ώρες την εβδομάδα στο δημόσιο τομέα. Μπορεί να δούμε ένα νέο κύμα δραστηριότητας των γυναικών που να αντανακλά την αυξανόμενη δυσανεξία τους στην ανισότητα και την καταπίεση που συνδιαμορφώνεται από το ρόλο τους σαν εργάτριες και το επιπλέον βάρος της φροντίδας σε μία περίοδο περικοπών των κοινωνικών δαπανών.

Στον απόηχο του Β΄ Παγκόσμιου Πόλεμου, η οικοδόμηση του κοινωνικού κράτους σήμανε την καθιέρωση των επιδομάτων τέκνων, της προσιτής στέγασης, των παιδικών σταθμών, των κέντρων ημερήσιας φροντίδας ηλικιωμένων και ατόμων με αναπηρία, των υπηρεσιών οικιακής φροντίδας, που όλα πρόσφεραν μια κάποια υποστήριξη στην οικογένεια και μ' έναν τρόπο έδωσαν την άνεση στις γυναίκες να εργαστούν έξω απ' το σπίτι. Έτσι οι γυναίκες κατάφεραν να αποκτήσουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία από τις μαμάδες τους. Αυτή η ανεξαρτησία τις έδωσε και την ελευθερία να απασχολούνται στη μισθωτή εργασία και να συνδικαλίζονται. Τροφοδότησε επίσης την άνοδο του δεύτερου κύματος του φεμινισμού που έδωσε φωνή στην ιδιαίτερη καταπίεση που βιώνουν οι γυναίκες.

Τώρα οι γυναίκες ανακαλύπτουμε ότι χρειάζεται να παλέψουμε για τις υπηρεσίες που χρειαζόμαστε και πάλι από την αρχή, αλλά μέσα σε μια νέα ενθαρρυντική ιδεολογική εποχή που χαρακτηρίζεται από το κίνημα #MeToo. Ο ένατος χρόνος λιτότητας μπορεί να φέρει μια άνοδο της αντίστασης στην οποία οι γυναίκες μπορούν κάλλιστα να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.
 

Socialist Review, Feb.2019



Σχόλια