Θέλουμε να υπάρχουν πάντα κυβερνήτες και κυβερνώμενοι;

Ο Γκράμσι επιμένει ότι η εργατική τάξη έχει ανάγκη από ένα πολιτικό κόμμα στην πάλη της για την ανατροπή του καπιταλισμού.



Βιβλιοκριτική
Αντόνιο Γκράμσι
«Για τον Μακιαβέλι»

ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ από τα κάτω / ΝΟΕΜΒΡΗΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ 2005 


Το 1919-1920 η Ιταλία έζησε την «κόκκινη διετία» της. Ένα συγκλονιστικό κύμα εργατικών αγώνων, που κορυφώθηκε με τις καταλήψεις των εργοστασίων στο Τορίνο το Σεπτέμβρη του 1920. Στο κέντρο αυτού του κινήματος βρέθηκαν τα εργοστασιακά συμβούλια στα μεγάλα εργοστάσια του Τορίνο.

Μια ομάδα επαναστατών, μελών της αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού Κόμματος, άρχισε να εκδίδει από τον Απρίλη μια εφημερίδα με τίτλο Ordine Nuovo. Η κεντρική της ιδέα ήταν ότι οι εργοστασιακές επιτροπές μπορούν να γίνουν ισοδύναμο των εργατικών συμβουλίων -σοβιέτ- που είχαν κάνει την επανάσταση στη Ρωσία. Η εφημερίδα έγινε η φωνή των εργοστασιακών συμβουλίων. Κεντρικό ρόλο στην ομάδα που πήρε αυτή την πρωτοβουλία έπαιζε ένας νεαρός από τη Σαρδηνία, που είχε έρθει στο Τορίνο λίγα χρόνια πριν, ο Αντόνιο Γκράμσι. Τα κείμενά του στην Ordine Nuovo επανακυκλοφόρησαν πρόσφατα από τις εκδόσεις «Στοχαστής» με τίτλο «Για τα εργοστασιακά συμβούλια και το κράτος της εργατικής τάξης».

Τα επόμενα χρόνια ο Γκράμσι έπαιξε ηγετικό ρόλο στην ίδρυση και τη δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας. Συμμετείχε στην Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς και από το 1924 μέχρι το 1926 είχε την ηγεσία του κόμματος. Στο τέλος του 1926 δικάστηκε και φυλακίστηκε από το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι. Έζησε στη φυλακή βαριά άρρωστος και σε άθλιες συνθήκες μέχρι το 1937. Όλα αυτά τα χρόνια προσπάθησε να σχολιάσει και να παρέμβει στις πολιτικές συζητήσεις και αντιπαραθέσεις μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα. Να πει τις απόψεις του για τη στρατηγική και την τακτική, τον τρόπο χτισίματος του επαναστατικού κόμματος, να εκφράσει τις διαφωνίες του με την πολιτική που ακολουθούσε εκείνη την περίοδο η Κομμουνιστική Διεθνής με τις εντολές του Στάλιν.

Άφησε πίσω του τα «Τετράδια της Φυλακής», 29 τετράδια γεμάτα σημειώσεις, γραμμένα από το 1929 μέχρι το 1935, που ποτέ δεν τις συστηματοποίησε. Έγραφε κάτω από το άγρυπνο μάτι των φασιστών δεσμοφυλάκων του. Και γι' αυτό προσπάθησε να χρησιμοποιήσει μια «αισώπεια» γλώσσα, για παράδειγμα «φιλοσοφία της πράξης» είναι ο μαρξισμός. Συχνά καταφεύγει σε παρομοιώσεις και αναλογίες από τον αγώνα της Ιταλικής ενοποίησης το 19ο αιώνα και ακόμα πιο πριν -την εποχή της Αναγέννησης και του Μακιαβέλι το 16ο αιώνα για να μιλήσει για γεγονότα της εποχής του. Αλλά αξίζει τον κόπο να διαβάσουμε αυτές τις σημειώσεις, που ένα μέρος τους βρίσκονται συγκεντρωμένες σ' αυτό το βιβλίο. Χρειαζόμαστε ένα πολιτικό κόμμα στους αγώνες μας; Δε φτάνει η συμμετοχή στα κινήματα και τις εξεγέρσεις; Αυτά και πολλά άλλα παρόμοια ερωτήματα αποτελούν μια διαρκή συζήτηση σήμερα μέσα στις γραμμές των ακτιβιστών.

Ο Γκράμσι ξεκίνησε από τη βασική αφετηρία που ξεκινούσαν και ο Μαρξ και ο Λένιν: παλεύουμε για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, καταναγκασμό, χωρίς κράτος. «Θέλουμε να υπάρχουν πάντα κυβερνήτες και κυβερνώμενοι ή θέλουμε να δημιουργήσουμε τους όρους ώστε η αναγκαιότητα να υπάρχει αυτή η διαίρεση να εξαφανιστεί;», γράφει σε ένα σημείο και παρακάτω: «Έτσι, εφόσον κάθε κόμμα δεν είναι παρά μια ταξική ονοματοθεσία είναι φανερό ότι για το κόμμα που σαν σκοπό του να καταργήσει τη διαίρεση σε τάξεις, η τελειότητά του και η ολοκλήρωσή του βρίσκεται στο να μην υπάρχει πια, διότι δεν υπάρχουν τάξεις και άρα οι εκφράσεις τους».

Ο Γκράμσι επιμένει ότι η εργατική τάξη έχει ανάγκη από ένα πολιτικό κόμμα στην πάλη της για την ανατροπή του καπιταλισμού. Οι ιδέες της άρχουσας τάξης είναι κυρίαρχες στα μυαλά των «υποτελών τάξεων», θεωρούνται ως «κοινή λογική». Χρειάζεται να καταπολεμηθούν. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την πολιτική πάλη, από τη «βουλητική προσπάθεια», τη συνειδητή παρέμβαση του «πιο προωθημένου τμήματος» της εργατικής τάξης. Η σχέση αυτού του κομματιού με την υπόλοιπη τάξη δεν είναι σχέση ενός ρήτορα με ένα παθητικό ακροατήριο. Αντίθετα, το επαναστατικό κόμμα πρέπει να εξασφαλίζει το συγκερασμό «των παρακινήσεων από τα κάτω με την εντολή από τα πάνω, μια αδιάκοπη καταχώρηση των στοιχείων που βλασταίνουν μέσα από το βάθος της μάζας μέσα στο στέρεο πλαίσιο του μηχανισμού διεύθυνσης που εξασφαλίζει τη συνέχεια και την κανονική συσσώρευση εμπειριών».

Ο Γκράσμι απορρίπτει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την άποψη ότι η επανάσταση θα έρθει «αυτόματα» από τη χειροτέρευση του βιοτικού επιπέδου, από μια οικονομική κρίση. Τέτοιες καταστάσεις «το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να δημιουργήσουν ένα έδαφος πιο ευνοϊκό για τη διάδοση ορισμένων τρόπων σκέψης για την τοποθέτηση και λύση των ζητημάτων που συνδέονται με όλη την παραπέρα εξέλιξη της κρατικής ζωής». Και σε ένα άλλο σημείο γράφει: «μια κατάλληλη πολιτική πρωτοβουλία είναι πάντοτε αναγκαία για να απελευθερωθεί η οικονομική παρόρμηση από τα εμπόδια της παραδοσιακής πολιτικής».

Το εργατικό κίνημα έχει πληρώσει ακριβά τα αδιέξοδα και τις προδοσίες κομμάτων που περιόρισαν την προοπτική τους μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού. Σε μια σημείωση του που, πολύ κακώς, δεν περιλαμβάνεται σ' αυτή την έκδοση, ο Γκράμσι μιλάει για την παράλυση των ρεφορμιστικών κομμάτων της Ιταλίας και της Γερμανίας απέναντι στη φασιστική απειλή, παρομοιάζοντάς τα με «τον κάστορα, που παγιδευμένος από τους διώκτες του που θέλουν να πάρουν από τους όρχεις του ουσίες για φάρμακα, τους κόβει μόνος του ελπίζοντας ότι θα γλιτώσει τη ζωή του».

Το 1919 έγραφε στην Ordine Nuovo ότι οι Σοσιαλδημοκράτες «πιστεύουν στο αιώνιο των θεσμών του δημοκρατικού κράτους. Κατά την άποψή τους, η μορφή αυτών των θεσμών μπορεί να αλλάξει εδώ κι εκεί, αλλά τα βασικά πρέπει να μείνουν απαραβίαστα. Εμείς, από την άλλη πλευρά, είμαστε πεπεισμένοι ότι το σοσιαλιστικό κράτος δεν μπορεί να εκφραστεί με τους θεσμούς του αστικού κράτους. Πρέπει να είναι μια εντελώς νέα δημιουργία». Γι' αυτό το σκοπό έδωσε τη ζωή του.

«Αντόνιο Γκράμσι», πορτρέτο του Μεξικανού ζωγράφου Λεοπόλντο Μέντες
 

Σχόλια