Είναι ο Μπολσονάρο νεοφασίστας;


Τα αρπακτικά δεν κελαηδούν. Η κατάρα δεν κλείνει ραντεβού. Η άγνοια και ο άνεμος δεν έχουν τρόπους.

Έχει ανοίξει μια συζήτηση, ακόμα και στην αριστερά, για το αν ο Μπολσονάρο, ο νικητής των προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία, είναι νεοφασίστας ή όχι.

Αυτή δεν είναι μια ακαδημαϊκή συζήτηση. Απαιτεί μια αυστηρή απάντηση. Ποια πρέπει να είναι τα κριτήριά μας για το χαρακτηρισμό ενός ηγέτη; Πρέπει να είμαστε πολύ σοβαροί στην ανάλυση των εχθρών μας. Όταν κανείς δεν ξέρει με ποιον έχει να παλέψει, δεν μπορεί να νικήσει.

Προφανώς, το να ονομάζουμε απερίσκεπτα το οποιοδήποτε πολιτικό ρεύμα ή ηγέτη της ακροδεξιάς φασιστικό ή φασίστα είναι μια γενικά ανεύθυνη επιλογή, ιστορικά εσφαλμένη και πολιτικά λειψή. Ο φασισμός είναι ένας κίνδυνος τόσο σοβαρός που πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στην οριοθέτησή του. Όλη η ακροδεξιά είναι ριζοσπαστικά αντιδραστική. Αλλά όλη η ακροδεξιά δεν είναι φασιστική. Είναι απαραίτητο να αξιολογούμε, να υπολογίζουμε, να σταθμίζουμε και να χαρακτηρίζουμε τους εχθρούς μας πολύ προσεκτικά.

Ο Μπολσονάρο είναι νεοφασίστας. Είναι ένας φασίστας που αναδύεται μέσα από τη δικιά μας ιστορική περίοδο - δηλαδή μετά την παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση και την Κίνα. Εκείνοι που το θεωρούν αυτό υπερβολικό κοροϊδεύουν τον εαυτό τους.

Ο Μπολσονάρο είναι εξαιρετικά επικίνδυνος. Παρόλο που δεν έχει ακόμα οικοδομήσει ένα πανεθνικό φασιστικό πολιτικό κόμμα. Παρόλο που η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του δεν είναι φασίστες. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο πυρήνας μιας φασιστικής ηγεσίας έχει ήδη αρχίσει να σχηματίζεται.

Φυσικά, ο νεοφασισμός δεν είναι ένα ακριβές αντίγραφο του φασισμού του παρελθόντος. Ο φασισμός ήταν, για τους Μαρξιστές, ουσιαστικά η πολιτική μορφή της αντεπανάστασης που εμφανίστηκε απέναντι στην απειλή μιας Πανευρωπαϊκής εργατικής επανάστασης εμπνευσμένης από τη Ρώσικη Επανάσταση του 1917.

Όλα τα φασιστικά κόμματα υπερασπίζονται την αναγκαιότητα ενός απολυταρχικού καθεστώτος. Η κατάργηση των δημοκρατικών ελευθεριών που συνδέεται με τις εκλογές κυβερνήσεων έπαιξε βασικό ρόλο στην καταστροφή των οργανώσεων της εργατικής τάξης. 

Όμως, ο ιταλικός φασισμός δεν ήταν ακριβώς όπως ο γερμανικός φασισμός (με τον εμμονικό αντισημιτισμό του), ή ο Φρανκισμός στην Ισπανία (ο βασισμένος στην επίσημη μοναρχική συντήρηση), ή ο Σαλαζαρισμός στην Πορτογαλία (και ο φανατικός καθολικισμός του). Όλα αυτά τα κινήματα είχαν τις ιδιομορφίες τους. Αλλά παρά τις μικροδιαφορές τους, όλα δικαιούνταν την αναγνώρισή τους ως φασιστικά.

Είναι σαφές ότι δεν βρισκόμαστε σε συνθήκες παρόμοιες μ' αυτές της δεκαετίας του 1930, μετά την καταστροφή του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου, τη νίκη της Ρώσικης Επανάστασης και την οικονομική ύφεση του 1929. Από τη στιγμή που η παγκόσμια κρίση του 2008, δεν επαναλαμβάνεται απλά "η δεκαετία του 1930 σε αργή κίνηση". Για παράδειγμα, δεν υπάρχει η επικείμενη απειλή μιας νέας Οκτωβριανής Επανάστασης. Παρ' όλα αυτά, σε παγκόσμια κλίμακα έχουμε γίνει μάρτυρες της ενίσχυσης της ακροδεξιάς την τελευταία δεκαετία. 

Ο νεοφασισμός σε μια ημιπεριφερειακή χώρα όπως η Βραζιλία δεν μπορεί να είναι ακριβώς ίδιος με το φασισμό στην Ευρώπη της δεκαετίας του 1930. Πρώτα απ' όλα, ο φασισμός δεν αναπτύσσεται σαν απάντηση στον κίνδυνο της επανάστασης.

Αντίθετα, ξεπηδά μέσα από την εμπειρία κάποιων συγκεκριμένων τμημάτων των μεσαίων τάξεων μετά από 14 χρόνια κυβερνήσεων ταξικής συνεργασίας του Εργατικού Κόμματος (PT), πρώτα της κυβέρνησης του Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα και, αμέσως μετά, της Ντίλμα Ρουσέφ μέχρι την καθαίρεσή της το 2016. Πυροδοτήθηκε από την οικονομική στασιμότητα και την κοινωνική οπισθοδρόμηση που χαρακτήρισε τα τελευταία 4 χρόνια, που είναι η χειρότερη της πρόσφατης ιστορίας.

Το αντι-PT αίσθημα που αναπτύχθηκε τα τελευταία 5 χρόνια στη Βραζιλία είναι μια εκδοχή αντιαριστερού αισθήματος, όπως ήταν και ο αντικομμουνισμός της δεκαετίας του 1930. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι τα ηγεμονικά τμήματα της αστικής τάξης έχουν στραφεί στο φασισμό για να αποτρέψουν τον κίνδυνο της επανάστασης στη Βραζιλία.

Μέχρι μόλις πριν λίγες βδομάδες η μεγάλη πλειονότητα της αστικής τάξης υποστήριζε το Ζεράλντο Ζοζέ Ροντρίγκες ντε Αλκμίν Φίλιο, τον υποψήφιο πρόεδρο του κεντρώου (και καθαρά καπιταλιστικού) Βραζιλιάνικου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSDB).

Ο Μπολσονάρο είναι επίδοξος δικτάτορας. Η υποψηφιότητά του εξέφραζε το κίνημα των πιο αντιδραστικών τμημάτων των μεσαίων τάξεων και είχε την υποστήριξη μόνο μιας μικρής μερίδας της αστικής τάξης ενθαρρυμένης από την οικονομική κρίση των τελευταίων 4 χρόνων.

Αυτό μπορεί να εξηγηθεί θεωρητικά με διάφορους τρόπους. Κάποιους πιο απλούς, άλλους πιο σύνθετους, με μικρότερο ή μεγαλύτερο αριθμό κριτηρίων. Να μια συνοπτική παρουσίαση 10 κριτηρίων με τα οποία μπορούμε να αναλύσουμε αν ο Μπολσονάρο και το κίνημά του είναι φασιστικά.

1. Κοινωνική προέλευση
2. Δράσεις και κατευθύνσεις
3. Τι υπερασπίζονται - δηλαδή, τι πολιτικό πρόγραμμα έχουν
4. Ποιο είναι το πολιτικό τους σχέδιο;
5. Τι σχέσεις διατηρούν με τους θεσμούς του κράτους, όπως το Κογκρέσο και οι ένοπλες δυνάμεις - δηλαδή, ποια είναι η στάση τους απέναντι στο πολιτικό καθεστώς;
6. Τι σχέσεις διατηρούν, αντίστοιχα, με την άρχουσα τάξη και με την εργατική τάξη;
7. Τι είδους πολιτικό κόμμα ή κίνημα χρησιμοποιούν; 8. Ποιος τους υποστηρίζει και ποια είναι η κοινωνική τους βάση, συμπεριλαμβανομένων των εκλογικών στοιχείων του ακροατηρίου τους;
9. Τι είδους διεθνείς σχέσεις και υποστήριξη έχουν;
10. Από που βρίσκουν λεφτά και ποιοι είναι οι χρηματοδότες τους;

Εξετάζοντας αυτά τα 10 κριτήρια μπορούμε να συμπεράνουμε τα ακόλουθα:

1. Η κοινωνική προέλευση του Μπολσονάρο είναι η λαϊκή μικροαστική τάξη. Σκαρφάλωσε γρήγορα την κοινωνική κλίμακα μέσα από τη στρατιωτική του καριέρα, μια συνηθισμένη σταδιοδρομία για πολλές γενιές Βραζιλιάνων Ευρωπαϊκής καταγωγής.

Αυτή η σταδιοδρομία είναι λιγότερο απαιτητική σε ακαδημαϊκές επιδόσεις απ' ότι η ιατρική, η νομική ή το επάγγελμα του μηχανικού που πρέπει να περάσουν από τα δημόσια πανεπιστήμια, και επιπλέον παρέχει άμεσα ένα καλό μισθό. Ο στρατός προσφέρει μια ασφάλεια και συγκριτικά μεγαλύτερη αμοιβή απ' ότι, για παράδειγμα, το επάγγελμα του δάσκαλου γυμναστικής.

Η ταξική προέλευση εξηγεί κάποιες από τις εμμονές του Μπολσονάρο: το σκληρό ρατσισμό, την κοινωνική αγανάκτηση, τον άγριο αντικομμουνισμό, τον επαρχιώτικο εθνικισμό, την έξαψη με την Αμερικάνικη μεσαία τάξη και την έχθρα του για τη διανόηση.

2. Δεν πρέπει να κρίνουμε έναν πολιτικό ηγέτη μόνο από τα λόγια του, αλλά κι από τις πράξεις του. Η πορεία του Μπολσονάρο τα τελευταία 40 χρόνια ήταν ενός απείθαρχου ανυπάκουου αξιωματικού, και αργότερα ενός περιθωριακού συντεχνιακού αξιωματούχου του Κογκρέσου, ενός ασήμαντου και αποτυχημένου πολιτικού.

Ο Μπολσονάρο ποτέ δεν ήταν έξυπνος. Υπήρξε πάντα μια μετριότητα, ένας άνθρωπος αποκρουστικός - στην πραγματικότητα ένας ηλίθιος. Ο Μπολσονάρο υπήρξε μια θλιβερή φιγούρα του πολιτικού στίβου τα τελευταία 30 χρόνια, που εκλέχθηκε 6 φορές ως ομοσπονδιακός αντιπρόσωπος.

Αλλά η ποιοτικά διαφορετική θέση που κατέχει σήμερα δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή χωρίς να λάβει υπόψη την την επιχείρηση "Lava Jato" ("Πλυντήριο Αυτοκινήτων") για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Από το 2014 τμήματα της αστικής τάξης οικειοποιήθηκαν τη σημαία της αντιδιαφθοράς. Αυτό δεν ήταν άνευ προηγουμένου. Μικρές ομάδες της Βραζιλιάνικης αστικής τάξης είχαν και προηγούμενα σηκώσει αυτή τη σημαία στις ενδοαστικές διαμάχες τους, το 1954 με σκοπό την ανατροπή του Ζετούλιο Βάργκας, το 1960 με σκοπό την εκλογή του Τζάνιο Κουάντρος, το 1964 για τη νομιμοποίηση της στρατιωτικής δικτατορίας, το 1989 για την εκλογή του Φερνάντο Κολόρ ντε Μέλο και το 2016 για να νομιμοποιήσουν την καθαίρεση της Ντίλμα Ρουσέφ. 

Ο ίδιος ο Μπολσονάρο βγήκε από την αφάνεια κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων υπέρ της καθαίρεσης της Ρουσέφ το 2015 και το 2016 όταν να αίτημα να επέμβει ο στρατός κέρδιζε μαζικά ακροατήρια κάποιων δεκάδων χιλιάδων ανάμεσα στα εκατομμύρια που είχαν κατέβει στους δρόμους.

3. Ο Μπολσονάρο ανταποκρίθηκε στο αίτημα για ισχυρή ηγεσία απέναντι στην κυβερνητική διαφθορά, την επιδεινούμενη κρίση της δημόσιας ασφάλειας, τη δυσαρέσκεια για την αυξημένη φορολογία στη μεσαία τάξη, την καταστροφή των μικρών επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της ύφεσης, την εξαθλίωση λόγω πληθωρισμό στο κόστος της ιδιωτικής εκπαίδευσης, υγείας και ασφάλειας.

Υποστήριξε την τάξη απέναντι στις απεργίες και τις διαδηλώσεις, την καθαρή εξουσία απέναντι στην πολιτική παράλυση των αλληλοσυγκρουόμενων θεσμών και την εθνική υπερηφάνεια σαν δήλωση ανυπακοής απέναντι στην οικονομική κρίση των τελευταίων 4 χρόνων. Έπαιξε με τη νοσταλγία των αλλοτριωμένων, περιθωριοποιημένων και εξαθλιωμένων μεσαίων τάξεων, που λαχταρούσαν για την επιβολή της τάξης που στο μυαλό τους αντιπροσωπεύονταν από τη στρατιωτική δικτατορία.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τράβηξε πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας δίνοντας φωνή στον αντιδραστικό αντιφεμινισμό, στην αντίδραση απέναντι στα κινήματα των Μαύρων και των ΛΟΑΤΚΙ, ακόμα και στους περιβαλλοντικούς ακτιβιστές.

4. Στόχος του Μπολσονάρο είναι η οικοδόμηση ενός Βοναπαρτιστικού καθεστώτος. Ο όρος Βοναπαρτισμός αναφέρεται στο καθεστώς του αυτοκράτορα Λουδοβίκο Ναπολέοντα Βοναπάρτη που κυβέρνησε τη Γαλλία από το 1852 ως το 1870. Σημαίνει ένα αυταρχικό καθεστώς στο οποίο η προεδρία υψώνεται πάνω από κάθε άλλο θεσμό, όπως το Κογκρέσο και το δικαστικό σώμα, και συγκεντρώνει εξουσίες στο όνομα της υπεράσπισης της εθνικής ενότητας. Αυτό εξηγεί το σύνθημα του Μπολσονάρο "Η Βραζιλία υπεράνω όλων".

Στην πράξη, υπάρχουν αρκετά είδη Βοναπαρτισμού. Το σχέδιο του Μπολσονάρο, που υποστηρίζεται από την κινητοποίηση ενός μαζικού κινήματος των απελπισμένων κοινωνικών στρωμάτων, συνιστά ένα αυταρχικό καθεστώς που, ανάλογα με τις συνθήκες των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων, μπορεί να εξελιχθεί σε ημιφασιστικό.

5. Οι σχέσεις του Μπολσονάρο με τους κρατικούς θεσμούς, απ' όσα μπορούμε να γνωρίζουμε, προϊδεάζουν για μια υψηλή εκπροσώπηση των ενόπλων δυνάμεων και της αστυνομίας στην κυβέρνηση.

Ο Μπολσονάρο δεν είναι ένας ακροδεξιός λαϊκιστής όπως ο Τραμπ. Ούτε είναι απλά ένας αυταρχικός ηγέτης, που μπορεί εύκολα να εξουδετερωθεί από την πίεση των ηγετικών στοιχείων της άρχουσας τάξης μετά τη νίκη του επί του PT στο δεύτερο γύρο των εκλογών.

Αντίθετα, μετά τη νίκη του στις εκλογές -που θα του δώσει πιθανότητα και την πλειοψηφία στο Κογκρέσο και μαζί τη δυνατότητα να προωθήσει αντιδραστικές τροποποιήσεις του συντάγματος- ο Μπολσονάρο, ποντάροντας και στην πλήρη υποστήριξη του Στρατού, θα έχει εντολή για την άσκηση εξουσίας κάτω από οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που κανείς πρόεδρος δεν είχε να αντιμετωπίσει από την κρίση του 1985.

6. Ο Μπολσονάρο έχει σκαρώσει μια σχέση με τη μεγαλοαστική τάξη προσλαμβάνοντας τον τραπεζικό επενδυτή Πάουλο Γκουέντες στη θέση του υπερ-υπουργού των Οικονομικών.

Αυτή η κίνηση σηματοδοτεί την πρόθεσή του να ασκήσει υπερ-νεοφιλελεύθερες πολιτικές με έμφαση στο "ιδιωτικοποιείν" ταχέως και αδιακρίτως, το σκληρό δημοσιονομικό σοκ και την κατά μέτωπο επίθεση στα εργατικά δικαιώματα, ξεκινώντας από τη μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό. Η στρατηγική του Μπολσονάρο είναι να επάνοδος της Βραζιλίας στην παγκόσμια αγορά δίπλα στις ΗΠΑ και απέναντι στην Κίνα με την προσέλκυση Αμερικάνικων επενδύσεων που θα βγάλουν τη Βραζιλία από το οικονομικό τέλμα.

Αυτή η στρατηγική ευθυγραμμίζεται με τους στρατηγικούς στόχους των πιο ισχυρών πυρήνων της αστικής τάξης, αλλά δεν μπορεί να μπει σε εφαρμογή χωρίς την όξυνση των κοινωνικών συγκρούσεων. Γιατί; Επειδή η Βραζιλιάνικη εργατική τάξη δεν έχει ακόμα υποστεί μια ιστορική ήττα. Ιστορική ήττα σημαίνει μια ολόκληρη γενιά να χάνει την αυτοπεποίθησή της και να απαιτείται ένα ολόκληρο ιστορικό κενό μέχρι η νέα γενιά να κινηθεί και να πιάσει το νήμα.

Η διαδικασία που έλαβε χώρα το 2015-2016 και κορυφώθηκε με την καθαίρεση της Ρουσέφ υπήρξε μια τραυματική ήττα για την εργατική τάξη και την αριστερά, αλλά όχι μια ιστορική ήττα. Αυτό που ζήσαμε ήταν μια δυσμενής αντιστροφή του κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων, μια πολιτικο-κοινωνική ήττα.

Αυτό δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να γίνει αντιληπτό ως προσπάθεια υποτίμησης της αντιδραστικής δυναμικής των εξελίξεων. Αν δεν ανατραπούν, οι εργάτες της Βραζιλίας θα βρεθούν αντιμέτωποι μ' έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο.

7. Ο Μπολσονάρο δεν έχει στη διάθεσή του ένα φασιστικό κόμμα. Ουσιαστικά νοικιάζει το Σοσιαλιστικό Φιλελεύθερο Κόμμα (PSL).

Αλλά η οργανική του αδυναμία αντισταθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό από μαζικού κινήματος υπέρ του Μποσλονάρο. Κι επίσης η απουσία κόμματος δεν ακυρώνει το χαρακτηρισμό του νεοφασίστα. Μπορεί, αν κερδίσει τις εκλογές, να χτίσει ένα κόμμα βασιζόμενος στον έλεγχο του κράτους. Στην πραγματικότητα μια καμπάνια στρατολογιών στο PSL έχει ήδη ανακοινωθεί και η προσπάθεια είναι να εγγραφούν δεκάδες εκατομμύρια μέλη.

8. Φυσικά η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων του Μπολσονάρο δεν είναι φασίστες, αλλά αυτό από μόνο του δεν αρκεί για να πάρουμε πίσω το χαρακτηρισμό του νεοφασίστα. Εξάλλου, μια σκληροπυρηνική πλειοψηφία των εκλογέων του είναι όντως φασίστες.

Αυτό που προσδιορίζει ένα κίνημα είναι, πρώτα πρώτα, η κατεύθυνση προς την οποία κινείται. Το ακροατήριο του Μπολσονάρο διαθέτει αρκετή ευρύτητα και δυναμική για να γίνει το μεγαλύτερο πολιτικό ρεύμα στη Βραζιλία.

9. Η υποτίμηση του Μπολσονάρο ή της ικανότητας αυτού του κινήματος να λειτουργήσει στη διεθνή αρένα θα ήταν ένα πολύ σοβαρό λάθος. Υπάρχει μια διεθνής ακροδεξιά, κι ας βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο, που χτίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο, με γενναία χρηματοδότηση από κάποιες πανίσχυρες οικονομικές ομάδες - για παράδειγμα, από εκείνη τη μερίδα του Αμερικάνικου κεφαλαίου που βάζει σαν στόχο το σταμάτημα της ανάδειξης της Κίνας σε πρωτο-ιμπεριαλιστική δύναμη.

10. Η χρηματοδότηση της προεκλογικής εκστρατείας του Μπολσονάρο παραμένει μια λίγο-πολύ σκοτεινή υπόθεση. Όμως, το εκτόπισμα της παρουσίας του και η ορατότητά του στα κοινωνικά δίκτυα μαρτυρά την ενδεχόμενη εμπλοκή μεγάλων επιχειρήσεων. Μερικές απ' αυτές είναι ήδη γνωστές.

Βαλέριο Αρκάρι

Σχόλια