Η αλλοτρίωση των γυναικών και η επαναστατική πολιτική


Βιβλιοκριτική: Femininity as Alienation: Women and the Family in Marxism and Psychoanalysis, Anne Foreman, Pluto Press, London 1977

Πολλές γυναίκες εντάσσονται στο γυναικείο απελευθερωτικό κίνημα εξαιτίας κάποιων προσωπικών βιωμάτων. Η Τζόαν Λιτλ και η Ινές Γκαρσία έχουν πέσει θύματα βιασμού, και όρθωσαν το ανάστημά τους. Η Μαρία Πίτσφορντ, μια γυναίκα 22 ετών από το Μπόουλινγκ Γκριν του Κεντάκι, έγινε φεμινίστρια αφού καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 20 ετών. Η κατηγορία -ότι έκανε έκτρωση μόνη της χώνοντας ένα βελονάκι στον τράχηλο της μήτρας της. Δεν είχε τη δυνατότητα να κάνει μια νόμιμη έκτρωση. Υπάρχουν χιλιάδες άλλοι "προσωπικοί" λόγοι που οι γυναίκες γίνονται φεμινίστριες: η σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας, η απώλεια κηδεμονίας του παιδιού από τις λεσβίες, το ξύλο από τον άνδρα τους, η σεξουαλική ανελευθερία, η αναξιοπρεπής και ασεβής συμπεριφορά που υφίστανται ως μέλη πολιτικών οργανώσεων.

Σίγουρα όλα αυτά τα ζητήματα απασχολούν ιδιαίτερα τις επαναστάτριες φεμινίστριες. Η αλήθεια όμως είναι ότι το Μαρξιστικό κίνημα είχε λίγα πράγματα να πει γι' αυτά τα προβλήματα της προσωπικής ζωής -πόσο μάλλον για τη σχέση τους με την καταπίεση των γυναικών και την πάλη για το σοσιαλισμό. Είχε την τάση να περιορίζει το ζήτημα της καταπίεσης των γυναικών σ' ένα εξειδικευμένο ζήτημα της εργατικής τάξης. Γι' αυτό το λόγο πολύ λίγα είναι γνωστά για την πάλη των γυναικών, συμπεριλαμβανομένης της ζωής και του έργου των επαναστατριών σοσιαλιστριών.

Ακόμα και σήμερα, το βιβλίο της Σίλα Ροουμπόδαμ, Γυναικεία Συνείδηση, Ανδρικός Κόσμος ξεχωρίζει, 13 χρόνια μετά το κίνημα για την απελευθέρωση των γυναικών, ως μία από τις λίγες Μαρξιστικές προσεγγίσεις που θίγουν το ζήτημα της καταπίεσης των γυναικών. Κι όμως, πάνω από 50 χρόνια πριν, ο Λέον Τρότσκι για παράδειγμα μπορούσε να γράφει στα Προβλήματα της Καθημερινής Ζωής ότι "δεν υπάρχουν όρια στον αντρικό εγωκεντρισμό. Για να καταλάβουμε τον κόσμο πρέπει να τον δούμε μέσα από τα μάτια των γυναικών". Γιατί αυτό; Γιατί το Μαρξιστικό κίνημα έχει τόσα λίγα να πει για τον κόσμο των γυναικών -της μισής ανθρωπότητας;

Η Αν Φόρμαν στη Θηλυκότητα ως Αλλοτρίωση προσπάθησε να βρει την απάντηση στον ίδιο το Μαρξισμό. Συγκεκριμένα, η Φόρμαν αντιλαμβάνεται ότι η ανικανότητα των Μαρξιστών να κατανοήσουν την καταπίεση των γυναικών οφείλεται στο γεγονός ότι "δεν θεωρούν ότι η υποκειμενική τους εμπειρία, οι προσωπικές τους σχέσεις παρουσιάζουν κάποιο ιδιαίτερο πολιτικό ενδιαφέρον". Εξηγεί ότι σκοπός του βιβλίου της δεν είναι "να προσθέσει κάτι στο υπάρχον υλικό της σοσιαλιστικής και Μαρξιστικής σκέψης όπως συνήθως παρουσιάζεται, αλλά να αμφισβητήσει όλη αυτή την παράδοση. Αυτό το άρθρο δεν γίνεται να περιλάβει όλα τα επιχειρήματα που προβάλλει, αλλά θα προσπαθήσει να ανοίξει τη συζήτηση πάνω σε δύο ζητήματα που βάζει: πρώτα το ρόλος της οικογένειας και της γυναικείας καταπίεσης στην καπιταλιστική κοινωνία και κατόπιν κάποια πολιτικά και οργανωτικά συμπεράσματα που εξάγει η Φόρμαν από την ανάλυσή της για την οικογένεια. Στην Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους, ο Ένγκελς προσπάθησε να αποδείξει ότι η ιδιωτική οικογένεια δεν ήταν η φυσική τάξη πραγμάτων αλλά εξελίχθηκε με την ανάδυση της ατομικής ιδιοκτησίας, της ταξικής κοινωνίας και του καταπιεστικού κράτους. Η γυναίκα ήταν η πρώτη "δούλη των δούλων".

"Η ανατροπή του μητρικού δικαιώματος υπήρξε η κοσμοϊστορική ήττα του γυναικείου φύλου. Η άνδρας ανέλαβε τη διοίκηση και του σπιτιού. Η γυναίκα περιορίστηκε και υποβιβάστηκε σε δουλικό, έγινε σκλάβα των ορέξεών του κι ένα απλό εργαλείο παραγωγής των παιδιών του."

Το συμπέρασμα του Ένγκελς ήταν ότι αφού η καταπίεση των γυναικών δεν ήταν ούτε φυσική ούτε βιολογική, αλλά δημιούργημα της ιδιωτικής οικογένειας μέσα στην ταξική κοινωνία, θα μπορούσε να μπει τέλος σ' αυτή με την ανατροπή του καπιταλισμού:
"Μπορούμε ήδη να καταλάβουμε απ' αυτό ότι η χειραφέτηση των γυναικών και η εξίσωσή τους με τον άνδρα είναι και παραμένει απίθανη όσο η γυναίκα παραμένει αποκλεισμένη από την κοινωνική παραγωγική εργασία και περιορίζεται στην ιδιωτική οικιακή εργασία. Η χειραφέτηση των γυναικών μπορεί να γίνει πιθανή μόνον όταν οι γυναίκες παίρνουν μέρος στην παραγωγή σε μεγάλη κοινωνική κλίμακα και η δουλειά του σπιτιού δεν διεκδικεί παρά ένα ασήμαντο μέρος του χρόνου της. Και αυτό έχει γίνει  πιθανό μόνο μέσα από τη σύγχρονη βιομηχανία μεγάλης κλίμακας που όχι απλά επιτρέπει την απασχόληση του γυναικείου εργατικού δυναμικού, αλλά την απαιτεί, ενώ τείνει προς τον τερματισμό της ιδιωτικής οικιακής εργασίας μετατρέποντάς την όλο και περισσότερο σε δημόσια βιομηχανία."
Άλλοι Μαρξιστές ακολούθησαν και ανέπτυξαν τη βασική υπόθεση του Ένγκελς και του Μαρξ ότι οι γυναίκες υφίστανται διπλή εκμετάλλευση ως γυναίκες και ως εργάτριες. Η Ελέανορ Μαρξ, για παράδειγμα, έγραψε για την ιδιαίτερη καταπίεση της γυναίκας σ' ένα δοκίμιο με τίτλο Το Γυναικείο Ζήτημα:
"Η όχι εντελώς παραδεδεγμένη αλήθεια ακόμα και από τους πιο ανυπόμονους φίλους των γυναικών είναι ότι αυτή, όπως όλες οι εργαζόμενες τάξεις, βρίσκεται σε μία καταπιεσμένη κατάσταση. Ότι η θέση της, όπως και εκείνων, υφίσταται μια ανελέητη υποτίμηση. Οι γυναίκες είναι τα πλάσματα της οργανωμένης τυραννίας των ανδρών, όπως οι εργάτες είναι τα πλάσματα της οργανωμένης τυραννίας των αργόσχολων... Και οι δύο καταπιεσμένες τάξεις, και οι γυναίκες και οι άμεσοι παραγωγοί, πρέπει να καταλάβουν ότι η χειραφέτηση τους μπορεί να προέλθει από τους ίδιους."
 Η Αλεξάνδρα Κολλοντάι, ηγέτιδα του ρωσικού κινήματος απελευθέρωσης των γυναικών και μέλος του Μπολσεβίκικου κόμματος, υποστήριζε ότι οι γυναίκες αντιμετώπιζαν μια ιδιαίτερη καταπίεση, και αυτή η ιδιαίτερη καταπίεση βασίζονταν στην ιδιωτική οικογένεια μέσα στην ταξική κοινωνία. Στο Κομμουνισμός και Οικογένεια, γραμμένο το 1918, εξηγούσε:
"Ο Καπιταλισμός φόρτωσε στους ώμους της γυναίκας ένα φορτίο που τη συνθλίβει: την έκανε μισθωτή εργάτρια χωρίς να ελαττώσει τις φροντίδες της σαν νοικοκυρά και μητέρα. Έτσι βλέπουμε τη γυναίκα να λυγίζει κάτω απ' αυτό το τριπλό αβάσταχτο βάρος..."
Η ιδιαίτερη καταπίεση των γυναικών δημιούργησε επίσης την ανάγκη για ιδιαίτερα αιτήματα και οργάνωση:
"Η γυναίκα εργάτρια δεν είναι μόνο μέλος της εργατικής τάξης, αλλά ταυτόχρονα είναι μια εκπρόσωπος ενός ολόκληρου μισού του ανθρώπινου είδους. Σε αντίθεση με τις φεμινίστριες, οι σοσιαλίστριες στο αίτημά τους για ίσα δικαιώματα των γυναικών στο κράτος και την κοινωνία δεν κλείνουν τα μάτια τους στο γεγονός ότι οι ευθύνες των γυναικών προς τη συλλογική κοινωνία θα είναι πάντα κάπως διαφορετικές από των ανδρών. Η γυναίκα δεν είναι μόνο μια ανεξάρτητη εργάτρια και πολίτης -είναι ταυτόχρονα μητέρα, κυοφορεί το μέλλον."
Το μαρξιστικό επιχείρημα, που αναπτύχθηκε το 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα, ήταν ότι η καταπίεση των γυναικών είναι εγγενής στον καπιταλισμό και ενισχύεται από τη δομή της οικογένειας, ή την ιδιωτικοποιημένη αναπαραγωγή. Σήμερα αυτό συμβαίνει μέσα από τη διευρυμένη οικογένεια, την πυρηνική οικογένεια, την κοινότητα, τη μονογενεϊκή οικογένεια, τους ομόφυλους γονείς, μέσα από κάθε είδους οικογένεια. Αλλά αυτό δεν είναι η αναπαραγωγή της κοινωνίας από το σύνολο της κοινωνίας, δηλαδή ο κομμουνισμός ή ο πρωτόγονος κομμουνισμός.

Ο πρωταρχικός ρόλος των γυναικών σε όλη την έκταση της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι αυτός της μητέρας συμπεριλαμβανομένου του σημαντικού ρόλου της κοινωνικοποίησης και εκπαίδευσης των παιδιών. Η σχέση των γυναικών με την αναπαραγωγή περισσότερο παρά με την παραγωγή είναι η βάση της καθυπόταξής τους.

Σήμερα και στους δύο κόσμους του ιδιωτικού καπιταλισμού και του κρατικού καπιταλισμού, η οικογένεια είναι η βασική μονάδα της κοινωνίας. Στις ΗΠΑ, τη Βρετανία, την Κίνα, τη Ρωσία ή το Ιράν, για παράδειγμα, ο ρόλος των γυναικών είναι το μεγάλωμα, η κοινωνικοποίηση και η μόρφωση των παιδιών ώστε να γίνουν οι μελλοντικοί εργάτες ή ιθύνοντες της κοινωνίας. Κι ενώ στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες υπάρχει μια τάση μοιράσματος του νοικοκυριού, πουθενά η γυναίκα δεν είναι ελεύθερη από τις ευθύνες της ανατροφής των παιδιών.

Κι όμως, η Αν Φόρμαν ισχυρίζεται ότι η οικογένεια δεν είναι πλέον οικονομικά πρωταρχικής σημασίας στον καπιταλισμό:
"Και ο Μαρξ και ο Λούκατς απέτυχαν να δουν ότι καθώς η κοινωνική παραγωγή αποκόβονταν από την οικογένεια, οι σχέσεις της τελευταίας έχαναν προφανώς την οικονομική τους σημασία. Απογυμνωμένη απ' αυτήν, η οικογένεια έγινε το βασίλειο του ιδιωτικού και του σεξουαλικού."
Λέει ότι ο βασικός σκοπός της οικογένειας είναι να παρέχει ηθική ικανοποίηση στους άνδρες εργάτες:
"Με την ανάπτυξη της καπιταλιστικής παραγωγής η γυναίκα σταδιακά έχασε και τους δυο αυτούς ρόλους. Η θέση της στο εργατικό δυναμικό αποδυναμώθηκε και το κράτος, μέσα από την ανάπτυξη ενός πιο συμπεριληπτικού εκπαιδευτικού συστήματος ανέλαβε τη βιομηχανική εκπαίδευση της νεολαίας. Έτσι ο ρόλος της γυναίκας στην οικογένεια περιορίστηκε κύρια σ' αυτό της συναισθηματικής στήριξης."
Η Φόρμαν υποστηρίζει ότι η βασική αιτία της καταπίεσης των γυναικών σήμερα δεν είναι ο ρόλος της γυναίκας ως μητέρας και τροφού των παιδιών, αλλά ο ρόλος της ως παρηγορήτρας του εργάτη συζύγου της:
"Οι άνδρες αναζητούν μια ανακούφιση από την αλλοτρίωσή τους μέσα από τις σχέσεις τους με τις γυναίκες. Για τις γυναίκες δεν υπάρχει ανακούφιση. Γιατί αυτές οι στενές σχέσεις είναι ακριβώς εκείνες που συνιστούν τις βασικές δομές της καταπίεσής τους."
Υποστηρίζει επίσης ότι:
"Η οικογενειακή ζωή παρείχε την ανακούφιση όπου μετά τις απειλές και τις προσβολές που η κοινωνική ζωή επέφερε στην κοινωνική ζωή του άνδρα, η γυναίκα επιβεβαίωνε την ανθρωπιά του... Η θηλυκότητα στην καπιταλιστική κοινωνία αντλεί τη σημασία της μέσα απ' αυτή τη σχέση."
Αλλά τι γίνεται με τις γυναίκες που δεν ζουν με άνδρες και δεν τους ευχαριστούν αυτοί σεξουαλικά ή συναισθηματικά -λεσβίες, χήρες, διαζευγμένες γυναίκες και/ή γυναίκες μόνες; Δεν υπάρχουν αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία σχετικά με το ποσοστό των λεσβιών στις ΗΠΑ που ζουν σε μια οικογενειακή μονάδα. Αλλά καμιά φεμινίστρια δεν θα ισχυριζόταν ότι οι λεσβίες είναι απαλλαγμένες από την καταπίεση, αφού δεν ικανοποιούν σεξουαλικά και συναισθηματικά τους άνδρες. Και παρόλο που πολλές λεσβιακές σχέσεις είναι πιο απελευθερωμένες από κάποιες καταπιεστικές πτυχές των ετερόφυλων σχέσεων, η ανισότητα επιβάλλεται στις λεσβίες από τον καπιταλισμό. Οι λεσβίες ζουν σε έναν ανδρικό κόσμο, έχουν άνδρες αφεντικά, πρέπει να στείλουν τα παιδιά τους σε ανδροκρατούμενα σχολεία. Είναι επίσης θύματα αντιδραστικών προκαταλήψεων, άρνησης του δικαιώματος στην εργασία, στη στέγαση, αρκετά συχνά του δικαιώματος να έχουν και να φροντίζουν παιδιά, καθώς και να έχουν χώρους ελεύθερης κοινωνικοποίησης. Επιπλέον, οι θεσμοί της καπιταλιστικής κοινωνίας στιγματίζουν τις λεσβίες ως διεστραμμένες ή/και άρρωστες.

Από το 20,6% των μονοπρόσωπων νοικοκυριών στις ΗΠΑ σχεδόν το ένα τρίτο είναι γυναίκες άνω των 65. Αυτές οι γυναίκες δεν καλούνται να παράσχουν ηθική και σεξουαλική ικανοποίηση σε άνδρες. Όμως το ένα τρίτο αυτών ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Οι μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες στην καπιταλιστική κοινωνία κάθε άλλο παρά απελευθερωμένες είναι. Δεν μπορούν να βρουν δουλειά, αναγκάζονται να ζουν με πενιχρά εισοδήματα, πολύ συχνά είναι οικονομικά, σωματικά και συναισθηματικά εξαρτημένες από τα παιδιά τους ή τις υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας, και χλευάζονται ανελέητα από τα ΜΜΕ.

Ο αριθμός των οικογενειών των οποίων ηγούνται γυναίκες αυξάνεται. Σήμερα αυτό συμβαίνει σε μία στις επτά οικογένειες. Στις μεγάλες αστικές συνοικίες σε 3 στις 8. Αυτές οι γυναίκες δεν είναι με κανένα τρόπο χειραφετημένες. Όλες κάνουν τις δουλειές του σπιτιού, όλες αναγκάζονται να μεγαλώνουν παιδιά στην ιδιωτική οικογένεια. Το ποσοστό ανεργίας στα γυναικεία νοικοκυριά είναι διπλάσιο απ' ότι στα ανδρικά. "Η φτώχεια είναι το κοινό γνώρισμα των γυναικείων νοικοκυριών," σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ. Ο αριθμός των φτωχών οικογενειών των οποίων ηγούνται γυναίκες αυξάνεται, ενώ στις οικογένειες που ηγούνται άνδρες πέφτει. Από το 1970 ως το 1974 ο αριθμός των φτωχών οικογενειών που ηγούνται γυναίκες αυξήθηκε κατά 22%, ενώ αυτών που ηγούνται άνδρες μειώθηκε κατά 17%.

Η φτώχεια είναι μεγαλύτερη μεταξύ των Μαύρων γυναικών αρχηγών οικογενειών. Οι Μαύρες γυναίκες αντιμετωπίζουν "τριπλή καταπίεση" ως εργάτριες, ως γυναίκες και ως θύματα του ρατσισμού. Έξι στις δέκα Μαύρες οικογένειες των οποίων ηγούνται γυναίκες ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Για τις λευκές γυναίκες το αντίστοιχο ποσοστό είναι τρεις στις δέκα. Η ανεργία μεταξύ των Μαύρων γυναικών είναι διπλάσια απ' ότι των λευκών γυναικών, ενώ αμείβονται και με χαμηλότερους μισθούς.

Οι Μαύρες γυναίκες, είτε προσφέρουν είτε όχι παρηγοριά στους Μαύρους άνδρες, καταπιέζονται σεξουαλικά και φυλετικά, ενώ ταυτόχρονα σπάνε κάθε ρεκόρ φτώχειας, ανεργίας, κακοπληρωσιάς και άσχημων συνθηκών εργασίας. Η εκπαίδευση, η στέγαση, η ψυχαγωγία των Μαύρων γυναικών είναι χειρότερη από των λευκών. Η καταπίεσή της κάτω απ' τον καπιταλισμό είναι πολύ πιο βαθιά από την καταπίεση που χαρακτηρίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις ανδρών-γυναικών.

Για να εντοπίσουμε το ρόλο της οικογένειας στον καπιταλισμό πρέπει να εξετάσουμε και το ρόλο του κράτους στην οργάνωση και τη συντήρηση της γυναικείας καταπίεσης. Για παράδειγμα, οι μισθοί των γυναικών είναι το 58,9% των μισθών των ανδρών, και αυτό το ποσοστό είναι ακόμα χαμηλότερο για τις Μαύρες, τις Ισπανόφωνες και τις άλλες φυλετικά καταπιεσμένες γυναίκες. Οι γυναίκες παραμένουν, όπως και πριν από 75 χρόνια, εγκλωβισμένες στις πιο χαμηλά αμειβόμενες δουλειές, εργαζόμενες κυρίως, με βάση τις στατιστικές του 1979, ως υπάλληλοι, στις δημόσιες υπηρεσίες και σε οικιακές εργασίες. Το συνολικό ποσοστό ανεργίας των γυναικών είναι διπλάσιο απ' αυτό των ανδρών. Για τις Μαύρες γυναίκες είναι διπλάσιο από των λευκών γυναικών.

Το κράτος συντηρεί αυτή την καταπίεση των γυναικών μέσα από διακρίσεις στις αγορές εκπαίδευσης και εργασίας. Τη συντηρεί όμως και με άλλους τρόπους. Ένας από τους πιο κραυγαλέους είναι οι νόμοι για τις εκτρώσεις, που αρνούνται την πρόσβαση των γυναικών της εργατικής τάξης στην άμβλωση. Το Κογκρέσο, για παράδειγμα, έχει περικόψει τις ομοσπονδιακές δαπάνες για τις φτωχές γυναίκες που χρειάζεται να κάνουν έκτρωση. Οι ομοσπονδιακές δαπάνες κατευθύνονται αντίθετα σε πειράματα πάνω σε χάπια για τον έλεγχο των γεννήσεων, τεχνικές στείρωσης και λοιπά που εφαρμόζονται πάνω σε γυναίκες των μειονοτήτων, κυρίως σε Μαύρες και Πορτορικανές.

Η προσπάθεια στις ΗΠΑ για να περάσει η νομοθετική μεταρρύθμιση για την ισότητα ανέδειξε μόνο το πόσοι νόμοι υπάρχουν που αρνούνται στις γυναίκες ισότιμη πρόσβαση στη στέγαση, την πίστωση, το δανεισμό, την κοινωνική ασφάλιση, το διαζύγιο, κλπ, ή που δυσχεραίνουν τη δυνατότητα των γυναικών να κάνουν μήνυση για βιασμό (συμπεριλαμβανομένου του ενδοσυζυγικού) και για ενδοοικογενειακή βία.

Το κίνημα απελευθέρωσης των γυναικών πρόσφερε τεράστιες υπηρεσίες στη δημοσιοποίηση ζητημάτων όπως ο βιασμός, η ενδοοικογενειακή βία, τα δικαιώματα των λεσβιών, το σεξισμό στη γλώσσα, τα ΜΜΕ, τα σχολεία και τις πολιτικές οργανώσεις, και στην προσπάθεια στήριξης των γυναικείων αγώνων. Αυτές οι μάχες κι αυτά τα ζητήματα δεν πρέπει να αγνοούνται ούτε να υποβαθμίζονται. Αλλά η συζήτηση για την οικογένεια υπήρξε πάντα το σημείο αιχμής για τον προσδιορισμό των ριζών και των αιτιών της καταπίεσης των γυναικών ώστε να τελειώνουμε μια και καλή μ' αυτήν. Η ανάλυση της Αν Φόρμαν για την οικογένεια σημαίνει ότι οι λύσεις που προτείνει είναι κατά βάση ρεφορμιστικές. Η καταπίεση των γυναικών είναι συνυφασμένη με τον καπιταλισμό. Θα χρειαστεί κάτι περισσότερο από ένα μετασχηματισμό στις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ ανδρών-γυναικών/συζύγων μέσα στην οικογένεια για να ανατρέψουμε τον τρόπο που το καπιταλιστικό κράτος συντηρεί τη γυναικεία καταπίεση.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στα αγγλικά:

International Socialism, Spring 1979, Barbara Winslow, Women’s alienation and revolutionary politics

 

 Διαβάστε επίσης:
Το βιβλίο της Μαρίας Στύλλου Η Πάλη για την Απελευθέρωση των Γυναικών που κυκλοφορεί στις 8 Οκτώβρη από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο.

Σχόλια