Μαρξ και Μάτικ

Βιβλιοκριτική: Μαρξ και Κέυνς του Πολ Μάτικ 

Στιβ Μπολχόβερ

Τα πολύ τελευταία χρόνια είχαμε την επιστροφή της οικονομικής κρίσης στο Δυτικό καπιταλισμό. Κι όμως, για το προηγούμενο τέταρτο του αιώνα το σύστημα είχε γνωρίσει μια πρωτοφανή ανάπτυξη, αντίστοιχη των πρώτων χρόνων του. Το γεγονός αυτό είχε οδηγήσει πολλούς σοσιαλιστές στο να πιστεύουν ότι ο καπιταλισμός είχε υποστεί μια ριζική αλλαγή προς το καλύτερο, ότι δεν υπήρχε καμιά εγγενής δυσκολία στο να φτάσεις στην εξαφάνιση μιας ταξικής κοινωνίας μέσα από τη μεταρρύθμιση. Αυτό οφείλονταν υποτίθεται στην πετυχημένη εκτέλεση από τις πεφωτισμένες κυβερνήσεις μιας σειράς συνταγών από τον τσελεμεντέ του Τζων Μέυναρντ Κέυνς. Κι ας μην είχε περάσει καιρός από τότε που οι μαρξιστές βεβαίωναν ότι ο καπιταλισμός βρισκόταν στα βαθιά του γεράματα, ότι είχε σαπίσει απ' άκρη σε άκρη κι ότι ήταν αδύνατο να παρέχει στην εργατική τάξη, ακόμα και στους μικροαστούς, ένα υποφερτό επίπεδο ζωής. Με τα λόγια του Τρότσκι:
"Δεν μπορεί να γίνει συζήτηση για συστηματικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και βελτίωση του επιπέδου ζωής των μαζών, όταν κάθε σοβαρό αίτημα της μικρομπουρζουαζίας υπερβαίνει αναπόφευκτα τα όρια των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και του αστικού κράτους."
Αν δεν υπήρχε καμιά δυνατότητα μεταρρυθμίσεων, τότε η μόνη ελπίδα για την εργατική τάξη ήταν η ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος μέσα από τη σοσιαλιστική επανάσταση. Το ανέφικτο του μεταρρυθμιστικού δρόμου έπαιζε σημαντικό ρόλο στην προοπτική που έβλεπε ο Τρότσκι για την οικοδόμηση μιας επαναστατικής διεθνούς.

Η αποτυχία των οικονομικών προβλέψεων του Τρότσκι είναι ένα ζήτημα που δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται χωρίς περίσκεψη από τους επαναστάτες της παράδοσης του Τρότσκι. Η μακρά άνθηση του Δυτικού καπιταλισμού έδωσε νέα πνοή στο ρεφορμισμό. Η εργατική τάξη μπορούσε να κερδίσει πραγματικές αυξήσεις και βελτίωση του επιπέδου ζωής της. Μια από τις συνέπειες αυτού ήταν η απομόνωση των επαναστατικών οργανώσεων από την εργατική τάξη. Σ' αυτή την κατάσταση η ανάπτυξη της επαναστατικής προοπτικής και η οικοδόμηση ενός επαναστατικού κόμματος εξαρτιόταν από τις εκτιμήσεις για τη διάρκεια της οικονομικής ανάπτυξης. Υπήρχαν αυτοί που πίστευαν ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν μπορούσε να έχει καθόλου διάρκεια και γι' αυτό έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου σε κάθε εμφάνιση μιας ύφεσης, έστω και ελάχιστης. Στο άλλο άκρο βρίσκονταν αυτοί που πίστευαν ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να περιμένουμε πια μια ακόμα μεγάλη ύφεση, κι ότι ο μόνος περιορισμός στην ανάπτυξη του καπιταλισμού ήταν τα όρια του πλανήτη. Γι' αυτούς τους ανθρώπους η σοσιαλιστική επανάσταση είχε ξεθωριάσει σε ένα ουτοπικό όραμα. Η παρούσα κρίση -η πρώτη σοβαρή αστάθεια στην παγκόσμια ανάπτυξη του καπιταλισμού- μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε ότι και οι δυο αυτές θέσεις ήτανε λάθος. Αλλά αυτό δεν μας απαλλάσσει από την ανάγκη να διαμορφώσουμε μια εκτίμηση για το μέλλον της οικονομίας. Μήπως έχουμε μπροστά μας ακόμα 25 χρόνια αδιάλειπτης ανάπτυξης; Ή μήπως πρόκειται να υπάρξει μια καταστροφική ύφεση στο άμεσο μέλλον; Η απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα εξαρτάται από την ανάλυσή μας για τα αίτια της οικονομικής ανάπτυξης κι από το αν αυτά συνεχίζουν να έχουν επίδραση.

Γι' αυτό το λόγο το βιβλίο του Μάτικ είναι πολύ επίκαιρο. Ο μεγαλύτερος όγκος του περιλαμβάνει την παράθεση της συμβολής του Κέυνς στην οικονομική θεωρία, τη διατύπωση της εκδοχής του Μάτικ για τη μαρξική θεωρία της κρίσης και μια εξέταση του σύγχρονου καπιταλισμού στη βάση της κριτικής του Κέυνς. Ο Μάτικ εξετάζει πολλά ζητήματα που είναι πολύ ενδιαφέροντα για τους σοσιαλιστές: την Κοινή Αγορά, την ξένη βοήθεια και την οικονομική ανάπτυξη στον αποικιοκρατικό και μετα-αποικιοκρατικό κόσμο και, τέλος, τη σχέση μεταξύ των κρατικοκαπιταλιστικών κρατών του ανατολικού μπλοκ με τους δυτικούς ανταγωνιστές τους και το σοσιαλισμό.

Η Ρώσικη Επανάσταση

Η τελευταία ενότητα του βιβλίου, αυτή που ασχολείται με τον κρατικό καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, είναι αναμφίβολα η πιο αδύνατη. Ο Μάτικ πολύ σωστά βλέπει ότι το κράτος και το κοινωνικό σύστημα στην "κομμουνιστική" Ρωσία είναι ένα είδος καπιταλισμού -στην πραγματικότητα το χαρακτηρίζει ως "Κεϋνσιανισμό" στην πιο συνεκτική και πιο αναπτυγμένη μορφή του. Αλλά για το Μάτικ, η σταλινική αντεπανάσταση που έθαψε την προλεταριακή δικτατορία είναι ο φυσικός διάδοχος του Μπολσεβικισμού. Δεν υπάρχει καμία τομή στην ιστορική ανάπτυξη.

Και δεν μπορεί να συμπεράνει τίποτε άλλο από το ότι η Μπολσεβίκοι είχαν σαν σκοπό την οικοδόμηση ενός κρατικού καπιταλισμού στη Ρωσία. 'Η μαρξική "ορθοδοξία" του Λένιν υπήρξε μόνο σε ιδεολογική μορφή ως ψευδής συνείδηση μιας μη-σοσιαλιστικής πρακτικής'. Στην πραγματικότητα, οι Μπολσεβίκοι 'μπορούσαν να θεωρούν τους εαυτούς τους μαρξιστές μόνο με την προϋπόθεση ότι αυτό που πραγματοποίησαν ήταν ο συγκερασμός δύο επαναστάσεων σε μία -της "αστικής" επανάστασης που εγκαθίδρυσε τις σχέσεις κεφαλαίου-εργασίας στη σύγχρονη βιομηχανία και της "σοσιαλιστικής" επανάστασης, που εμπόδισε τον προσδιορισμό και τη χρησιμοποίηση αυτής της εξέλιξης από το ιδιωτικό κεφάλαιο'. Παρ' όλα αυτά, 'η "επανάσταση στο διηνεκές" έφτασε να σημαίνει μόνο μια μακρά διαδικασία παγίωσης και συγκεντροποίησης της εξουσίας στα χέρια του κόμματος του Λένιν'.

Πράγματι είναι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Μάτικ δεν βλέπει τη Ρώσικη επανάσταση καθόλου σαν μια εργατική επανάσταση. Δεν γίνεται καμιά αναφορά στα Σοβιέτ ή για το ρόλο της εργατικής τάξης στην επανάσταση, παρά μόνο η δήλωση ότι 'η Ρώσικη δημοκρατική επανάσταση γρήγορα παρέκκλινε προς την Μπολσεβίκικη δικτατορία'. Αυτή δεν είναι μια τυχαία παράλειψη στην περιγραφή του Ματίκ. Είναι αρκετά ξεκάθαρο ότι θεωρεί τον κρατικό καπιταλισμό ως το μόνο πιθανό αποτέλεσμα μιας επανάστασης σε μια καθυστερημένη χώρα. Η θεωρία της διαρκούς επανάστασης ήταν απλά ένας ιδεολογικός μανδύας που ντύθηκαν οι Μπολσεβίκοι για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, και τον ίδιο τους τον εαυτό απέναντι στην εργατική τάξη. Στην ομαλή μετάβαση από το Λένιν στο Στάλιν, στην οποία πιστεύει ο Μάτικ, δεν περισσεύει καμιά θέση για την ιδεολογική πάλη της σταλινικής αντίδρασης ακριβώς πάνω στο ζήτημα της διαρκούς επανάστασης, ούτε για τις δίκες της Μόσχας, ούτε και για τη φυσική εξόντωση της ηγεσίας των Μπολσεβίκων του 1917. Έτσι αυτά τα γεγονότα, όπως και το ζήτημα της ταξικής κυριαρχίας, πετιούνται έξω από τον απολογισμό της επανάστασης.

Η θεωρία της καπιταλιστικής κρίσης 

Το πραγματικό "ψωμί" του βιβλίου του Μάτικ είναι στα οικονομικά -στη μαρξιστική κριτική του Κέυνς και στην εξέταση του δυτικού καπιταλισμού. Δυστυχώς αυτό το κομμάτι έχει πολλές ανεπάρκειες. Κάποιες απ' αυτές είναι εντελώς απαράδεκτες -'Τα κέρδη όμως δεν μπορούν να είναι παρά η διαφορά της απλήρωτης από την πληρωμένη εργασία'- ένα σχόλιο που ο Μάτικ δεν θα έκανε ποτέ αν το ξανασκεφτόταν. Ύστερα υπάρχουν κάποια σημεία που μπορούν να περιγραφούν μόνο με τη λέξη "βλακείες". Ο Μάτικ θεωρεί ότι 'το καπιταλιστικό σύστημα σε όλες τις φάσεις του και σε όλες τις λεπτομέρειές του... βρίσκεται σε διαρκή κατάσταση κρίσης. Η οικονομική ύφεση είναι προϋπόθεση για την ευημερία και η ευημερία καταλήγει πάντα σε νέα ύφεση'. Παρ' όλα αυτά η γενική πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους 'έρχεται στο προσκήνιο μόνο σε περιόδους οικονομικής κρίσης'. Αυτά τα χαρακτηριστικά παραδείγματα δείχνουν μια γενικότερη τάση που υπάρχει στο βιβλίο: μια μεγάλη ποσότητα εντυπωσιακής φρασεολογίας... χωρίς κανένα νόημα. Αφού παραθέτει τις θεωρίες του Κέυνς, ο Μάτικ συνεχίζει εξετάζοντας τους κύκλους ύφεσης και άνθησης που χαρακτήριζαν τον καπιταλισμό στο μεγαλύτερο διάστημα της ύπαρξής του. Η αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος είναι μάλλον ανεπαρκής. Ανήκει σε μια σχολή σκέψης που απορρίπτει το πρόβλημα της πραγματοποίησης ως επουσιώδες και συμπεραίνει ότι μπορεί να λυθεί χωρίς αυτό να οδηγήσει σε καμιά μεγάλη δυσκολία την καπιταλιστική οικονομία: "οι διάφορες υπάρχουσες θεωρίες που κατατάσσουν το πρόβλημα είτε ως υποκατανάλωσης είτε ως υπερπληθυσμού των εμπορευμάτων περιγράφουν μόνο τα εξωτερικά γνωρίσματα της καπιταλιστικής κρίσης." Στην πραγματικότητα χτίζει τη θεωρία του πάνω στην "υπόθεση ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα πραγματοποίησης" εφόσον "μπορεί να παρουσιαστεί μια απόκλιση ανάμεσα στην υλική παραγωγή και την παραγωγή αξίας η οποία όμως θα πρέπει πρώτα να ξεπεραστεί για να συνεχιστεί η διαδικασία της συσσώρευσης."

Αυτό που προκαλεί την κρίση, σύμφωνα με το Μάτικ, είναι η υπερπαραγωγή κεφαλαίου σε σχέση με τη μάζα του διαθέσιμου κέρδους. Με άλλα λόγια η οικονομία φτάνει σε ένα στάδιο όπου η περαιτέρω επένδυση έχει ως αποτέλεσμα αναλογικά λιγότερα κέρδη. Αυτό από μόνο του δεν είναι πολύ βοηθητικό -πρέπει να ξέρουμε τι είναι αυτό που οδήγησε στην πτώση του ποσοστού κέρδους. Ο Μάτικ θα ήθελε να μας πείσει ότι γι' αυτή ευθύνεται η αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου:

"Η στροφή από την ευημερία στην ύφεση μπορεί μόνο να εξηγηθεί ως μια μετακίνηση στις σχέσεις αξίας, δηλαδή ως μια μετακίνηση από την επαρκή στην ανεπαρκή κερδοφορία του κεφαλαίου... Αφού προφανώς δεν υπήρχε καμία έλλειψη υπεραξίας κατά τη φάση της συσσώρευσης που να προηγήθηκε της ύφεσης, η ίδια η διαδικασία της συσσώρευσης, μεταβάλλοντας την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου θα πρέπει να οδήγησε στη σχετική ανεπάρκεια υπεραξίας και να δημιούργησε την κρίση."  

Η καπιταλιστική συσσώρευση συνοδεύεται απαραίτητα από συνεχείς επαναστάσεις στην τεχνική βάση της παραγωγής. Αυτό οδηγεί και στην αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης και σε μια αυξανόμενη οργανική σύνθεση του κεφαλαίου. Οι δύο επιπτώσεις συμβαίνουν σε τέτοια ποσοστά που με την πάροδο του χρόνου το ποσοστό κέρδους πρέπει να πέφτει. Αλλά η πτώση του ποσοστού κέρδους γι' αυτό το λόγο είναι, όπως έδειξε ο Μαρξ, μια πολύ αργή διαδικασία με πολλές αντιφατικές τάσεις. Στην πραγματικότητα η πτώση του ποσοστού κέρδους μέσω της αύξησης της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου είναι ένα συνεχές υπόβαθρο πάνω στο οποίο προκαλούνται διαδοχικές κρίσεις από πιο απότομες πτώσεις του ποσοστού κέδρους που οφείλονται σε άλλες αιτίες.

Ο Μάτικ έχει δίκιο όταν λέει ότι η στροφή από την ευημερία στην κρίση μπορεί μόνο να εξηγηθεί από τη μεταβολή του ποσοστού κέρδους. Αλλά ο μηχανισμός αυτής της μεταβολής δεν μπορεί να είναι η αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου -αυτή είναι μια πολύ αργή διαδικασία. Αλλά μπορεί να εξηγηθεί από μια πτώση του ποσοστού εκμετάλλευσης που οφείλεται στις αυξήσεις των μισθών. Κατά τη διάρκεια της άνθησης, όταν όλες οι βιομηχανίες επεκτείνονται όσο πιο γρήγορα μπορούν, η απασχόληση φτάνει το μέγιστο. Με την ελάττωση του μεγέθους του εφεδρικού στρατού εργασίας οι εργάτες μπορούν να κερδίσουν, και το κάνουν, συγκριτικά μεγάλες αυξήσεις στους μισθούς. Σαν αποτέλεσμα το ποσοστό κέρδους πέφτει. Με τα λόγια του Μαρξ, "οι κρίσεις πάντα προετοιμάζονται ακριβώς την περίοδο κατά την οποία οι μισθοί γενικά αυξάνονται, και η εργατική τάξη όντως παίρνει μεγαλύτερο μερίδιο από το κομμάτι του ετήσιου προϊόντος που προορίζεται για κατανάλωση."

Ο λόγος που μια πτώση του ποσοστού κέρδους στο τέλος μιας άνθησης καταλήγει σε μια κατάρρευση θα πρέπει να βρεθεί στις συνέπειες της απώλειας σε κέρδη για επενδύσεις. Οι επενδύσεις πέφτουν καθώς πέφτει το ποσοστό κέδρους. Αυτό εν μέρει συμβαίνει γιατί οι καπιταλιστές δεν θα ξοδέψουν το κεφάλαιό τους αν δεν περιμένουν μια καλή επιστροφή, και εν μέρει επειδή η μείωση του ποσοστού κέδρους σημαίνει ότι υπάρχουν λιγότερες πηγές διαθέσιμες για επενδύσεις. Μια απώλεια στο ποσοστό επένδυσης σημαίνει πτώση της ζήτησης μηχανών και άλλων προϊόντων του τομέα των κεφαλαιακών αγαθών της οικονομίας, αυτό που ο Μαρξ ονόμαζε τομέα Ι. Η υπερπαραγωγή σ' αυτό τον τομέα σημαίνει προβλήματα στην πραγματοποίηση της αξίας του προϊόντος πιθανές χρεοκοπίες και πέταγμα έξω από την αγορά εργασίας ενός τμήματος του εργατικού δυναμικού. Το ποσοστό κέρδους θα πέσει ακόμα περισσότερο και επιπλέον η ζήτηση για καταναλωτικά αγαθά θα πέσει αφού άνθρωποι πετιούνται στην ανεργία. Αυτή η διαδικασία θα επιταχυνθεί μέχρι να εξελιχθεί σε μια μεγάλης κλίμακας οικονομική κατάρρευση.

Σαν συνέπεια της υπερπαραγωγής κεφαλαίου (δηλαδή της υπερπαραγωγής στον τομέα Ι και υποεκμετάλλευσης του δυναμικού) η υπερπαραγωγή εμφανίζεται στον τομέα ΙΙ. Έτσι η κρίση μοιάζει να οφείλεται στην έλλειψη ζήτησης από την εργατική τάξη. Ωστόσο η πραγματική της αιτία βρίσκεται στην πτώση του ποσοστού κέρδους. Αλλά το γεγονός ότι οι καπιταλιστές έχουνε πρόβλημα στο να πουλάνε τα αγαθά τους σημαίνει ότι βρίσκονται μπροστά σ' ένα δίλημμα: Δεν μπορούν να αυξήσουν το εισόδημα των εργατών ώστε να πουλάνε τα προϊόντα τους, αφού αυτό θα μείωνε κι άλλο το ποσοστό κέδρους. Αλλά ούτε μπορούν και να ρίξουν τους μισθούς της εργατικής τάξης, γιατί αυτό θα έκανε το πρόβλημα της υπερπαραγωγής χειρότερο. Για το Ματίκ η υπερπαραγωγή δεν είναι πραγματικό πρόβλημα. Δεν θα υπήρχε κανένας πραγματικός λόγος, σύμφωνα με τη δική του εκδοχή της θεωρίας της κρίσης, γιατί ο φασισμός θα μπορούσε να αποσοβήσει την κρίση τουλάχιστον για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα ρίχνοντας τους μισθούς. Όμως οι Ιταλοί φασίστες έριξαν τους μισθούς 10-20% τον Οκτώβρη του 1927 και παρ' όλα αυτά, η Ιταλία παρέμεινε στη δίνη της οικονομικής κατάρρευσης: η ανεργία σκαρφάλωσε από τις 439.000 το Γενάρη του 1928 στο 1.129.000 το Δεκέμβρη του 1932. Ο Μάτικ επιχειρεί να δημιουργήσει κάτι που να μοιάζει με αξεδιάλυτη αντίφαση για την καπιταλιστική τάξη -"το υπάρχον κεφάλαιο είναι ταυτόχρονα πολύ μικρό και πολύ μεγάλο: είναι πολύ μεγάλο σε σχέση με την υπάρχουσα υπεραξία και όχι αρκετά μεγάλο για να ξεπεράσει την ανεπάρκεια της υπεραξίας." Αυτό απλά δεν αρκεί -το κεφάλαιο θα μπορούσε να πάρει ακριβώς τις σωστές διαστάσεις μέσα από τη μείωση των μισθών και άρα την αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης αν δεν υπήρχε το πρόβλημα της πραγματοποίησης.

Αυτό που μεταστρέφει τις διακυμάνσεις του ποσοστού κέρδους σε ένα κύκλο που διαρκεί λίγο-πολύ μια ορισμένη περίοδο είναι, σύμφωνα με το Μαρξ, ο χρόνος ζωής του σταθερού κεφαλαίου. Ο Μάτικ σημειώνει στα πεταχτά ότι αυτή ήταν η θεωρία του Μαρξ αλλά την απορρίπτει χωρίς κανένα σχόλιο εκτός του ότι ο Μαρξ "δεν επέμεινε στην εγκυρότητα αυτής της εξήγησης. Το σταθερό κεφάλαιο -κτίρια, μηχανές, κλπ.- έχει μεγάλη διάρκεια ζωής και είναι επίσης πολύ ακριβό. Οι επενδύσεις σε σταθερό κεφάλαιο συγκεντρώνονται στις επενδύσεις των χρόνων της άνθησης όπου η κατασκευή νέων βιομηχανιών ή η επέκταση των υπαρχόντων είναι πολύ μεγάλη σε σύγκριση με την αύξηση της παραγωγής τελικών προϊόντων. Ακολουθεί μία περίοδος κατά την οποία η παραγωγή τελικών προϊόντων αυξάνει ραγδαία την ίδια στιγμή που οι επενδύσεις πέφτουν. Κατά τη διάρκεια της κρίσης η παραγωγή πέφτει καταστροφικά και οι επενδύσεις σταματούν ή μπορεί ακόμα και να παραχωρήσουν τη θέση τους και στην αποσυσσώρευση.

Η κερδοφορία θα αποκατασταθεί με την κατάρρευση, εν μέρει μέσα από την πτώση των μισθών σαν επακόλουθο της αύξησης της ανεργίας, εν μέρει μέσα από την εξάλειψη των λιγότερο κερδοφόρων επιχειρήσεων, και από την καταστροφή κεφαλαίου. Με άλλα λόγια η περίοδος του κύκλου καθορίζεται από το χρόνο ζωής του σταθερού κεφαλαίου.

Η μακροπρόθεσμη πτώση του ποσοστού κέρδους συνεπιδρά στον κύκλο: η γενική της επίδραση είναι  να κάνει τις διαδοχικές περιόδους άνθησης συντομότερες και ασθενέστερες, και τις διαδοχικές περιόδους κρίσης πιο μακρόσυρτες και πιο βαθιές μέχρι η καταστροφή που θα προκληθεί από την κρίση να είναι μεγαλύτερη από την ανάπτυξη που επιτυγχάνεται κατά τη διάρκεια της άνθησης. 

Όταν φτάσουμε σ' αυτό το σημείο ο καπιταλισμός θα έχει αγγίξει τα όρια ανάπτυξής του και θα βρίσκεται πραγματικά στην επιθανάτια αγωνία του. 

 

Steve Bolchover, Marx and Mattick From International Socialism (1st series), No.52, July-September 1972.



Σχόλια