Χρήσιμα βιβλία για την κατανόηση της φασιστικής απειλής

Ο φασισμός... είναι ένα ξυράφι στα χέρια του ταξικού εχθρού.
                                      Λέον Τρότσκι

Κάθε εξέταση της φασιστικής απειλής πρέπει να ξεκινάει από τα γραπτά του Τρότσκι για τη Γερμανία. Αυτό που έκανε ο Τρότσκι ήταν να καταλάβει την έκταση του κινδύνου που αντιπροσώπευε ο φασισμός, από πού αντλούσε την υποστήριξή του και προσέφερε έναν σαφή τρόπο του πώς παλεύεται. Η απειλή ήταν ξεκάθαρη και ξεπερνούσε την καταστολή που επέβαλαν πιο συνηθισμένες μορφές αυταρχικής εξουσίας:
Ο φασισμός είναι ένα συγκεκριμένο κυβερνητικό σύστημα που βασίζεται στο ξερίζωμα όλων των στοιχείων προλεταριακής δημοκρατίας μέσα στην αστική κοινωνία. Το έργο του φασισμού δεν είναι μόνο να καταστρέψει την κομμουνιστική πρωτοπορία, αλλά να κρατήσει ολόκληρη την τάξη σε κατάσταση αναγκαστικής διάλυσης. Γι' αυτό το σκοπό, η φυσική εξόντωση του πιο επαναστατικού τμήματος των εργαζόμενων δεν αρκεί. Είναι επίσης απαραίτητο να τσακιστούν όλες οι ανεξάρτητες και εθελοντικές οργανώσεις, να κατεδαφιστούν όλα τα αμυντικά προπύργια του προλεταριάτου και να ξεριζωθεί ό,τι έχει επιτευχθεί για τρία τέταρτα του αιώνα από τη σοσιαλδημοκρατία και τα συνδικάτα.
Ο φασισμός μπορούσε να το κάνει αυτό γιατί έβαζε σε κίνηση μια δύναμη που ήταν μεγαλύτερη, πιο ριζωμένη και πιο ιδεολογικά αφοσιωμένη από την αστυνομία και το στρατό. "Με τη διαμεσολάβηση του φασισμού ο καπιταλισμός κινητοποιεί τα εξαχριωμένα μικροαστικά στρώματα και τα κοπάδια του ξεπεσμένου και αποθαρρυμένου λούμπεν προλεταριάτου. Όλους αυτούς τους αναρίθμητους ανθρώπους που το ίδιο το χρηματιστικό κεφάλαιο έχει ρίξει στην απελπισία και τον παροξυσμό".

Ο Χίτλερ προσέφερε ελπίδα σ' αυτούς που:
Σε μια ατμόσφαιρα πυρακτωμένη από τον πόλεμο, την ήττα, τις επανορθώσεις, τον πληθωρισμό, την κατάληψη του Ρουρ, την κρίση, την ανάγκη και την απόγνωση η μικροαστική τάξη εξεγέρθηκε ενάντια σε όλα τα παλιά κόμματα που την είχαν εξαπατήσει. Τα πικρά παράπονα των χρεοκοπημένων μικροϊδιοκτητών, των γιων που αποφοιτώντας από το πανεπιστήμιο βρισκόντουσαν χωρίς μια θέση και χωρίς πελάτες, των θυγατέρων που έμεναν χωρίς προίκα και χωρίς γαμπρό, απαιτούσαν την τάξη και τη σιδερένια πυγμή.
Πώς θα μπορούσε να μπει φρένο στην καταστροφική πορεία προς τη νίκη του Χίτλερ; Ο Τρότσκι αντλώντας από τις στρατηγικές της Κομμουνιστικής Διεθνούς του Λένιν υποστήριζε το ενιαίο μέτωπο όλων των εργατικών οργανώσεων - επαναστατικών και ρεφορμιστικών - σε κοινή δράση ενάντια στους Ναζί:
Βαδίζουμε χώρια, αλλά χτυπάμε μαζί! Συμφωνούμε πώς χτυπάμε, ποιον χτυπάμε και πότε χτυπάμε. Μια τέτοια συμφωνία μπορεί να κλειστεί ακόμα και με τον ίδιο το διάβολο, τη γιαγιά του, και ακόμα και με το Νόσκε και τον Γκρεζίνσκι. Με έναν όρο, χωρίς δεμένα χέρια.
Ο Νόσκε ήταν ο ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) που διέταξε το τσάκισμα της εργατικής επανάστασης του 1919, ενώ ο Γκρεζίνσκι ήταν ο Σοσιαλδημοκράτης αρχηγός της αστυνομίας του Βερολίνου που έδωσε διαταγή στους άνδρες του να ανοίξουν πυρ στην Πρωτομαγιάτικη πορεία των Κομμουνιστών το 1929.

Πώς άντεξε όμως η ανάλυση του Τρότσκι στη δοκιμασία του χρόνου; Ο Γουίλιαμ Σέρινταν Άλλεν έκανε μια εξαιρετική μελέτη για την αντίδραση μιας πόλης στην άνοδο των Ναζί στην εξουσία, της πόλης Τάλμπουργκ κοντά στο Ανόβερο στη βόρεια Γερμανία. Εκτός απ' την εξέταση του μεσοαστικού υπόβαθρου του ναζιστικού πυρήνα, δείχνει το πώς οι εργάτες παρέμεναν απρόσβλητοι από το Χίτλερ και πώς προετοίμαζαν την αντίστασή τους σε πιθανή άνοδό του στην εξουσία:
Η ίδια η Reichsbanner (πολιτοφυλακή του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος) του Τάλμπουργκ ήταν ετοιμοπόλεμη το 1933. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν μια διαταγή από το Βερολίνο. Αν δινόταν, τα μέλη της Reichsbanner του Τάλμπουργκ θα έβαζαν σε εφαρμογή ένα δοκιμασμένο σχέδιο χρόνων -να πάρουν και να μοιράσουν όπλα για να τσακίσουν τους Ναζί... Και καθώς αυτοί περίμεναν οι Ναζί τους ξέκαναν, έναν έναν. 
Από τα 400 μέλη της Reichsbanner στην πόλη μόνο τα 10 επιβίωσαν τις δολοφονικές επιθέσεις των Ναζί.


Μια άλλη απόδειξη για τη διάθεση του κόσμου να αντισταθεί απέναντι στην άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία βρίσκουμε στα απομνημονεύματα του μετέπειτα καγκελάριου Σοσιαλδημοκράτη Βίλλυ Μπραντ. Στα νιάτα του ο Μπραντ ανήκε στην αριστερή πτέρυγα των σοσιαλιστών που έσπασαν από το SPD κόντρα στη δουλική του αφοσίωση στο Σύνταγμα και εντάχθηκαν στο SAP (το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα, που είχε μια πολιτική που ταλαντεύονταν ανάμεσα στην επανάσταση και το ρεφορμισμό). Το βιβλίο του Μπραντ Η Ζωή μου Στην Πολιτική αφιερώνει ένα κεφάλαιο σ' αυτή την περίοδο της ζωής του στην πόλη της Βαλτικής Λίμπεκ. Εκθέτει την εγκληματική απουσία οποιασδήποτε απάντησης στην άνοδο των Ναζί από το SPD και τα συνδικάτα, σε αντιπαράθεση με τη μαχητική διάθεση της βάσης. Ο Μπραντ τονίζει την απάντηση του Λίμπεκ στη σύλληψη ενός σοσιαλιστή ηγέτη όταν ο Χίτλερ σχημάτισε κυβέρνηση:
Το απόγευμα της 31ης Ιανουαρίου, ο Γιούλιους Λέμπερ δέχθηκε επίθεση από τάγμα εφόδου των Ναζί. Ένας από τους ένστολους Ναζήδες σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της συμπλοκής, ήταν αυτοάμυνα. Όταν έγινε γνωστό το νέο της σύλληψης του Λέμπερ, υπήρξε αναστάτωση στο εργατικό κίνημα και σε μια μεγάλη βιομηχανία οι εργάτες κατέβηκαν σε απεργία. Εγώ και μερικοί άλλοι φίλοι προσπαθήσαμε να οργανώσουμε τη γενική απεργία διαμαρτυρίας. Πήγαμε όλοι στον επικεφαλής της Συνομοσπονδίας των Γερμανικών Συνδικάτων. Έχασε την ψυχραιμία του όταν προβάλαμε το αίτημά μας: "Πάρτε το αυτό από το τραπέζι μου. Δεν το γνωρίζετε ότι η απεργία απαγορεύεται ρητά από δω και στο εξής; Μόνο στο Βερολίνο είναι σε θέση να γνωρίζουν τι πρέπει να γίνει. Αναμένουμε εντολές, δεν προβαίνουμε σε καμία πρόκληση". Παρ' όλα αυτά έγινε μια στάση εργασίας μιας ώρας στις 3 Φεβρουαρίου, και στις 19 Φεβρουαρίου, κάτω από σφοδρό ψύχος, πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη διαδήλωση που είχε δει το Λίμπεκ από το 1918.
Ο Λέμπερ αφέθηκε ελεύθερος.

Οι πραγματικότητες της Ναζιστικής εξουσίας έγιναν σχεδόν άμεσα ορατές. Όπως επισημαίνει ο Άλλεν:
Σχεδόν μέχρι τον Ιούλιο του 1933 κάθε Ταλβουργέζος που ήξερε τι του γίνεται, γνώριζε πια πολύ καλά ότι δεν είχε καμία προσωπική ελευθερία, ότι και μόνο με μια αδιακρισία από μέρους του, ολόκληρο το οπλοστάσιο του αστυνομικού κράτους θα χρησιμοποιούνταν εναντίον του. Στην καλύτερη περίπτωση θα γινόταν έφοδος και έρευνα στο σπίτι του, στη χειρότερη, η τρομακτική, αλλά μέχρι τότε άγνωστη εμπειρία να κλειστεί σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Αυτό ίσχυε και για τις μεσαίες τάξεις. Όταν ένας γιατρός κατηγορήθηκε ότι έκανε μια μίμηση του Χίτλερ σε ένα πάρτυ, ο Άλλεν αναφέρει ότι "η κοινωνική του ζωή σχεδόν εκμηδενίστηκε -δεν μπορούσε πλέον να εμπιστευτεί κανένας κανέναν".

Συχνά υποστηρίζεται ότι το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, το μεγαλύτερο εκτός Ρωσίας, αρνήθηκε να παλέψει ενάντια στους Ναζί. Αυτό δεν είναι αλήθεια, παρότι αληθεύει ότι το κόμμα έκανε τεράστια σφάλματα όπως η υποστήριξη σε δημοψήφισμα που είχαν καλέσει οι Ναζί για την απομάκρυνση της Σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της Πρωσίας.

Το βιβλίο του Ιβ Ρόζενχαφτ Τσακίζοντας τους Φασίστες; (Οι Γερμανοί Κομμουνιστές και η Πολιτική Βία 1929-1933) εξηγεί πώς οι Κομμουνιστές αναμείχθηκαν, μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα στην πάλη σώμα με σώμα για να σταματήσουν την προέλαση των Ναζί. Με 300.000 μέλη στο Βερολίνο και με το ένα τρίτο των συνολικών ψήφων, το κόμμα φαινόταν ικανό να πρωτοστατήσει στην αντίσταση, και να συνδεθεί με τους Σοσιαλδημοκράτες εργάτες που ήθελαν να παλέψουν.

Αλλά οι Κομμουνίστες αρνήθηκαν να κάνουν μια τέτοια προσέγγιση. Βασίστηκαν μάλλον στις δικές τους δυνάμεις. Μόνοι τους δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τους φασίστες που είχαν και την υποστήριξη της αστυνομίας.

Μετά την αποτυχία μιας εκστρατείας που στόχευε στο κλείσιμο ναζιστικών ταβερνών στις περιοχές της εργατικής τάξης του Βερολίνου εξαιτίας μιας σειράς πυροβολισμών, ένας ηγέτης των Κομμουνιστών του Βερολίνου υποστήριξε: "Κατά τη γνώμη μου, η μαζική τρομοκρατία είναι απολύτως αδύνατη... Ο φασισμός μπορεί να περιοριστεί τώρα με τον τρόμο, αλλά αν αυτό αποτύχει, μακροπρόθεσμα όλα θα χαθούν". Αλλά οι μικρές, συνωμοτικές ομάδες κομμουνιστών, όσο αφοσιωμένες και να ήταν, δεν θα μπορούσαν να νικήσουν τους Ναζί. Αυτό απαιτούσε μαζική δράση, όχι μόνο από τη μειοψηφία των κομμουνιστών εργατών, αλλά μαζί με την πλειοψηφία των εργαζομένων που ήταν οργανωμένοι στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και τα σωματεία του. Ο Ρόζενχαφτ δείχνει ότι αυτό ήταν δυνατό αφού, στο Μπρούνσβικ, η μαζική δράση των εργατών πέταξε τους Ναζί έξω από τους δρόμους το 1931 - παρόλο που οι Ναζί ελέγχανε την τοπική κυβέρνηση.

Το κλειδί ήταν η αντιμετώπιση της ανομοιότητας μεταξύ της επιθυμίας των σοσιαλδημοκρατών εργατών να αγωνιστούν και του δουλικού σεβασμού που οι ηγέτες τους έδειχναν στο σύνταγμα. Μέχρι τον Ιανουάριο του 1933 ο θεωρητικός του κόμματος, Χίλφερντινγκ, υποστήριζε:
Παρόλο που το φασιστικό κίνημα έφτασε στο σημείο της κατάληψης της εξουσίας στη Γερμανία, δεν τα κατάφερε χάρη στην τακτική των σοσιαλδημοκρατών, που η "ανεκτική" πολιτική τους εμπόδισε τη μπουρζουαζία να ενωθεί σε μια αντιδραστική μάζα κάτω από τη φασιστική ηγεσία, βάζοντας έτσι φραγμό στην είσοδο των φασιστών στην κυβέρνηση κατά την περίοδο της ανόδου τους ... Οι Εθνικοσοσιαλιστές περιορίζονται τώρα μέσα στα όρια της νομιμότητας.
Ο Χίλφερντινγκ επαναλάμβανε το σύνθημα του SPD ότι "Η Γερμανία δεν είναι η Ιταλία" προσθέτοντας ότι "μετά την ιταλική τραγωδία ακολουθεί η γερμανική φάρσα". Ο Χίλφερντινγκ πέθανε σε ένα ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Οποιοδήποτε βιβλίο επιχειρεί να αποδείξει ότι το μεγάλο κεφάλαιο δεν φέρει καμιά ευθύνη για την άνοδο των Ναζί στην εξουσία σίγουρα δεν είναι ό,τι καλύτερο, αλλά το βιβλίο του Χένρι Άσμπι Τέρνερ Οι Μεγάλες Επιχειρήσεις στη Γερμανία και η Άνοδος του Χίτλερ παρέχει άφθονες λεπτομέρειες που στην πραγματικότητα διαψεύδουν αυτό που προσπαθεί να αποδείξει ο συγγραφέας. Ο Τέρνερ σημειώνει ότι, "Πέρα από κάποια κατώτερα στελέχη που ανήκαν, στο μεγαλύτερο μέρος τους στη νέα γενιά... μόνο ένας αξιοσημείωτος καπιταλιστής, ο Φριτς Τίσεν, έγινε πιστός οπαδός του Ναζισμού πριν το 1933". Και προσθέτει ότι, "Ήταν μεταξύ των μικροεπιχειρηματιών, και όχι των μεγαλοκαπιταλιστών της Γερμανίας, έκανε βήματα προς την κατάληψη της εξουσίας".

Αυτό που κάνει ο Τέρνερ, ανεξάρτητα απ' τις προθέσεις του, είναι ότι ενισχύει τα επιχειρήματα της ανάλυσης του Τρότσκι. Δείχνει ότι ο φασισμός ήταν ένα μαζικό κίνημα εκατομμυρίων ανθρώπων, που είχε στον πυρήνα του τους κλασικούς μικροεπιχειρηματίες. Και ότι αυτό το μαζικό κίνημα επιβλήθηκε πάνω στις μεγάλες επιχειρήσεις όταν είχαν εξαντληθεί όλες οι άλλες πολιτικές εναλλακτικές. Οι μεγάλες επιχειρήσεις παραχώρησαν τον πολιτικό έλεγχο στο Γερμανικό κράτος του Χίτλερ, αλλά κράτησαν σφιχτά στον έλεγχό τους τα εργοστάσιά τους, τις τράπεζές τους και τα κέρδη τους.

Πώς ανταποκρίθηκαν οι απλοί Γερμανοί πολίτες σε όλα αυτά; Ο Ντέτλεβ Πέκερτ στο βιβλίο του Στη Ναζιστική Γερμανία εξετάζει την καθημερινή ζωή στη Γερμανία του Χίτλερ. Δείχνει ότι παρά την αποθάρρυνση της ήττας, την απαγόρευση των εργατικών κομμάτων και τη συντριβή των συνδικάτων, η οργανωμένη αντίσταση εξακολουθούσε να υπάρχει. "Η αντίσταση των εργατών", γράφει ο Πέκερτ, "ήταν η πιο σημαντική συνιστώσα του Γερμανικού κινήματος αντίστασης", παραθέτοντας μια αναφορά της υπόγειας αντίστασης δυο χρόνια μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, "Η εθνικοσοσιαλιστές δεν είχαν κυριαρχήσει στα εργοστάσια, η υπόληψη των Εθνικοσιαλιστών εργαζόμενων στα εμπορικά καταστήματα έπεφτε σταθερά, ενώ αυτή των παλιών ελεύθερων εργατικών επιτροπών ανέβαινε αντίστοιχα".

Η βάση των υποστηριχτών των Ναζί τοποθετείται και από τον Πέκερτ, και το βιβλίο καταγράφει την αντίσταση των νέων που άκουγαν τις απαγορευμένες από τους Ναζί μουσικές Swing και Jazz, έκαναν σεξ και παρέβαιναν τους στρατιωτικούς κανόνες του Ναζισμού.

Παρ' όλα αυτά, το καλύτερο βιβλίο σε σχέση με τη Γερμανία, πέρα από τα γραπτά του Τρότσκι, είναι το Ο Φασισμός και Οι Μεγάλες Επιχειρήσεις του Ντανιέλ Γκερέν. Δείχνει πώς οι μεγάλες επιχειρήσεις οδηγήθηκαν στην υποστήριξη του Χίτλερ και του Μουσολίνι όχι εξαιτίας της προσωπικής τους προτίμησης αλλά λόγω του ότι η αυξανόμενη ταξική πόλωση, τους ανάγκαζε να καταφύγουν σε λύσεις απελπισίας. Ο Γκερέν κάνει κριτική στην Αριστερά και της Γερμανίας και της Ιταλίας που δεν κατάφεραν σ' αυτές τις συνθήκες να οδηγήσουν την εργατική τάξη σε μια νικηφόρα επανάσταση.


International Socialism, Summer 1994
Chris Bambery, Bookwatch: Understanding fascism

Σχόλια