Μια χαμένη επαναστατική ευκαιρία


Η συζήτηση στο Τρίτο Συνέδριο της Κομιντέρν για τις καταλήψεις εργοστασίων στην Ιταλία το 1920


Όταν το 3ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς συγκαλούνταν στη Μόσχα τον Ιούνη-Ιούλη του 1921 η ισχυρή έκρηξη της εργατικής τάξης που είχε συνταράξει την Ιταλία λίγους μήνες πριν ήταν νωπή στη σκέψη των αντιπροσώπων και έγινε το υπόβαθρο όλων των συζητήσεων.

Οι καταλήψεις εργοστασίων στην Ιταλία το Σεπτέμβρη του 1920, είναι μια λιγότερο γνωστή επαναστατική εμπειρία των χρόνων που ακολούθησαν το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι συνέπειές της όμως δεν ήταν λιγότερο σημαντικές. Θέτοντας με σαφήνεια το ζήτημα ποια τάξη θα έχει τον έλεγχο της οικονομίας, οι καταλήψεις νομιμοποίησαν μια νέα μορφή προλεταριακού αγώνα, την απεργιακή κατάληψη (sit-down strike) που χρησιμοποιήθηκε πλατιά κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930. Ενώ είχε όλα τα φόντα να οδηγήσει σε μια εργατική νίκη, η ήττα αυτού του κινήματος άνοιξε τελικά την πόρτα στον Μπενίτο Μουσολίνι και τον ιταλικό φασισμό.

Όμως η ήττα δεν ήταν αναπόφευκτη. Τα χρόνια μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στην Ιταλία υπήρξε μια απότομη άνοδος της ταξικής πάλης. Μες στην ιταλική κοινωνία σαν σύνολο, ήταν πλατιά διαδεδομένη η αντίληψη ότι η σοσιαλιστική επανάσταση πλησίαζε.

Αυτά τα χρόνια οι ιταλοί συνειδητοί εργάτες στην τεράστια πλειοψηφία τους ήταν στραμμένοι στο Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSI). Οι ηγέτες της βασικής συνδικαλιστικής ομοσπονδίας, της Γενικής Συνομοσπονδίας των Εργατών (CGL), ανήκαν σ' αυτό το κόμμα.

Το PSI είχε κερδίσει το σεβασμό της αριστερής πτέρυγας του παγκόσμιου σοσιαλιστικού κινήματος για την αντίθεσή του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και γιατί ήταν από τους οργανωτές της Κίνησης του Τσίμερβαλντ. Ήταν από τα πρώτα κόμματα που δήλωσαν τη στήριξή τους στην Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Όταν ιδρύθηκε η Κομμουνιστική Διεθνής (Κομιντέρν) το Μάρτη του 1919, το PSI ήταν από τα ιδρυτικά μέλη. Παρόλα αυτά το κόμμα δεν στάθηκε ικανό να εκπληρώσει τις ελπίδες και τις προσδοκίες των επαναστατικά σκεπτόμενων εργατών και της νεολαίας. 

Παρότι ήταν μέλος της Κομιντέρν, απείχε πολύ από το να είναι ένα γνήσιο επαναστατικό κόμμα. Ήταν μάλλον μια πολυσυλλεκτική οργάνωση ομπρέλα κάτω από την ηγεσία ενός πλειοψηφικού ρεύματος γύρω από τον κεντριστή ηγέτη Τζιασίντο Σεράτι. Οι κεντριστές χρησιμοποιούσαν μια αρκετά επαναστατική ρητορική, αλλά δεν τη συνόδευαν με κανένα είδος προγράμματος δράσης. Το κόμμα επίσης περιελάμβανε ανοιχτά ρεφορμιστές, όπως το ρεύμα κάτω από την ηγεσία του Φιλίπο Τουράτι καθώς και μία Κομμουνιστική αριστερή πτέρυγα. Μια συμφιλιωτική ατμόσφαιρα υπήρχε κυριαρχούσε στο εσωτερικό του κόμματος τα επιφανή μέλη του οποίου έκαναν ότι τους άρεσε με ελάχιστη καθοδήγηση ή παρέμβαση της βάσης. Οι σύνοδοι της Κομιντέρν και τα σώματα των ηγετών κάναν εκστρατείες μετασχηματισμού του χαρακτήρα του PSI, ξεκινώντας με την αποπομπή της δεξιάς πτέρυγας υπό τον Τουράτι. Η ηγεσία του Σεράτι αντιστάθηκε σε όλα αυτά τα καλέσματα.

Ο Σεπτέμβρης του 1920 έβαλε το κόμμα σε δοκιμασία. Τα γεγονότα προήλθαν από τον αγώνα του συνδικάτου των μεταλλεργατών για αυξήσεις στους μισθούς ώστε να μπορούν οι εργάτες να ανταποκριθούν στο τεράστιο κόστος ζωής. Η εργοδοσία ορθά-κοφτά αρνήθηκε να κάνει την παραμικρή παραχώρηση στα εργατικά αιτήματα. Αντιμέτωπο μ' αυτή την κατάσταση, το συνδικάτο απάντησε με επιβράδυνση της εργασίας. Νομίζοντας ότι θα έδιναν στους εργάτες ένα μάθημα, οι καπιταλιστές κήρυξαν τότε πανεθνικό λοκ-άουτ. Ήταν ένας πολύ λάθος υπολογισμός.

Τη 1 Σεπτέμβρη οι μεταλλεργάτες όλης της Ιταλίας άρχισαν να καταλαμβάνουν τα εργοστάσιά τους. Εργοστασιακά συμβούλια δημιουργήθηκαν για να οργανώσουν την παραγωγή κάτω από εργατικό έλεγχο. Ένοπλοι "κοκκινοφρουροί" παρείχαν προστασία από πιθανές επιθέσεις της αστυνομίας και δυνάμεων της δεξιάς.

Η δράση σύντομα εξαπλώθηκε πέρα από τους μεταλλεργάτες, περιλαμβάνοντας άλλους τομείς του βιομηχανικού προλεταριάτου. Συνολικά, περίπου μισό εκατομμύριο εργάτες πήραν μέρος στις καταλήψεις. Εμπνευσμένοι απ' τους εργάτες, οι αγρότες προχώρησαν σε καταλήψεις γης. Οι εκκλήσεις στους φαντάρους ως εργάτες με στολή να αρνηθούν να υπακούσουν σε οποιαδήποτε διαταγή επίθεσης στα εργοστάσια έφεραν αποτέλεσμα. Η καπιταλιστική τάξη σαν σύνολο και η κυβέρνησή της με πρωθυπουργό τον Τζιοβάνι Τζιολίτι, παρέλυσε από την αναποφασιστικότητα.

Μια επαναστατική κατάσταση ξεδιπλώνονταν, που έβαζε το ζήτημα της πάλης για την κρατική εξουσία. Αλλά η εργατική ομοσπονδία αρνήθηκε να δει τον αγώνα σαν οτιδήποτε άλλο από μια ακόμα σημαντική συνδικαλιστική μάχη. Στις 10 Σεπτέμβρη, στο αποκορύφωμα της κατάληψης, η εθνική διοικούσα επιτροπή του CGL ανακοίνωσε: "Ο σκοπός του αγώνα θα είναι η αναγνώριση από την εργοδοσία της αρχής του συνδικαλιστικού ελέγχου πάνω στη βιομηχανία. Αυτό θα ανοίξει το δρόμο σ' αυτές τις μεγαλύτερες κατακτήσεις που θα οδηγήσουν αναπόφευκτα στη συλλογική διεύθυνση και την κοινωνικοποίηση, και έτσι θα επιλύσουν οργανικά το πρόβλημα της παραγωγής". Απ' τη μεριά της, η ηγεσία του PSI, παρά τα μεγάλα λόγια, αποποιήθηκε των ευθυνών της, εγκαταλείποντας το ζήτημα εξ ολοκλήρου στα χέρια της CGL.

Οι ιταλοί καπιταλιστές, μες στην απόγνωσή τους να πάρουν πίσω τα εργοστάσιά τους, ήταν έτοιμοι να υπογράψουν οτιδήποτε που να περιλάμβανε την οικειοθελή αποχώρηση των εργατών. Τελικά επιτεύχθηκε μια συμφωνία που παραχωρούσε στους εργάτες αυξήσεις άμεσα, επιπλέον αποδόσεις (πριμ) σε σχέση με το κόστος ζωής, αυξήσεις στις υπερωρίες, πληρωμένες άδειες και αποζημιώσεις για τους απολυμένους εργάτες. Συμφωνήθηκαν επίσης και κάποια μέτρα συνδικαλιστικού ελέγχου της παραγωγής.

Το PSI σιγοντάροντας διακήρυσσε ότι ήτανε μια τεράστια νίκη για τους εργάτες. Με πομπώδη λόγια ο Σεράτι δήλωνε: "Η ιερή αρχή της ατομικής ιδιοκτησίας παραβιάστηκε. Για είκοσι μέρες η κόκκινη σημαία ανέμιζε στα εργοστάσια έμπαιναν στη δουλειά και στην παραγωγή αψηφώντας τους εκμεταλλευτές τους. Τώρα τα αφεντικά παραδίνονται. Πληρώνουν αυξήσεις. Πληρώνουν χρωστούμενα. Πληρώνουν άδειες. Και υποκλίνονται μπροστά στη διαταγή της κυβέρνησης να επαναπροσλάβουν όλους τους εργάτες και να μην κυνηγήσουν ούτε έναν απ' αυτούς που πήρανε μέρος στο κίνημα.

Σε άλλες συνθήκες αυτή η συμφωνία θα αποτελούσε σίγουρα μια συντριπτική νίκη των εργατών. Αλλά σε μια κατάσταση όπου οι εργάτες είχαν τα μέσα παραγωγής στα χέρια τους, το να παραδίνεις τα εργοστάσια με αντάλλαγμα ισοδυναμούσε απλά με προδοσία. Η ήττα του κινήματος οδήγησε σε γενικευμένη αποθάρρυνση στο εσωτερικό της εργατικής τάξης. Οι φασίστες αύξησαν τις στρατολογίες τους και πολλαπλασίασαν τις επιθέσεις τους ενάντια στο οργανωμένο εργατικό κίνημα. Έτσι κατάφεραν να πάρουν την εξουσία δυο χρόνια μετά και να συντρίψουν ολοκληρωτικά τα συνδικάτα. 

Τα αποτελέσματα του Σεπτέμβρη του 1920 όξυναν την αντιπαράθεση μέσα στο PSI ανάμεσα στην Κομμουνιστική αριστερή πτέρυγα και στο κέντρο υπό το Σεράτι. Οι Κομμουνιστικές δυνάμεις ήταν επίσης διαιρεμένες. Το κύριο ρεύμα, η Κομμουνιστική Φράξια της Αποχής, υπό την ηγεσία του Μπορντίγκα είχε σαφώς αριστερό προσανατολισμό. Άλλα ρεύματα ήταν του Αντόνιο Γκράμσι και του Ουμπέρτο Τερατσίνι στο Τορίνο, που τότε επίσης μοιράζονταν αυτές τις αριστερές τάσεις.

Οι Κομμουνιστές συμπέραναν ότι έπρεπε να σπάσουν άμεσα από το PSI. Μέχρι τη σύγκληση του Συνέδριου του PSI στο Λιβόρνο στα τέλη Γενάρη του 1921, είχε ήδη επέλθει μια ντε φάκτο διάσπασή του. Μετά την ψηφοφορία (98.000 υπέρ της κεντρίστικης φράξιας του Σεράτι, 58.000 υπέρ των Κομμουνιστών και 14.000 υπέρ των ρεφορμιστών), η αριστερή φράξια αποχώρησε και ίδρυσε επίσημα το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα.

Τα παρακάτω αποσπάσματα είναι από τις παρατηρήσεις του Καρλ Ράντεκ, του Γκρέγκορι Ζινόβιεφ και του Λέον Τρότσκι, παρμένα από το βιβλίο Στις μάζες: Πρακτικά της Τρίτης Συνόδου της Κομμουνιστικής Διεθνούς, 1921


Μάικ Τέιμπερ και Τζον Ρίντελ


Καρλ Ράντεκ

Επιτρέψτε μου να συνοψίσω την πορεία των γεγονότων. Το κίνημα ξεκίνησε από τα ιταλικά εργοστάσια μετάλλου. Αγκάλιασε τις πλατιές μάζες των μεταλλεργατών και το συνδικάτο των μεταλλεργατών εξαναγκάστηκε να τεθεί επικεφαλής του κινήματος. Το κίνημα απλώθηκε περιλαμβάνοντας τα εργοστάσια παραγωγής ημιτελών προϊόντων ή πρώτων υλών για τη βιομηχανία μετάλλου. Ύστερα πέρασε στη χημική βιομηχανία και σε πλήθος άλλες βιομηχανίες, φτιάχνοντας ένα κλίμα μέσα στο οποίο τα πιο αποστερημένα στρώματα του προλεταριάτου μπήκαν στη δράση. Οι εργάτες του μετάλλου, της υφαντουργίας, οι χημικοί εργάτες κατέλαβαν τα εργοστάσια πετώντας έξω τους ιδιοκτήτες τους. Οι μάζες των άστεγων προλετάριων μπήκαν σε κίνηση, και το κίνημα των άστεγων σε σύνδεση μ' αυτό των εργατών, κατέλαβε τις βίλες και τα παλάτια των πλουσίων, στεγάζοντας εκεί τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους. Και μετά το κίνημα έφτασε στις αγροτικές περιοχές από τη Σικελία προς τη νότια και κεντρική Ιταλία. Οι αγρότες όρμησαν με κόκκινες σημαίες, κατέλαβαν μεγάλα κτήματα και σχημάτισαν κόκκινες φρουρές. Και σ' αυτή την κατάσταση όπου η εργατική τάξη κάνει βήματα προς ένα μεγάλο αγώνα, που σκορπάει την έμπνευση στα χωριά, το πρωταρχικό και αποφασιστικό ζήτημα για μας είναι: ποια είναι η φύση αυτού του κινήματος; Με βάση και μόνο αυτά τα γεγονότα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι πρόκειται για ένα μεγάλο επαναστατικό μαζικό κίνημα. Οι εργάτες αρπάζουν την καπιταλιστική κοινωνία απ' το λαιμό. Βαζούνε χέρι σ' αυτό που είναι το πιο ιερό στο καπιταλισμό: στις βιομηχανίες και στα χρηματοκιβώτια.

Ο Σεράτι, από την άλλη, είπε ότι πρόκειται για ένα καθαρά συνδικαλιστικό κίνημα. Ξανασκεφτείτε το, σύντροφοι. Ήταν αυτό ένα καθαρά συνδικαλιστικό κίνημα, δεδομένου ότι εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες είχαν καταλάβει τα εργοστάσια, κι αναζητούσαν τρόπους να αυξήσουν την παραγωγικότητα -και υπάρχουν εκατοντάδες παραδείγματα γι' αυτό- και πετύχαιναν να οργανώσουν την πώληση αυτών που παρήγαν; Ήταν αυτό ένα συνδικαλιστικό κίνημα, όταν έσπασε τα χρηματοκιβώτια των καπιταλιστών, μαζεύοντας αυτούς τους πόρους σε ένα κοινό ταμείο, το οποίο με τη σειρά του παρείχε ρευστότητα στο συνδικάτο των μεταλλεργατών και στους συνεταιρισμούς καταναλωτών που είχαν αναλάβει τη διανομή των τροφίμων; Ήταν αυτό ένα συνδικαλιστικό κίνημα, δεδομένου ότι δεν αφορούσε τίποτα λιγότερο από την προσπάθεια των εργατών να πάρουν στην κατοχή τους τις πηγές της καπιταλιστικής εξουσίας, τα εργοστάσια; Η κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί δεν θα μπορούσε να δοθεί καλύτερη περιγραφή απ' αυτή του Ιταλού πρωθυπουργού Τζιολίτι στις 26 Σεπτέμβρη:
Κι έτσι τα εργοστάσια καταλήφθηκαν. Σύμφωνα με τους επικριτές της κυβέρνησης υπήρχαν δύο δρόμοι. Είτε αυτό να είχε εμποδιστεί, είτε, αν δεν ήταν εφικτό να ενεργήσει έγκαιρα ώστε να το εμποδίσει, τότε θα έπρεπε να γίνει βίαιη εκκένωση των εργοστασίων.
Να το εμποδίσει; Μιλάμε για εξακόσια εργοστάσια μετάλλου. Για να εμποδιστεί η κατάληψη, αν υποθέσουμε ότι ενεργούσα με ταχύτητα φωτός για να προλάβω την κατάληψη, θα έπρεπε να είχα στείλει στρατό στα εργοστάσιο, εκατό περίπου ανδρών στα μικρά, και αρκετών χιλιάδων στα μεγάλα. Για να καταλάβω τα εργοστάσια, θα έπρεπε να επιστρατεύσω το σύνολο των ένοπλων δυνάμεων που είχα στη διάθεσή μου. Και τότε ποιος θα επιτηρούσε τους πεντακόσιους χιλιάδες εργάτες έξω από τα εργοστάσια; Ποιος θα προστάτευε τη δημόσια ασφάλεια στο εσωτερικό της χώρας;
 Μου ζητήθηκε να επιδείξω μια ασύλληπτη διορατικότητα, ή να αναλάβω μία δράση, την οποία αν είχα υλοποιήσει, θα είχα θέσει τις ένοπλες δυνάμεις του κράτους σε μία κατάσταση πολιορκίας χωρίς καμία δυνατότητα ελευθερίας κινήσεων. Ένιωσα την ανάγκη να βάλω στην άκρη αυτή την επιλογή.
Θα έπρεπε επομένως να χρησιμοποιήσω τη δύναμη των όπλων για την εκκένωση των εργοστασίων; Θα χρειαζόταν τότε να εξαπολύσω έναν αγώνα, μια ανοιχτή μάχη, με μια λέξη να κηρύξω έναν εμφύλιο πόλεμο. Και γιατί να το έκανα αυτό από τη στιγμή που η Γενική Συνομοσπονδία των Εργατών είχε αναλάβει τη δέσμευση να αποκηρύξει κάθε πολιτικό στόχο του κινήματος, ότι αυτό το κίνημα θα κρατιόταν μέσα στο πλαίσιο του οικονομικού αγώνα. Τότε κι εγώ εμπιστεύτηκα τη Γενική Συνομοσπονδία των Εργατών, κι αυτή αποδείχθηκε άξια της εμπιστοσύνης μου, γιατί οι πλατιές μάζες των εργατών υιοθέτησαν τις προτάσεις της.
 Αν είχαμε καταφύγει στη βία, αν στέλναμε το στρατό, τη Βασιλική Φρουρά, και τη χωροφυλακή ενάντια στους πεντακόσιες χιλιάδες εργάτες -έχουν καμιά ιδέα αυτοί οι επικριτές για το πού θα οδηγούνταν η χώρα τότε;
Αυτή η δήλωση του Τζιολίτι -ενός πολύ ευφυούς εκπρόσωπου του ιταλικού καπιταλισμού, ίσως του πιο ευφυούς- τα λέει όλα. Πεντακόσιες χιλιάδες εργάτες ρίχτηκαν στον επαναστατικό αγώνα. Η κυβέρνηση ήταν ανίσχυρη. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που εμπιστευότανε την κυβέρνηση και απολάμβανε την εμπιστοσύνη της σταμάτησε τον αγώνα και ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με πλήρη επίγνωση πως οτιδήποτε κι αν πετύχαινε μέσα απ' αυτές δεν θα ήταν τίποτε άλλο από ένα κομμάτι χαρτί αν οι εργάτες εγκατέλειπαν τα εργοστάσια. Σύντροφοι, η ιταλική συνομοσπονδία έχει στην ηγεσία της ανθρώπους που έρχονται εδώ σαν Κομμουνιστές και που μέχρι πρότινος ήταν μέλη της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Κι αυτή η ομοσπονδία κατέληξε σε μια συμφωνία με το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ενέργησαν από κοινού. Επομένως, τι έγινε; Οι συνδικαλιστές και αναρχικοί εργάτες πήραν μέρος στον αγώνα. Το ιταλικό κόμμα ήξερε ότι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία θα έπνιγε τον αγώνα, αλλά αυτοί οι εργάτες ήθελαν να παλέψουν. Δεν επέμεινε οι εκπρόσωποι αυτών των εργατών να καλεστούν στις διαπραγματεύσεις. Οι μεγάλες οργανώσεις των σιδηροδρομικών, των ναυτών, των λιμενεργατών βρίσκονταν έξω από τη συνομοσπονδία. Το κόμμα δεν επέμεινε οι εκπρόσωποι αυτών των οργανώσεων να τραβηχτούν στον αγώνα. Ήθελε να κερδίσει την πλειοψηφία. Πρότεινε τη συνέχιση του αγώνα. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία απάντησε, "Θα σταματήσουμε τον αγώνα και θα κερδίσουμε εργατικό έλεγχο στην παραγωγή". Η πρόταση του κόμματος καταψηφίστηκε, το κόμμα υποτάχθηκε και παραιτήθηκε.

Ποιο ήταν το αποτέλεσμα, σύντροφοι; Σήμερα ρωτούσα τους ιταλούς συντρόφους τι έγινε με τον εργατικό έλεγχο στην παραγωγή στην Ιταλία. Παρότι η κυβέρνηση είχε υπογράψει μια υποσχετική για τη νομοθετική θέσπιση του εργατικού ελέγχου στην παραγωγή αν οι εργάτες εγκατέλειπαν τα εργοστάσια, αυτό το νομοσχέδιο δεν πέρασε ποτέ για ψήφιση από το κοινοβούλιο. Σύντροφοι, όταν ο αγώνας έσπασε, οι ρεφορμιστές πανηγύριζαν την παραχώρηση του εργατικού ελέγχου σαν μια μεγάλη νίκη. Έλεγαν ότι επιτέλους οι δύο δυνάμεις της εργασίας και του κεφαλαίου θα μπορούσαν να εργάζονται μαζί: οι εργάτες θα επιβλέπανε το κεφάλαιο, για να μην μπορεί να κλέβει. Οι καπιταλιστές θα επιβλέπανε τους εργάτες, για να μην μπορούν να λουφάρουν. Ότι αυτό θα μπορούσε ακόμα και να αποκαταστήσει την αξία του νομίσματος, που είχε πέσει πολύ χαμηλά.

Αλλά όταν οι εργάτες επέστρεψαν στα εργοστάσια, οι Λευκοί ξεκίνησαν την άγρια εκστρατεία εναντίον τους. Άρχισαν να επιτίθενται στις οργανώσεις των εργατών, στη μία μετά την άλλη. Τα τυπογραφεία των εφημερίδων του κόμματος στη Γένοβα, το Μιλάνο, τη Ρώμη και τη Μπρέσια καταστράφηκαν το ένα μετά το άλλο. Χιλιάδες εργάτες φυλακίστηκαν. Η κυβέρνηση προχώρησε έξυπνα, απομονώνοντας αυτούς που το Σοσιαλιστικό Κόμμα είχε αφήσει έξω από την οικογένεια των αγωνιστών -των αναρχικών και των συνδικαλιστών, των οποίων οι ηγέτες συνελήφθησαν μαζικά.

Ο μεγάλος αγώνας των εργατών έπεσε σε ξέρα γιατί, μπροστά στο μεγάλο επαναστατικό κύμα, το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα είχε μόνο μια σκέψη: Κύριε απελθέτω από εμού το ποτήριον της επαναστατικής ηγεσίας. Σύντροφοι, δεν γνωρίζουμε αν ήταν δυνατό να κερδίσουμε την εξουσία μέσα απ' αυτό τον αγώνα, αλλά γνωρίζουμε πως θα μπορούσαν πολλά να κερδηθούν. Δύο μόνο για αρχή: ο γνήσιος εργατικός έλεγχος στην παραγωγή, όχι για την ενίσχυση του νομίσματος του καπιταλιστικού κράτους, αλλά με σκοπό το σφιχτή σύμπηξη των εργατών σε μια πλατιά προλεταριακή οργάνωση ενάντια στο καπιταλιστικό κράτος και στον εξοπλισμό των εργατών. Αν η ιταλική εργατική τάξη στην πάλη της γι' αυτούς τους σκοπούς δεν πετύχαινε να κερδίσει την εξουσία, θα είχε ωστόσο διεξαγάγει ένα μεγάλο αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό κάτω από την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος. Κατά τη διάρκεια αυτής της μάχης, είτε θα κέρδιζε σημαντικές θέσεις για τους επόμενους αγώνες είτε, στη χειρότερη περίπτωση, αν έχανε αυτή τη μάχη θα έβγαινε απ' αυτή πιο πλούσια σε εμπειρία και γνώση για το πώς πρέπει να παλεύει.

Το ιταλικό κόμμα απέφυγε τον αγώνα. Δικαιολογείται λέγοντας πως η επιρροή του αυξήθηκε παρόλα αυτά, κι ότι στις εκλογές εξακολουθεί να παίρνει πάρα πολλές ψήφους. Ναι, η επανάσταση, η ωρίμανση των συγκρούσεων οδηγεί τους εργάτες σε μας, ακόμα κι αν κάνουμε τεράστια λάθη. Αλλά όταν κάνουμε τέτοια λάθη, οι εργάτες δεν μπορούν να βλέπουν πιο καθαρά το δρόμο μπροστά ούτε να έχουν περισσότερη εμπιστοσύνη στη δύναμή τους. Σας ψηφίζουν γιατί ποιους άλλους έχουν να ψηφίσουν; Τους καπιταλιστές; Αλλά η αίσθηση δύναμης ξεθωριάζει στα μάτια του προλεταριάτου. Σημαντικές ευκαιρίες πετιούνται στα σκουπίδια, στις οποίες η νίκη ή μια μερική νίκη θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί. Και πιο είναι το αποτέλεσμα; Ο καπιταλισμός εδραιώνεται. Πριν τις ιταλικές εκλογές, η Όντα Όλμπεργκ, μια ιταλογερμανίδα ρεφορμίστρια που σχολίαζε προσεκτικά και εύστοχα το ιταλικό κίνημα για δεκαετίες στη Vorwärts, έγραψε, "η μπουρζουαζία νιώθει αρκετά διαφορετικά τώρα, γιατί το ιταλικό κόμμα έδειξε ότι φοβάται τον αγώνα".




Γκρέγκορι Ζινόβιεφ

Πριν ένα χρόνο, η ιταλική εργατική τάξη είχε ενθουσιασμό, ετοιμότητα στην πάλη και ήταν καλύτερα οργανωμένη από οπουδήποτε αλλού. Η μπουρζουαζία ήταν απεγνωσμένη. Και οι φαντάροι και οι αγρότες, σε μεγάλους αριθμούς έβλεπαν με συμπάθεια το προλεταριάτο. Μετά ήρθε το εκπληκτικό κίνημα του Σεπτέμβρη, στο οποίο οι ιταλοί εργάτες ανακάλυψαν μια νέα μορφή αγώνα, αυτή της κατάληψης των εργοστασίων. Η μπουρζουαζία ήταν πλήρως αποδιοργανωμένη. Ο ίδιος ο Τζιολίτι παραδέχθηκε ότι το Σεπτέμβρη δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Όταν ρωτήθηκε, γιατί δεν έστειλες το στρατό το Σεπτέμβρη για να εκκενώσεις τα εργοστάσια, απάντησε: Δεν ήτανε στις δυνάμεις να το κάνω. Έπρεπε να εφαρμόσω ομοιοπαθητικές θεραπείες. Μόνο αργότερα μπορούσα να καταφύγω σε χειρουργικές επεμβάσεις. Με τη βοήθεια του Σεράτι και των συντρόφων του, πρώτα κατέστειλε το κίνημα με ομοιοπαθητική, και τώρα έχει περάσει στη χειρουργική επέμβαση. Οι φασίστες είναι εξαίρετοι χειρουργοί. Σφάζουν την ιταλική εργατική τάξη με πολλή σχολαστικότητα και επιμέλεια.

Το κόμμα, και ειδικά ο Σεράτι, κατηγορούνται γιατί άφησαν μια ευνοϊκή συγκυρία του αγώνα να τους ξεφύγει, αντικειμενικά παραδίνοντας την εργατική τάξη στην μπουρζουαζία. Στην μπουρζουαζία παραχωρήθηκε ένας ολόκληρος χρόνος για να ανανήψει, και να κάνει τη μετάβαση από την ομοιοπαθητική στο χειρουργείο. Σ' αυτό το διάστημα το ηθικό της εργατικής τάξης καταβλήθηκε και έσπασε.


Λέον Τρότσκι

Η θεμελιώδης πραγματικότητα είναι η μεγάλη κρίση του τελευταίου Σεπτέμβρη, που παρήγαγε τη σημερινή κατάσταση. Ακόμη και μια επανεξέταση από απόσταση της πολιτικής κατάστασης, αφήνει κάποιον με την εντύπωση, ακόμα και τη βεβαιότητα ότι τα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο το ιταλικό προλεταριάτο μπήκε σε μια σαφώς επαναστατική πορεία. Οι πλατιές εργατικές μάζες αντιλαμβάνονταν όλα όσα γραφότανε στην Avanti και όλα όσα δηλώνονταν από τους ομιλητές του Σοσιαλιστικού Κόμματος σαν καλέσματα για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Αυτή η προπαγάνδα χτυπούσε μια ευαίσθητη χορδή στις καρδιές των εργατών και αφύπνιζε τη θέλησή τους, και είχε σαν αποτέλεσμα τα γεγονότα του Σεπτέμβρη.

Κρίνοντας κανείς το κόμμα από πολιτική άποψη, μπορεί να συμπεράνει -γιατί αυτή είναι η μόνη πιθανή εξήγηση- ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ιταλίας ακολούθησε μία πολιτική που ήταν επαναστατική στα λόγια, χωρίς ποτέ να λαμβάνει υπόψη της καμία συνέπεια. Όλοι ξέρουν ότι τα γεγονότα του Σεπτέμβρη σε καμία άλλη οργάνωση δεν σκόρπισαν τόση σύγχυση όση στο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ιταλίας, το οποίο είχε στρώσει το δρόμο γι' αυτά τα γεγονότα. Τώρα τα ίδια τα γεγονότα είναι η απόδειξη ότι η ιταλική οργάνωση -και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το κόμμα δεν είναι μόνο μια συνέχεια των ιδεών, του σκοπού και του προγράμματος, αλλά επίσης ένας μηχανισμός, μια οργάνωση, που μέσα από την αδιάλειπτη δράση της παράγει τα εχέγγυα της νίκης- αυτή η οργάνωση έγινε το θέατρο μιας γιγαντιαίας κρίσης για το προλεταριάτο και το ίδιο το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ιταλίας.

Τι συμπεράσματα έβγαλε το προλεταριάτο απ' αυτά τα γεγονότα; Είναι πολύ δύσκολο να το εκτιμήσουμε αυτό, δεδομένου ότι μια τάξη που σπάει με το κόμμα της αμέσως χάνει την αίσθηση του προσανατολισμού της. Αλλά το κόμμα: τι συμπεράσματα έβγαλε απ' αυτή την εμπειρία; Τα τρία επόμενα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, κάθε σύντροφος που ερχόταν από την Ιταλία μάς έλεγε: "Είμαστε ώριμοι, πραγματικά υπερώριμοι για την επανάσταση". Όλοι εκεί πέρα γνώριζαν ότι η Ιταλία βρισκόταν στην αυγή της επανάστασης. Όταν ξέσπασε η επανάσταση, το κόμμα αποδείχθηκε χρεοκοπημένο. Τι διδάγματα αντλήθηκαν απ' αυτά τα γεγονότα; Τι είχε συμβεί;

Είπαν: "Είμαστε ανέτοιμοι γιατί η οργάνωσή μας αποτελείται από στοιχεία που είναι απολύτως ασύμβατα και επενεργούν παραλυτικά το ένα πάνω στο άλλο. Για να δημιουργήσει κανείς συγκεκριμένες συνθήκες, στο βαθμό που αυτό εξαρτάται από τη θέλησή του, πρέπει να έχει και τη θέληση να τις δημιουργήσει;" Εκεί βρίσκεται η καρδιά του ζητήματος, σύντροφε Λαζάρι: πρέπει κάποιος να έχει τη θέληση για την επαναστατική νίκη. Μόνο αν αυτή η θέληση υπάρχει, μπορεί τότε να συμμετέχει στη συζήτηση και να κάνει αναλύσεις, γιατί η στρατηγική είναι αναντικατάστατη, και είναι απίθανο να κερδίσει κανείς η νίκη μονάχα με τη δύναμη της θέλησής του. Η στρατηγική είναι αναντικατάστατη, μα πάνω από οτιδήποτε άλλο πρέπει να έχει κανείς τη θέληση για την επανάσταση και για τη νίκη της.
 

Σχόλια