Τι είναι ο φασισμός και πώς παλεύεται

Faline Bobier, May 3, 2017, Socialist.ca


Ο λόγος που είναι σημαντικό να δούμε το ζήτημα του φασισμού σήμερα είναι η ανησυχητική άνοδος της ακροδεξιάς σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ρίχνοντας μια ματιά στην Ευρώπη, βλέπουμε την επιτυχία κομμάτων όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, κάτω από την ηγεσία της Μαρίν Λεπέν. Έχει καθιερωθεί ανάμεσα στα κυρίαρχα κοινοβουλευτικά κόμματα αλλά χτίζει τη δημοφιλία του κατά βάση πάνω στον αντιμουσουλμανικό ρατσισμό και οι ρίζες του βρίσκονται στην άρνηση του Ολοκαυτώματος. Την τελευταία δεκαετία είδαμε την άνοδο δύο "καθαρά" φασιστικών οργανώσεων με συμμορίες του δρόμου και ανοιχτά αντισημιτικές και ταυτόχρονα αντιμεταναστευτικές και αντιπροσφυγικές: τη Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα και το Γιόμπικ στην Ουγγαρία, κάτι που ξυπνάει το φόβο της επανάληψης της δεκαετίας του 1930: της κατάργησης της δημοκρατίας, του σαρώματος των πολιτικών ελευθερίων και της προέλασης ενός κύματος ρατσιστικής τρομοκρατίας.

Για να σταματήσουμε το φασισμό χρειάζεται να ξέρουμε τι είναι, από πού προέρχεται και πώς τον αντιπαλεύουμε. Ο Ρώσος Επαναστάτης Λέον Τρότσκι, που ζούσε εξόριστος στην Τουρκία την περίοδο της ανόδου του φασισμού στη Γερμανία, έγραψε με εξαντλητική λεπτομέρεια αυτό που έβλεπε να συμβαίνει. Αυτό τα γραπτά έχουν ακόμα και σήμερα καθοριστική σημασία.

Η οικονομική κρίση και η άνοδος του φασισμού

Ο φασισμός δεν μπορεί ουσιαστικά να εξηγηθεί με αναφορές στον εγγενή ρατσισμό των ανθρώπων, παρόλο που χρησιμοποιεί οπωσδήποτε τα εργαλεία του ρατσισμού, του αντισημιτισμού, της ομοφοβίας και του ακραίου εθνικισμού προκειμένου να χτίσει τις συμμορίες του που χτυπάνε στο δρόμο. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα ευάλωτο στις κυκλικές κρίσεις, που πετάει ένα μεγάλο κομμάτι ανθρώπων στην ανεργία, στην απόγνωση και στα χειρότερα. Αλλά το σύστημα εμφανίζει επίσης προβλήματα και για το μεγάλο κεφάλαιο, με την έννοια ότι το σύστημά τους παύει να δουλεύει. Δεν τους παρέχει τα ποσοστά κέρδους που είχανε προηγούμενα στις περιόδους ανάπτυξης του καπιταλισμού.

Η πιο βασική αιτία της ανόδου του φασισμού τη δεκαετία του 1930 ήταν η παγκόσμια οικονομική κρίση που πυροδότησε η κατάρρευση του χρηματιστηρίου στις ΗΠΑ. Στη Γερμανία η διαδικασία ήταν ιδιαίτερα βίαιη και άναρχη. Κανένα από τα παραδοσιακά κόμματα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, συμπεριλαμβανομένου του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), δεν έμοιαζε ικανό να αντιμετωπίσει την κρίση. Σε μια ατμόσφαιρα αυξανόμενου χάους, το ναζιστικό κόμμα μπορούσε να παρουσιάζει τον εαυτό του στις μάζες των εξαθλιωμένων και αποπροσανατολισμένων σαν το κίνημα που είχε αυτό που έλειπε απ' τους άλλους: την ενέργεια και το σθένος να επιβάλει δραστικές λύσεις.

Αν οι καπιταλιστές φτάσουν σε αρκετή απόγνωση προσβλέπουν σε μια πολιτική απάντηση που να μπορεί να πειθαρχήσει την τεράστια πλειοψηφία, δηλαδή, την εργατική τάξη, και που να μπορεί να σπάσει την οργάνωση της εργατικής τάξης, που είναι πραγματικά το βασικό προπύργιο ενάντια στο φασισμό. Ο φασισμός απευθύνεται στη μικροαστική τάξη και στις μεσαίες τάξεις -τους μικροεπιχειρηματίες, τους μικρούς αξιωματούχους που συμπιέζονται ανάμεσα στο κεφάλαιο (τους αστούς -ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής σε μεγάλη κλίμακα) και την εργατική τάξη και παράγει ένα μαζικό κίνημα του δρόμου, αυτόνομο σε σχέση με το υπάρχον κράτος αλλά στην υπηρεσία του κεφαλαίου. Όπως εξήγησε ο Τρότσκι στο άρθρο του με τίτλο "Τι είναι εθνικοσοσιαλισμός;", ένα χρόνο αφότου ο Χίτλερ ήρθε στην εξουσία: «Ο Γερμανικός φασισμός, όπως και ο ιταλικός, ανέβηκε στην εξουσία πατώντας στις πλάτες της μικροαστικής τάξης που τη μετέτρεψε σε πολιορκητικό κριό ενάντια στην εργατική τάξη και τους θεσμούς της δημοκρατίας.

Αλλά ο φασισμός στην εξουσία είναι λιγότερο από κάθε τι άλλο κυβέρνηση της μικροαστικής τάξης. Αντίθετα, είναι η πιο ανελέητη δικτατορία του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Ο Μουσολίνι έχει δίκιο: οι μεσαίες τάξεις είναι ανίκανες για μία ανεξάρτητη πολιτική. Στις περιόδους της μεγάλης κρίσης καλούνται να φέρουν μέχρι παραλογισμού την πολιτική μίας από τις δύο βασικές τάξεις. Ο φασισμός πέτυχε να τις βάλει στην υπηρεσία του κεφαλαίου. Συνθήματα όπως η κρατικοποίηση των τραστ και η κατάργηση των παράνομων κερδών πετάχτηκαν σαν σαβούρα τη στιγμή ακριβώς που ανέβηκε στην εξουσία».

Ένας άλλος κόσμος ήταν εφικτός

Τα γραπτά του Τρότσκι ήταν εν μέρει μια πολεμική απέναντι στο Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα της εποχής εκείνης που ακολουθούσε τις προσταγές του Στάλιν. Ο Στάλιν υποστήριζε ότι οι σοσιαλδημοκράτες, το SPD, ήταν τόσο κακοί όσο και οι φασίστες -ότι ήταν "σοσιαλφασίστες"- και ότι το KPD (το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα) δεν έπρεπε να προσπαθεί να κάνει συμμαχίες μ' αυτούς για να αντιπαλέψει το Χίτλερ. Η ηγεσία του SPD ήταν πράγματι αδύναμη και αμφιταλαντευόμενη και πρόβαλλε πολύ ισχνή αντίσταση απέναντι στην άνοδο του Χίτλερ, αλλά αυτή η αντίληψη αγνοούσε τα εκατομμύρια των Γερμανών εργατών μέσα στο SPD που μπορούσαν να σφυρηλατηθούν στην κοινή πάλη με τα μέλη του KPD, αν η ηγεσία του KPD δεν ήταν τόσο σεκταριστική. Η κατάσταση ήταν ακόμα πιο τραγική μιας και δεν ήταν καθόλου αναπόφευκτο ο Χίτλερ να πάρει την εξουσία. Τη δεκαετία του 1920 η Γερμανία είχε το πιο δυνατό συνδικαλιστικό κίνημα στον κόσμο, το μεγαλύτερο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και το μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα εκτός Ρωσίας. Ο Αδόλφος Χίτλερ διοικούσε ελάχιστες δυνάμεις έξω από τη Βαυαρία και θεωρούνταν ευρέως γελοίο πρόσωπο. Αλλά η οικονομική κρίση δεν υποχωρούσε. Η ανεργία ανέβηκε από 1,3 εκατομμύρια το 1929 σε 6 εκατομμύρια στις αρχές του 1933. Όλη αυτή την περίοδο από το 1928 μέχρι την τελική ανάληψη της εξουσίας από το Χίτλερ το 1933, ο Τρότσκι έγραφε οργισμένα από την εξορία, προσπαθώντας να πείσει κυρίαρχα ότι το KPD, ότι ήταν εφικτό να σταματήσουν την άνοδο του Χίτλερ, φτάνει μόνο να εγκατέλειπαν τη γελοία θέση να αποκαλούν το SPD σοσιαλφασίστες και να συγκροτήσουν ένα ενιαίο μέτωπο με την ηγεσία του SPD και δι' αυτής με τα εκατομμύρια των εργατών που ήταν μέλη του κόμματος. Μ' αυτό τον τρόπο υπήρχε τουλάχιστον η δυνατότητα να αντιμετωπίσουν την άνοδο του φασισμού και σωματικά στο δρόμο και ιδεολογικά, χτυπώντας τη ρατσιστική, αντεργατική, ελιτίστικη πολιτική που αντιπροσωπεύαν οι Ναζί.

Όντας οι πιο συνειδητοί αντιφασίστες μαχητές θα μπορούσαν ταυτόχρονα να ξεμπροστιάζουν την προδοτική σοσιαλδημοκρατική ηγεσία για αυτό που ήταν και να πείθουν ότι ο μόνος τρόπος να τελειώνουμε με το φασισμό οριστικά θα ήταν η αντικατάσταση του καπιταλισμού με μια σοσιαλιστική κοινωνία όπου ο πλούτος θα κατέχονταν και θα ελέγχονταν από τους ίδιους τους εργάτες -και όχι από τις παρασιτικές που είχαν ανοίξει την πόρτα στους Χίτλερ και τους Μουσολίνι, αφού αυτός έμοιαζε να είναι ο μόνος τρόπος να σώσουν το σύστημά τους και τα κέρδη τους.

Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι δεν ήταν με κανένα τρόπο αναπόφευκτο ότι οι μεσαίες τάξεις θα σέρνονταν πίσω από τους φασίστες. Εξαρτάται, έλεγε, από την ισορροπία των ταξικών δυνάμεων. Αν η γερμανική εργατική τάξη και οι οργανώσεις της είχαν καταφέρει να συγκροτήσουν ένα ενιαίο μέτωπο πρόθυμο να τα βάλει με τους φασίστες και να ανοίξει την προοπτική για μια καλύτερη κοινωνία, η μεσαία τάξη μπορούσε να τραβηχτεί προς τη μεριά της -όπως έγινε το 1871 με την Παρισινή Κομμούνα και το 1917 με τη Ρώσικη Επανάσταση.

Δυστυχώς αυτό δεν συνέβη. Ο Τρότσκι, απομονωμένος καθώς ήταν (διωγμένος απ' το Στάλιν το 1927) και εξόριστος δεν είχε μια οργάνωση που να μπορούσε να βάλει τις ιδέες του στη δοκιμασία της πράξης. Αλλά οι ιδέες του και τα μαθήματα της ιστορίας, είναι ξανά όλο και περισσότερο επίκαιρα σήμερα.

Παλεύοντας το ρατσισμό και το φασισμό σήμερα

Η επανάκαμψη φασιστικών οργανώσεων όπως η Χρυσή Αυγή και το Γιόμπικ, η εκλογική επιτυχία ενός κόμματος όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία μας υπενθυμίζουν τον κίνδυνο ο φασισμός να ξανασηκώσει κεφάλι. Όμοια, το κλίμα της Ισλαμοφοβίας και του αντιμεταναστευτικού ρατσισμού που βλέπουμε να τροφοδοτείται στην Ευρώπη κι εδώ στη Βόρεια Αμερική πρέπει να αντιμετωπιστεί.  

Η πρόσφατη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ είναι ένα από τα πιο ανησυχητικά σημάδια ότι κάτι δεν πάει καλά στο "πολιτικό σώμα". Είναι σημαντικό να μην υποτιμούμε την απειλή που αντιπροσωπεύει η κανονικοποίηση του ρατσισμού, του ξενοφοβικού λόγου και της βίας ενάντια στους μη λευκούς, μετανάστες ή αυτόχθονες. Πρέπει να προωθήσουμε το πλατύτερο δυνατό κίνημα για να υπερασπιστούμε τα δικαιώματα και να αντισταθούμε στον Τραμπ, ή, εδώ στον Καναδά, στην Κέλλι Λέιτς, που στις ομιλίες εμφανίζονται ακροδεξιοί ρατσιστές. 

Αλλά είναι εξίσου σημαντικό να επιμείνουμε ότι ο Τραμπ και η Λέιτς δεν είναι φασίστες. Ο δεξιός λαϊκισμός, ο ρατσισμός και ο σεξισμός δεν είναι το ίδιο με ένα κίνημα που βάζει σαν στόχο να καταστρέψει τις οργανώσεις της εργατικής τάξης. Ο Τραμπ είναι ένα σύμπτωμα του αποπροσανατολισμού της αμερικάνικης άρχουσας τάξης αλλά δεν διαθέτει μια δική του ανεξάρτητη οργάνωση τραμπούκων ικανή να συντρίψει τους θεσμούς της δημοκρατίας ή να κινητοποιείται ενάντια σε κάθε συλλογική έκφραση της εργατικής τάξης.

Αν χρησιμοποιούμε τον όρο και για τους δεξιούς πολιτικούς όπως ο Τραμπ και η Λέιτς, αποκτά μια συγκεχυμένη έννοια, που περιλαμβάνει οποιοδήποτε το δεξιό ρατσιστικό αυταρχισμό, και υπάρχει ο κίνδυνος αυτό να μας κάνει να υποτιμήσουμε την πραγματική απειλή του φασισμού, όταν εμφανιστεί. Μας οδηγεί επίσης στο να ξεγράφουμε κομμάτια της εργατικής τάξης που μπορεί να έλκονται, στον όποιο βαθμό, από το δεξιό λαϊκισμό λόγω της απουσίας ενός πιο προοδευτικού πόλου έλξης.

Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αντισταθούμε στην ακροδεξιά: και δεν μπορούμε να ανεχτούμε τον εφησυχασμό απέναντι στις φασιστικές οργανώσεις. Αλλά πρέπει να βεβαιωθούμε ότι τους αντιμετωπίζουμε με το μεγαλύτερο αριθμό από την πιο πλατιά γκάμα οργανώσεων: εκκλησίες, συνδικάτα, φοιτητικές οργανώσεις, Μουσουλμανικές οργανώσεις, οργανώσεις για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, γυναικείες οργανώσεις, κλπ.

Για την ώρα η πλειοψηφία των ανθρώπων στην κοινωνία είναι αντίθετοι με αυτό που εκπροσωπούν οι φασίστες. Αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να κινητοποιηθούν για να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους και τις γειτονιές τους. Σ' αυτό το κλίμα της Ισλαμοφοβίας, οι Μουσουλμάνοι βρίσκονται στο στόχαστρο των φασιστικών και ακροδεξιών οργανώσεων κι αυτό δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να το παραβλέπουμε. Ο κίνδυνος είναι να οδηγηθούμε από την αναγνώριση της πόλωσης που υπάρχει στην κοινωνία -από την οποία επωφελείται κυρίως η ακροδεξιά, αλλά και η ριζοσπαστική αριστερά- στο παραφούσκωμα της άμεσης απειλής της ακροδεξιάς και του φασισμού.

Υπάρχει ακόμα η δυνατότητα να οργανωθούμε και να αντισταθούμε. Είναι επείγον να ξαναχτίσουμε ένα κίνημα από τα κάτω που να μπορεί να κοντράρει στα ίσα τον Τραμπ, την Λέιτς και τις αποκρουστικές αλλά ακόμα μικρές δυνάμεις του πραγματικού φασισμού που μόλις κάνουν την εμφάνισή τους και την πραγματικότητα ενός αποτυχημένου συστήματος. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι μπορούμε: φάνηκε στις πορείες των γυναικών σε όλο τον κόσμο, και εδώ, στο Τορόντο, στις 21 Γενάρη, φάνηκε στις χιλιάδες που διαδήλωσαν ενάντια στο αντιμουσουλμανικό διάταγμα του Τραμπ στα αεροδρόμιο όλης της Αμερικής, φτάνει στη Μάχη για 15 δολάρια και Δικαιοσύνη που οργανώθηκε από χαμηλόμισθους εργάτες (στην πλειοψηφία τους γυναίκες και μαύρους) στις ΗΠΑ και τον Καναδά, φάνηκε στις διαδηλώσεις του κινήματος Οι Ζωές των Μαύρων Μετράνε, φάνηκε, τέλος, στις αυθόρμητες αγρυπνίες έξω από τα τζαμιά στο ανατολικό Τορόντο για την υπεράσπιση του δικαιώματος των Μουσουλμάνων να εξασκούν τα θρησκευτικά τους δικαιώματα.

Αυτές οι προσπάθειες μπορούν να αποκρούσουν τις ρατσιστικές πολιτικές των ακροδεξιών, όπως ο Τραμπ και η Λέιτς. Και μπορούν να κάνουν ακόμα πιο δύσκολη τη ζωή των ναζιστικών αποβρασμάτων που προσπαθούν να ξανασηκώσουν το βρωμοκέφαλό τους. 
 

Σχόλια