Οι ανταγωνισμοί πίσω από τις “Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες”



Λίγες μέρες πριν από τις γιορτές των Χριστουγέννων ο Υπουργός Ενέργειας της Κυπριακής Δημοκρατίας Γιώργος Λακκοτρύπης ανακοίνωσε, με εμφανή απογοήτευση, ότι τα αποτελέσματα των διερευνητικών γεωτρήσεων στο "Κοίτασμα Ονασαγόρας" που βρίσκεται στο "Οικόπεδο 9 της Κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης" ήταν αρνητικά: οι έρευνες της κοινοπραξίας ENI/KOGAS, λέει η επίσημη ανακοίνωση της Λευκωσίας, δεν εντόπισαν εκμεταλλεύσιμη συγκέντρωση υδρογονανθράκων. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στην Κύπρο ήταν πολύ λιγότερο συγκρατημένα: "Απογοητευτικά τα αποτελέσματα... Τζούφιο το οικόπεδο 9 της ΑΟΖ ...".

Στην πραγματικότητα δεν είναι μόνο ο Ονασαγόρας "τζούφιος". Ολόκληρο το πολυδιαφημισμένο σχέδιο της κυβέρνησης του Νίκου Αναστασιάδη για την αξιοποίηση του υποθαλάσσιου πλούτου της "κυπριακής ΑΟΖ" βρίσκεται στον αέρα.

Και το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στην Κύπρο: η διεθνής πτώση των τιμών του πετρελαίου έχει κάνει πολλά από τα μέχρι πριν από λίγο πλούσια και ελπιδοφόρα κοιτάσματα υδρογονανθράκων όχι μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο πρακτικά μη εκμεταλλεύσιμα. Πετρελαιοπαραγωγές χώρες παραπαίουν, οι μετοχές των πολυεθνικών της ενέργειας πέφτουν και μεγάλα και πανάκριβα έργα εντοπισμού, εξόρυξης, υγροποίησης και μεταφοράς εγκαταλείπονται στη μέση.

Σε πείσμα των εξελίξεων αυτών που υποβαθμίζουν αντικειμενικά τη σημασία του υποθαλάσσιου πλούτου η ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο και οι διαμάχες γύρω από τις ΑΟΖ οξύνονται αντί να εξομαλύνονται τους τελευταίους μήνες. Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος, Ισραήλ και Τουρκία κλιμακώνουν την αντιπαράθεσή τους με αυθαίρετες ανακηρύξεις ΑΟΖ, σεισμογραφικές έρευνες και διερευνητικές εξορύξεις υπό τη συνοδεία πολεμικών πλοίων και ανοιχτές στρατιωτικές απειλές που ρίχνουν λάδι στη φωτιά που πυρπολεί την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής (και όχι μόνο).

Παγκοσμιοποίηση και ιμπεριαλισμός

Οι υδρογονάνθρακες (το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο) εξακολουθούν να έχουν τεράστια σημασία για την παγκόσμια οικονομία. Είναι κυριολεκτικά το "αίμα του καπιταλισμού". Η μοιρασιά των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής ήταν ένας από τους σημαντικούς παράγοντες που οδήγησαν πριν από έναν ακριβώς αιώνα την ανθρωπότητα στο σφαγείο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Η προσπάθεια των ΗΠΑ να ελέγξουν τη ροή του "μαύρου χρυσού" ήταν αναμφίβολα ένα από τα βασικά κίνητρα που έσπρωξαν τον Πρόεδρο Μπους στην εισβολή στο Ιράκ, που "άνοιξε" τον Μάρτη του 2003 τον 21ο αιώνα. Κανένας από αυτούς τους πολέμους, όμως, δεν έγινε αποκλειστικά και μόνο για το πετρέλαιο: έγιναν για την παγκόσμια κυριαρχία που περιλάμβανε, ανάμεσα στα άλλα και τον έλεγχο των πρώτων υλών και των δρόμων διακίνησής τους. Ήταν πόλεμοι ιμπεριαλιστικοί. Τι εννοούμε, όμως, όταν μιλάμε για ιμπεριαλισμό;

Η κυρίαρχη αστική αντίληψη θεωρεί ότι η έννοια του ιμπεριαλισμού είναι ξεπερασμένη στη σημερινή εποχή. Ίσως, λένε, η έννοια του ιμπεριαλισμού να μπορούσε να περιγράψει τον κόσμο πριν από εκατό χρόνια, όταν ο πλανήτης ήταν ακόμα χωρισμένος σε αποικίες και σφαίρες επιρροής. Σήμερα, όμως, ζούμε πλέον στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Το κύριο χαρακτηριστικό του σύγχρονου κόσμου δεν είναι ο έλεγχος των αδύναμων εθνών από ισχυρές μητροπόλεις αλλά η επιβολή των συμφερόντων των γιγαντιαίων πολυεθνικών επιχειρήσεων πάνω σε ολόκληρο τον πλανήτη μέσα από τους μηχανισμούς της αγοράς. Το ίδιο το κράτος, λένε, είναι πλέον πολύ ανίσχυρο μπροστά στη δύναμη των "αγορών".

Αλλά και μέσα στην ίδια την αριστερά κυριαρχεί σύγχυση γύρω από την έννοια του ιμπεριαλισμού. Ένα μεγάλο κομμάτι που επηρεάζεται ακόμα από τις αντιλήψεις του σταλινισμού αντιστρατεύεται τις κυρίαρχες αντιλήψεις γυρίζοντας τες απλά ανάποδα: η παγκοσμιοποίηση είναι μια έννοια απατηλή, λένε. Οι αδύναμες χώρες εξακολουθούν να είναι εξαρτημένες οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτικά από τις μεγάλες δυνάμεις – για την ακρίβεια από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, κύρια την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ιαπωνία.

Αυτή η έννοια του ιμπεριαλισμού όμως δεν έχει καμιά σχέση με τους ορισμούς και τις περιγραφές που έκαναν οι μεγάλοι επαναστάτες – ο Λένιν, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, ο Τρότσκι και οι σύντροφοί τους – στις αρχές του 20ου αιώνα στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν και να κοντράρουν τον κατήφορο της ανθρωπότητας προς την βαρβαρότητα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο ιμπεριαλισμός, με την αστική έννοια της άμεσης καταδυνάστευσης των αδύναμων χωρών από τις ισχυρότερες, είναι μια έννοια υπεριστορική: οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους, κάτω από αυτή τη σκοπιά, δεν κάνουν τίποτα διαφορετικό από αυτό που έκανε η Αθηναϊκή Συμμαχία του Περικλή, η Μακεδονία του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Ιουλίου Καίσαρα. Αλλά αυτό δεν μπορεί να εξηγήσει την ιδιαίτερη σχέση που έχει ο ώριμος καπιταλισμός του 20ου (και του 21ου) αιώνα με τους στρατιωτικούς ανταγωνισμούς και τον πόλεμο. Δεν μπορεί να εξηγήσει τι ήταν αυτό που έσπρωξε την ανθρωπότητα το 1914 και ξανά το 1940 σε δυο παγκόσμιους πολέμους – σε μια αλληλοσφαγή χωρίς κανένα προηγούμενο στην ιστορία. Και δεν μπορεί να εξηγήσει τι είναι αυτό που έχει σπρώξει το σύστημα σε ένα παρανοϊκό επίπεδο στρατιωτικών εξοπλισμών με πυρηνικές κεφαλές, βαλλιστικούς πυραύλους, βιολογικά όπλα και όνειρα να μεταφέρουν τον πόλεμο μέχρι "τα άστρα".

Η αφετηρία για τη μαρξιστική ανάλυση του ιμπεριαλισμού είναι – όσο παράξενο και αν φαίνεται σε κάποιους – η παγκοσμιοποίηση. Την τάση του συστήματος να ξεπερνάει τα εθνικά σύνορα και να εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον πλανήτη την είχε προβλέψει ο Μαρξ ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν έγραφε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Ο ανταγωνισμός δημιουργεί μέσα από τη "συγκέντρωση" (το δυνάμωμα μέσα από την κεφαλαιοποίηση των κερδών) και τη "συγκεντροποίηση" (το δυνάμωμα μέσα από τη συγχώνευση και την εξαγορά των ανταγωνιστών) "μονοπώλια", τεράστιες επιχειρήσεις που χωράνε όλο και πιο δύσκολα στην περιορισμένη εθνική αγορά. Αργά ή γρήγορα φτάνουν σε ένα σημείο όπου είναι πλέον αναγκασμένες από το ίδιο τους το μέγεθος να αναζητήσουν πελάτες, πρώτες ύλες, κεφάλαια και ευκαιρίες για επένδυση στη διεθνή αγορά.

Αυτή η "τάση προς την παγκοσμιοποίηση", όμως, δεν έχει καμιά σχέση με τον ειρηνικό, υγιή ανταγωνισμό που ονειρεύονται οι φιλελεύθεροι. Υπάρχουν δυο λόγοι για αυτό.

Ο πρώτος είναι το καταθλιπτικό ειδικό βάρος που αποκτούν αυτές οι μεγάλες επιχειρήσεις πάνω στην εθνική οικονομία: η κατάρρευση μιας από αυτές τις μεγάλες επιχειρήσεις μπορεί να βυθίσει ολόκληρη την οικονομία στα τάρταρα. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία για να καταλάβει κανείς τι θα συμβεί, πχ στην Ιταλία αν κλείσει ξαφνικά η FIAT. Ή τι θα γίνει στην Ελλάδα αν χρεοκοπήσει η Εθνική Τράπεζα.

Τα στατιστικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά για τη σημασία που έχει για την εθνική οικονομία αυτό το "καταθλιπτικό βάρος": από τις 850 χιλιάδες επιχειρήσεις που λειτουργούσαν το 2010 στην Ελλάδα μόνο οι 431 (ποσοστό 0.05%) ήταν "μεγάλες". Αυτές οι 431 επιχειρήσεις απασχολούσαν 350 χιλιάδες εργαζομένους και ήταν υπεύθυνες για το 1/4 περίπου του ΑΕΠ της χώρας. Το αποτέλεσμα αυτής της τρομαχτικής συγκέντρωσης είναι να ταυτίζονται τα συμφέροντα της "εθνικής οικονομίας" (δηλαδή τα συλλογικά συμφέροντα της άρχουσας τάξης) ολοένα και περισσότερο με τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων. Η στήριξη της "εξόδου" τους στις διεθνείς αγορές γίνεται "εθνική υπόθεση" – υπόθεση που αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει το κράτος με τα συνήθη του μέσα: τη διπλωματία, τους εκβιασμούς, τις απειλές και το στρατό.

Ταυτόχρονα, όμως, – και αυτός είναι ο δεύτερος λόγος – η ίδια η ικανότητα επέμβασης του κράτους εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από το επίπεδο ανάπτυξης της παραγωγής, από τις μεγάλες επιχειρήσεις, δηλαδή. Το πετρέλαιο ήταν ένα από τα "μεγάλα" κίνητρα πίσω από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ταυτόχρονα, όμως, έπαιζε και καθοριστικό ρόλο για την ίδια την έκβαση του πολέμου (το πιο σύγχρονο κομμάτι του Βρετανικού και του Γερμανικού στόλου χρησιμοποιούσε το 1914 πετρέλαιο σαν κινητήρια δύναμη).

Το προϊόν αυτών των δύο εξελίξεων – της εξάρτησης της εθνικής οικονομίας από τις μεγάλες επιχειρήσεις και της εξάρτησης της στρατιωτικής μηχανής από την οικονομία – είναι η συγχώνευση του κράτους με το μεγάλο κεφάλαιο – ο κρατικός καπιταλισμός. Το αποτέλεσμα είναι ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις μεγάλες επιχειρήσεις στη διεθνή αγορά να μετατρέπεται σε έναν όχι μόνο διπλωματικό αλλά και στρατιωτικό ανταγωνισμό ανάμεσα στα ίδια τα κράτη.
 

Η φούσκα της αγοράς της ενέργειας


Ο ιμπεριαλισμός είναι ένα ιεραρχικό σύστημα διεθνών σχέσεων που στηρίζονται και στην οικονομία και τη διπλωματία (τις συμμαχίες με τις άλλες χώρες και τις σχέσεις με τις ισχυρότερες δυνάμεις) και τη στρατιωτική ετοιμότητα. Ιεραρχικό σύστημα σημαίνει ότι δίπλα και κάτω από τις μεγάλες δυνάμεις υπάρχουν τοπικοί ισχυροί, υποϊμπεριαλισμοί, που λειτουργούν (ή φιλοδοξούν να λειτουργήσουν) σαν "αντιπρόσωποι" των Μεγάλων τόσο σε οικονομικό όσο και σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο. Ό,τι γίνεται σε μεγάλη, παγκόσμια κλίμακα με τις μεγάλες δυνάμεις επαναλαμβάνεται με αυτόν τον τρόπο στο τοπικό επίπεδο με τους επίμαχους "αντιπροσώπους" τους. Ο ελληνοτουρκικός "ψυχρός πόλεμος" δεν οφείλεται ούτε στο "προαιώνιο μίσος" ανάμεσα στους δυο λαούς, ούτε στις φιλοδοξίες του "νέου σουλτάνου" (όπως έχουν βαφτίσει τον Ερντογάν τα ΜΜΕ ενημέρωσης στην Ελλάδα), ούτε σε κάποια καταχθόνια σχέδια των ΗΠΑ (που υποτίθεται ότι κρύβονται πίσω από τις τουρκικές κινήσεις): είναι απλά το αποτέλεσμα ενός αντιδραστικού ανταγωνισμού ανάμεσα σε δυο άρχουσες τάξεις που ερίζουν μεταξύ τους για τον ρόλο του "καλύτερου τοποτηρητή" των Μεγάλων Δυνάμεων και τον έλεγχο στην περιοχή.

Η διαμάχη για τους υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου είναι κομμάτι αυτής της αντιδραστικής διαμάχης και όχι η αιτία της.

Η τιμή του πετρελαίου (και της ενέργειας συνολικά) βρίσκεται σήμερα σε ελεύθερη πτώση. Τον Ιούλη η τιμή του Brent ξεπερνούσε τα 110 δολάρια/βαρέλι. Στα τέλη Δεκέμβρη βρισκόταν μια αναπνοή μόνο πάνω από τα 60. Οι προβλέψεις της αγοράς είναι ότι θα παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα για πολλά πολλά χρόνια ακόμα. Οι "ειδικοί" προβάλλουν διάφορους λόγους για αυτή την καθοδική πορεία – πτώση της ζήτησης λόγω της παγκόσμιας ύφεσης, αύξηση της προσφοράς λόγω των νέων μεθόδων εξόρυξης και μεταφοράς (κύρια λόγω του σχιστολιθικού πετρελαίου), πόλεμος τιμών ανάμεσα στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες (ο ΟΠΕΚ αρνείται μέχρι σήμερα να μειώσει την παραγωγή για να στηρίξει τις τιμές). Στην πραγματικότητα, όμως, είναι σαφές ότι η αύξηση της τιμής του πετρελαίου και του αερίου των προηγούμενων χρόνων δεν ήταν παρά μια φούσκα: "Όλοι πηδήξαμε στην πισίνα ταυτόχρονα", λέει χαρακτηριστικά ο Πήτερ Κόλεμαν, ένα από τα μεγάλα αφεντικά της αυστραλέζικης Woodside Petroleum. Τον περασμένο Μάη η Woodside ανακοίνωσε την απόσυρσή της από την κοινοπραξία εκμετάλλευσης του ισραηλινού "Λεβιάθαν" – του μεγαλύτερου γνωστού μέχρι σήμερα κοιτάσματος φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου που βρίσκεται στα ανοιχτά της Παλαιστίνης. Για την Woodside ήταν το δεύτερο μεγάλο έργο το οποίο εγκατέλειπε μέσα στο 2014. Είχε προηγηθεί το Browse, ένα τεράστιο κοίτασμα στα ανοιχτά της Αυστραλίας που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις περιείχε 16 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια αερίου. Ο προϋπολογισμός του έργου: 80 δισεκατομμύρια δολάρια!

Τώρα η φούσκα έσκασε – με δραματικές συνέπειες όχι μόνο για το "Μεγάλο Πετρέλαιο" (Big Oil όπως αποκαλούνται πια από τα ΜΜΕ οι μεγάλες πολυεθνικές της ενέργειας) αλλά και για τις χώρες σαν τη Ρωσία ή τη Βενεζουέλα που στηρίζονταν στις εξαγωγές ενέργειας. Η Ρωσία του Πούτιν πασχίζει τους τελευταίους μήνες με νύχια και με δόντια (τα επιτόκια έχουν φτάσει στο 17% ενώ η κεντρική τράπεζα έχει ξοδέψει ήδη ένα μεγάλο κομμάτι των συναλλαγματικών της αποθεμάτων) για να συγκρατήσει το ρούβλι που, όπως και το πετρέλαιο, βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση.

Τυπικά, παρά την απόσυρση της Woodside η ιδέα της εκμετάλλευσης του Λεβιάθαν δεν έχει εγκαταλειφθεί. Αλλά τα σχέδια αξιοποίησής του έχουν αλλάξει ριζικά. Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε την κατασκευή ενός "τερματικού σταθμού υγροποίησης" (κατά πάσα πιθανότητα στο Βασιλικό της νότιας Κύπρου) από όπου το αέριο θα μεταφορτωνόταν σε ειδικά πλοία στις αγορές της Ευρώπης. Και δεν ήταν μόνο το Ισραήλ και η Κύπρος που "πόνταραν" σε αυτό το έργο: οι Έλληνες εφοπλιστές διαθέτουν τον μεγαλύτερο (σε εκτόπισμα) στόλο LΝG (Liquified Natural Gas – Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου) στον κόσμο. Τον περασμένο Ιούλη, όμως, η κοινοπραξία που έχει αναλάβει το έργο ανακοίνωσε την αλλαγή των σχεδίων: αντί για σταθμό υγροποίησης και εξαγωγή στις αγορές της Ευρώπης το αέριο του Λεβιάθαν θα διοχετευθεί, μέσω αγωγών στο ίδιο το Ισραήλ και τις γειτονικές του χώρες – την Αίγυπτο και την Ιορδανία. Ο λόγος: το τεράστιο κόστος του αρχικού σχεδίου, που δεν δικαιολογείται πλέον από τις διεθνείς τιμές.

Η απόφαση αυτή ήταν συντριπτικό πλήγμα για τα σχέδια της κυβέρνησης του Αναστασιάδη στην Κύπρο. Όπως έγραφε χαρακτηριστικά η εφημερίδα Καθημερινή τον περασμένο Ιούλη, "μέσω της κατασκευής του τερματικού σταθμού υγροποίησης στο Βασιλικό, η Κύπρος επιδιώκει να καταστεί ο κύριος κόμβος για τη διακίνηση του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου. Ωστόσο, το αέριο που έχουν βρει οι Κύπριοι στο κοίτασμα Αφροδίτη – υπολογίζεται σε 4.1 τρις κυβικά πόδια – δεν αρκεί για να διασφαλίσει την οικονομική βιωσιμότητα του τερματικού".

Δεν είναι μόνο ο "Ονασαγόρας" τζούφιος. Τζούφια είναι και η Αφροδίτη. Τζούφια είναι και η Αμαθούσα. Τζούφια είναι όλα τα "οικόπεδα" της "Κυπριακής ΑΟΖ".

Το δίκαιο της θάλασσας


Η έννοια της "Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης" (ΑΟΖ) καθορίστηκε το 1982 από τη συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας. Πρόκειται για ένα σύνολο από "διεθνείς κανόνες" που έχουν σαν μοναδικό σκοπό να "νομιμοποιήσουν" τον έλεγχο του θαλάσσιου πλούτου – όχι μόνο των παράκτιων περιοχών ή της υφαλοκρηπίδας αλλά ακόμα και των ωκεανών – από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Όπως γράφαμε σε αυτό εδώ το περιοδικό πριν από ενάμιση περίπου χρόνο "από τα 122 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα (θάλασσας) που εκχωρεί η Συμφωνία του 1982, τα μισά τα μοιράζονται μεταξύ τους 8 κράτη – οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Αυστραλία, η Ρωσία, η Βρετανία, η Νέα Ζηλανδία, η Ινδονησία και ο Καναδάς. Η Κίνα, μια χώρα που φιλοξενεί πάνω από το 1/5 του πληθυσμού της γης, βρίσκεται στην 33 θέση – κάτω από τα νησιά Φίτζι, την Παπούα-Νέα Γουινέα και τη Μαδαγασκάρη".

Σύμφωνα με τις αποφάσεις του 1982 όλες οι παράκτιες χώρες δικαιούνται την αποκλειστική οικονομική εκμετάλλευση των παρακείμενων θαλασσών σε ακτίνα ως και 200 ναυτικών μιλίων. Όπου υπάρχει υπερκάλυψη ανάμεσα σε δυο ή περισσότερες γειτονικές χώρες – όπως συμβαίνει στη Μεσόγειο – οι ΑΟΖ χαράσσονται ύστερα από διμερείς με βάση την αρχή της μέσης γραμμής. Αυτό μπορεί να μοιάζει δίκαιο, αλλά δεν είναι: ένα μικροσκοπικό νησί μπορεί με βάση την αρχή αυτή να "κλέψει" την ΑΟΖ μιας ολόκληρης χώρας. Η Χαβάη, ένα μικρό νησί στον Ειρηνικό, εξασφαλίζει στις ΗΠΑ το δικαίωμα της αποκλειστικής οικονομικής εκμετάλλευσης σε ένα τεράστιο κομμάτι του ωκεανού.

Η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει το δίκαιο της θάλασσας. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεσμευτεί, λόγω της περιπλοκότητας της κατάστασης (η Τουρκία είναι κυριολεκτικά περικυκλωμένη από χιλιάδες ελληνικά νησιά και νησίδες) να μην διεκδικήσει ΑΟΖ στη Μεσόγειο. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η Κύπρος – που έτρεξε όχι μόνο να ανακηρύξει χωρίς καμιά διαπραγμάτευση με την Τουρκία την δική της ΑΟΖ αλλά και να την χωρίσει σε οικόπεδα και να προσκαλέσει τους διεθνείς επενδυτές να τα αξιοποιήσουν.

Ούτε η Ελλάδα έχει μέχρι τώρα διεκδικήσει επίσημα ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο. Ανεπίσημα, όμως, αυτό δεν εμποδίζει την ελληνική διπλωματία να κυκλοφορεί χάρτες με την Ανατολική Μεσόγειο μοιρασμένη σχεδόν αποκλειστικά ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Η Τουρκία, μια χώρα 80 εκατομμυρίων κατοίκων, με τη μεγαλύτερη ακτογραμμή στην Ανατολική Μεσόγειο εμφανίζεται αποκλεισμένη. Η αιτία: το Καστελόριζο, ένα μικρό νησί 275 μονίμων κατοίκων που βρίσκεται κοντά στα τουρκικά παράλια, στα μισά της απόστασης ανάμεσα στη Ρόδο και την Κύπρο. Η Τουρκική ΑΟΖ, λέει η ελληνική διπλωματία, περιορίζεται, με βάση την αρχή της μέσης γραμμής σε μια στενή λωρίδα θαλάσσης που φτάνει στα μισά της απόστασης ανάμεσα στην Τουρκία και το Καστελόριζο. Η ΑΟΖ του Καστελόριζου, αντίθετα, επεκτείνεται νότια μέχρι το μισό της απόστασης ανάμεσα στο ίδιο και τη Λιβύη, την Αίγυπτο και την Κύπρο.

Η Τουρκία, δεν μπορεί να δεχτεί μια τέτοια μοιρασιά. Ο στόχος της αποστολής του τουρκικού Σεισμογραφικού "Μπαρμπαρός" στα ανοιχτά της Κύπρου δεν ήταν η έρευνα για υδρογονάνθρακες αλλά η έμπρακτη αμφισβήτηση των "τετελεσμένων" που προσπαθεί να δημιουργήσει η τριπλή συμμαχία Κύπρου, Ελλάδας, Ισραήλ στην περιοχή.

Η όξυνση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δυο πλευρές δεν οφείλεται στα "τζούφια" κοιτάσματα αερίου αλλά στην αναταραχή που επικρατεί στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, στην επέλαση του Ισλαμικού Κράτους και τη νέα στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ και των "προθύμων" τους στο Ιράκ και τη Συρία. Για τις τοπικές δυνάμεις, τους υποψήφιους "τοποτηρητές" του ιμπεριαλισμού στην περιοχή, η νέα ανάφλεξη του πολέμου είναι μια πρόκληση και μια ευκαιρία: την ώρα του εγκλήματος και της παρανομίας μπορεί ο χωροφύλακας να αποδείξει την αξία του στο μεγάλο του αφεντικό.

Σε αυτόν τον αντιδραστικό κατήφορο η άρχουσα τάξη πρέπει να βρει την αριστερά απέναντί της. Οι εργάτες και οι φτωχοί δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από τις ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις του ελληνικού κεφαλαίου στην περιοχή. Δυστυχώς η επίσημη αριστερά στην Ελλάδα έχει την ακριβώς αντίθετη στάση. Αντί να καταγγέλλει την κυβέρνηση για το ψυχροπολεμικό κλίμα που καλλιεργεί και τις περιπέτειες στις οποίες ετοιμάζεται να μας εμπλέξει την εγκαλεί για "ατολμία".

Φυσικά δεν είναι μόνο η δική μας άρχουσα τάξη υπεύθυνη για την κλιμάκωση που ζούμε. Αλλά έχουμε ισχυρούς συμμάχους στην άλλη όχθη του Αιγαίου, την εργατική τάξη και τη νεολαία της Τουρκίας που έχουν βγει στους δρόμους ξανά και ξανά ενάντια στον Ερντογάν. Όσο καλύτερα ανταποκριθούμε εμείς στο διεθνιστικό μας καθήκον, τόσο μεγαλύτερη τόλμη, έμπνευση και αυτοπεποίθηση θα έχει και το κίνημα στην Τουρκία να αντιμετωπίσει τον καιροσκοπισμό, την προκλητικότητα και την πολεμοκαπηλία των δικών της αφεντικών. Η υποταγή, αντίθετα, της αριστεράς στα εθνικιστικά κελεύσματα για τα "δίκαια του έθνους" μας μόνο την καταστροφή μπορούν να φέρουν.

 
Περιοδικό Σοσιαλισμός Από τα Κάτω, Νο.108, Γενάρης-Φλεβάρης 2015

Σχόλια