Η Ρώσικη Επανάσταση

Περιοδικό Σοσιαλισμός Από τα Κάτω, 2007, τεύχη 61-65
Νίκος Λούντος, Λέανδρος Μπόλαρης



Φέτος κλείνουν 90 χρόνια από τη Ρώσικη επανάσταση και οι μέρες που εκδίδεται το περιοδικό που έχετε στα χέρια σας αντιστοιχούν στις μέρες που αυτή η επανάσταση ξεκινούσε, το Φλεβάρη του 1917. Η ρώσικη επανάσταση είναι ορόσημο για την εργατική τάξη σε όλο τον κόσμο. Ήταν η πρώτη φορά που οι εργάτες κατάφεραν να ανατρέψουν τον καπιταλισμό και να βάλουν μπρος το χτίσιμο μιας διαφορετικής κοινωνίας, χωρίς κερδοσκοπία, χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση.

Η ρώσικη επανάσταση ήταν το πανηγύρι των καταπιεσμένων. Από το Φλεβάρη ως τον Οκτώβρη του 1917, γυναίκες και άνδρες, όχι μόνο Ρώσοι αλλά και από κάθε εθνότητα που υπέφερε από τον τσαρισμό καταλάβαιναν όλο και περισσότερο τη δύναμή τους. Έριξαν τον Τσάρο, πάλευαν για να σταματήσει ο πόλεμος και πάνω απ’ όλα έπαιρναν στα χέρια τους τα εργοστάσια, τις γειτονιές και τις ζωές τους. Σε όλη τη Ρωσία ξεπήδησαν τα Σοβιέτ, τα συμβούλια μέσα από τα οποία εργάτες, στρατιώτες και αγρότες έπαιρναν συλλογικά και δημοκρατικά τις αποφάσεις τους.

Ο Οκτώβρης ήταν το σημείο τομής. Τα σοβιέτ έπαψαν να είναι ένα εργαλείο δράσης ενάντια στην κυβέρνηση και έγιναν τα ίδια η εξουσία. Ήταν το πιο υψηλό σημείο στο οποίο έφτασε ποτέ η δημοκρατία. Οι αποφάσεις πλέον περνούσαν στα χέρια της πλειοψηφίας. Οι κατακτήσεις των πρώτων χρόνων της Επανάστασης εμπνέουν ακόμα. Οι εργάτες μπορούσαν πλέον να ελέγχουν τι και πώς παράγεται, οι αγρότες πήραν τη γη από τους γαιοκτήμονες, όλες οι μη ρώσικες εθνότητες είχαν πλέον ίσα δικαιώματα. Οι γυναίκες άρχισαν να απαλλάσσονται από τη διπλή εκμετάλλευση με  δημόσια πλυντήρια και τα εστιατόρια να παίρνουν τη θέση της δουλειάς του σπιτιού. Η εκπαίδευση έγινε δωρεάν για όλους. Δικαιώματα που ο «δυτικός κόσμος» δεν είχε ακόμα σκεφθεί έκαναν την εμφάνισή τους μέσα σε λίγους μήνες: όπως το αυτόματο διαζύγιο ή ο γάμος των ομοφυλόφιλων.

90 χρόνια αργότερα, η άρχουσα τάξη θέλει να θεωρούμε δεδομένο ότι ο κόσμος δεν αλλάζει, ότι οι άνθρωποι είναι ανίκανοι να ζήσουν σε μια διαφορετική κοινωνία. Η ρώσικη επανάσταση είναι από μόνη της ένα κορυφαίο επιχείρημα ότι ο κόσμος αλλάζει. Μέσα στο πιο βαθύ σκοτάδι του Τσαρισμού, η Επανάσταση πέτυχε ανεπανάληπτα βήματα προόδου. Μας δείχνει όμως κάτι ακόμη πιο σημαντικό, ότι η απελευθέρωση της κοινωνίας δεν έρχεται από μια φωτισμένη μειοψηφία, αλλά από τους απλούς ανθρώπους. Οι στρατιώτες που για τρία χρόνια γίνονταν αδιαμαρτύρητα αναλώσιμο υλικό για το μέτωπο του Α’ Παγκόσμιου Πόλεμου ήταν αυτοί που γύρισαν πίσω, ξήλωσαν τα γαλόνια των αξιωματικών τους και γκρέμισαν κάθε παλιά ιεραρχία στη ρώσικη κοινωνία. Οι ίδιοι άνθρωποι που σήμερα μπορεί να τρέχουν για να επιβιώσουν και να φαίνονται βυθισμένοι στη δουλειά, την οικογένεια και την καθημερινότητα είναι οι ίδιοι που μπορούν να συγκλονίσουν το σύστημα και να ανατρέψουν ό,τι θεωρείται σταθερό. Μια τέτοια στιγμή ήταν η ρώσικη επανάσταση και γι’ αυτό χρειάζεται να την υπερασπίσουμε από τη λάσπη που έχει δεχθεί, εννέα δεκαετίες τώρα.

Η μεγαλύτερη βοήθεια σε όσους θέλουν να απαξιώσουν τη ρώσικη επανάσταση ήρθε από τον σταλινισμό. Το καθεστώς του Στάλιν το οποίο επιβλήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 ανέτρεψε όλες τις κατακτήσεις της ρώσικης επανάστασης. Πήρε πίσω την εξουσία από τους εργάτες και την έδωσε στα χέρια μιας νέας άρχουσας τάξης γραφειοκρατών. Οι πιο πρωτοπόροι εργάτες, αυτοί που είχαν παλέψει στην πρώτη γραμμή της επανάστασης εξοντώθηκαν. Όσοι ήθελαν να απαξιώσουν την επανάσταση του 1917 μπορούσαν πλέον να το κάνουν πιο εύκολα. Οι θεωρίες ότι η επανάσταση ήταν απλά ένα πραξικόπημα των μπολσεβίκων, ότι όλες οι επαναστάσεις καταλήγουν σε τυραννίες είχαν σαν επιχείρημα: κοιτάξτε τη Ρωσία του Στάλιν. Πρέπει λοιπόν να ξεθάψουμε το θησαυρό της ρώσικης επανάστασης για να δείξουμε ότι η σχέση της επανάστασης με το σταλινισμό είναι σχέση της μέρας με τη νύχτα.

Για αυτούς τους λόγους ξεκινάμε ένα αφιέρωμα στο Σοσιαλισμός από τα Κάτω, μέσα από το οποίο θα παρακολουθήσουμε ανά δίμηνο την επαναστατική διαδικασία καθώς ξεδιπλώνεται στη Ρωσία το 1917. Θα επιμείνουμε στη δράση των απλών ανθρώπων, στις πρωτοβουλίες και στα διλήμματα που άνοιγαν σε κάθε φάση της Επανάστασης. Παράλληλα, θα δούμε πώς αυτά τα διλήμματα είχαν την αντανάκλασή τους στα κόμματα και γιατί οι Μπολσεβίκοι κατάφεραν να ηγηθούν της Επανάστασης του Οκτώβρη, έχοντας κερδίσει πίσω τους την πλειοψηφία.



Ο Φλεβάρης του '17

Οι επαναστάσεις ποτέ δεν είναι υποθέσεις μιας μέρας, δεν είναι πραξικοπήματα, αλλά διαδικασίες που κρατάνε μήνες, κάποιες φορές και χρόνια. Το Φλεβάρη του 1917 οι εργάτες της Πετρούπολης έδωσαν το εναρκτήριο λάκτισμα για εκείνη την επαναστατική διαδικασία που κορυφώθηκε οχτώ μήνες μετά, τον Οκτώβρη του 1917. Ηταν η πρώτη και η μοναδική ως τώρα φορά που η εργατική τάξη κατάφερε να πάρει την εξουσία. Γι’ αυτό, η μελέτη αυτών των κρίσιμων μηνών είναι απαραίτητη για όποιον σήμερα θέλει να αλλάξει τον κόσμο.

Η μελέτη του Φλεβάρη του 1917 έχει μια ιδιαίτερη σημασία. Ακριβώς επειδή ήταν η αρχή, μπορεί κανείς να δει συμπυκνωμένα πράγματα που τα αντιμετωπίζουμε στους καθημερινούς μας αγώνες όμως σε πιο αργούς ρυθμούς και με χαμηλότερη ένταση. Η συσσωρευμένη οργή των εργατών και των στρατιωτών απέναντι στη φτώχεια, τον πόλεμο και την καταπίεση μετέτρεψε μέσα σε λίγες μέρες την Πετρούπολη από μια ήρεμη πόλη σε μια επαναστατημένη πόλη. Ο Τσαρισμός, ένας από τους πιο ακλόνητους θεσμούς, που πατούσε σε μια ακινησία σχεδόν 400 χρόνων και μόνο έμμεσα είχε επηρεαστεί από τις δημοκρατικές επαναστάσεις που συγκλόνισαν την Ευρώπη, κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Μ’ αυτήν την έννοια, η επανάσταση του Φλεβάρη ήταν ένας θρίαμβος του «αυθόρμητου».

Όμως ταυτόχρονα, ήταν ένας θρίαμβος και του οργανωμένου. Η εργατική τάξη της Πετρούπολης ήταν το πιο οργανωμένο τμήμα των καταπιεσμένων. Παρότι η Ρωσία ήταν η πιο οπισθοδρομική χώρα της Ευρώπης, με ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας της να έχει μείνει στη φεουδαρχία, με τους θεσμούς της και τα σύμβολά της να έχουν κολλήσει στο Μεσαίωνα, την ίδια ώρα ο καπιταλισμός είχε διεισδύσει πολύ επιθετικά. Η Πετρούπολη ήταν το επίκεντρο αυτής της διείσδυσης. Τα τεράστια εργοστάσια που περικύκλωναν το κέντρο της πόλης δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν από τη βιομηχανία της δυτικής Ευρώπης, ούτε σε τεχνολογία, ούτε σε αριθμό εργατών. Εργοστάσιο σαν το Πουτίλοφ, με εργατική δύναμη 30 χιλιάδων εργατών, δεν υπήρχε ούτε στην Αγγλία. Οι εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες και εργάτριες στις εργατογειτονιές της ρώσικης πρωτεύουσας δεν ήταν μόνο οργανωμένοι, είχαν και μια τεράστια εμπειρία. Η επανάσταση του 1905, προτού πνιγεί στο αίμα, είχε προλάβει να δημιουργήσει το Σοβιέτ στην Πετρούπολη, το πρώτο όργανο εργατικής δημοκρατίας.

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος που ξέσπασε το 1914 πήρε όλες αυτές τις αντιφάσεις που χαρακτήριζαν τη Ρωσία και τις έριξε σε έναν ανεμοστρόβιλο. Η Ρωσία ήταν ο πιο καθυστερημένος σύμμαχος των Αγγλογάλλων και γι’ αυτό κλήθηκε να πληρώσει πιο ακριβά το τίμημα του πολέμου. Εκατομμύρια Ρώσοι νέοι αγρότες πάρθηκαν από κάθε γωνιά της χώρας, τους φόρεσαν το χακί και τους έστειλαν στα πιο δύσκολα μέτωπα. Οι Ρώσοι σκοτώνονταν με μεγαλύτερο ρυθμό από οποιαδήποτε άλλο λαό. Στο τέλος του πολέμου ένας στους τρεις από τους δέκα εκατομμύρια νεκρούς στην πλευρά των Συμμάχων ήταν Ρώσος. Η ρώσικη άρχουσα τάξη ήταν δεμένη χειροπόδαρα με τους ευρωπαίους καπιταλιστές και τραπεζίτες και ήταν έτοιμη να δώσει τα πάντα γι’ αυτόν τον πόλεμο. Ταυτόχρονα ήταν έτοιμη και να πάρει, Τεράστια κέρδη έρεαν στις τσέπες τους σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Η βιομηχανία αναπτύχθηκε ακόμη πιο γρήγορα, παράγοντας πολεμικό υλικό και ο ρόλος της έγινε ακόμα πιο σημαντικός.

Στην κορυφή της ρώσικης κοινωνίας, η κρίση έπαιρνε τη μορφή της παράνοιας. Η τσαρική οικογένεια μαζί με μια κουστωδία αυλικών ζούσαν στα πολυτελή παλάτια τους, μοιάζοντας με απολίθωμα του παρελθόντος. Όμως ήταν ένα απολίθωμα «απαραίτητο» για πολλούς. Οι βιομήχανοι και η υπόλοιπη αστική τάξη παρότι έβλεπαν πως ο τσαρισμός ήταν ένα τεράστιο παράσιτο που εμπόδιζε και τη δική τους ανάπτυξη, ήξεραν πως η παραμικρή μεταρρύθμιση που θα αδυνάτιζε το «μαστίγιο» του τσάρου πάνω στους εργάτες και τους αγρότες, θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για την επανάσταση. Λόγω αυτών των ισορροπιών και λυκοφιλιών, το καθεστώς γινόταν όλο και πιο αυταρχικό. Η Δούμα, ένα όργανο αντίστοιχο της Βουλής, είχε μόνο διακοσμητικό ρόλο και ο Τσάρος την καταργούσε όποτε ήθελε, ούτε καν τη συμβουλευόταν για τους Υπουργούς που διόριζε. Ως υπουργούς διάλεγε όσο το δυνατόν πιο ανίκανους και πειθήνιους γραφειοκράτες, ενώ πολιτικές συμβουλές δεχόταν μόνο από την Τσαρίνα Αλεξάνδρα, η οποία με τη σειρά της συμβουλευόταν το Θεό και έναν «εκπρόσωπό» του στη γη, τον Ρασπούτιν. Ο Ρασπούτιν, ένας απατεώνας που ισχυριζόταν πως θεράπευε με τα χέρια του, έφτασε να απολύει και να διορίζει υπουργούς. Ήταν η προσωποποίηση του βούρκου στον οποίο κολυμπούσε το τσαρικό καθεστώς. Στα τέλη του Δεκέμβρη του 1916 δυο μέλη της βασιλικής οικογένειας δολοφονούν το Ρασπούτιν, ελπίζοντας πως αυτό θα σώσει το καθεστώς από το ολοκληρωτικό ρεζίλεμα. Το μήνυμα που αντίθετα έδωσε στον απλό κόσμο αυτή η δολοφονία ήταν πως ακόμη και στις ψηλές κορυφές της κοινωνίας, μόνο ο δρόμος της βίας είχε μείνει ανοιχτός για αλλαγές.

Στα τέλη Φλεβάρη η κατάσταση στα εργοστάσια έβραζε. Σ’ ένα τμήμα του Πουτίλοφ, οι εργάτες ζήτησαν αυξήσεις 50% και προχώρησαν σε καθιστική απεργία. Τα αφεντικά έκαναν λοκ-άουτ. Παράλληλα είχαν ξεσπάσει συγκρούσεις έξω από τα μαγαζιά που πουλούσαν ψωμί και τρόφιμα, καθώς είχε γίνει γνωστό ότι τα αποθέματα έφταναν για λίγες μόνο μέρες. Ο θυμός αυτός ήταν γνωστός και στους εργάτες και στην αριστερά αλλά και στο κράτος. Κανείς όμως δεν πίστευε ότι αυτός ο θυμός θα μετατρεπόταν άμεσα σε επανάσταση επειδή η Πετρούπολη είχε ένα μεγάλο αριθμό αστυνομίας και στρατού. Οι σιδηρόδρομοι εξασφάλιζαν πως αν δεν επαρκούσαν, θα μπορούσαν να ενισχυθούν και με άλλες στρατιωτικές μονάδες από το μέτωπο. Οι απεργίες αντιμετωπίζονταν συνήθως με υποχρεωτική επιστράτευση.

Γι’ αυτούς τους λόγους, καθώς πλησίαζε η μέρα της γυναίκας, στις 23 Φλεβάρη με το παλιό ημερολόγιο, κανένας δεν οργάνωνε κάτι περισσότερο από επετειακές ομιλίες. Η πιο μαχητική οργάνωση των Μπολσεβίκων, στην εργατική γειτονιά Bίμποργκ, αποφάσισε να μην οργανώσει διαδήλωση, εκτιμώντας τα δεδομένα και κρίνοντας πως μια τέτοια κίνηση μπορούσε να οδηγήσει σε σφαγή στην Πετρούπολη. Οι εργάτριες της υφαντουργίας όμως,  πήραν μόνες τους την πρωτοβουλία να τιμήσουν τη μέρα της γυναίκας με διαδήλωση και απεργία και ζήτησαν και από άλλους κλάδους να συμμετάσχουν. Μανάδες και αδερφές στρατιωτών πολλές από αυτές, είχαν ίσως μια καλύτερη εκτίμηση για το αν οι στρατιώτες θα δέχονταν να χτυπήσουν με τα όπλα τους μια διαδήλωση. Τη μέρα εκείνη απέργησαν 128.000 στην Πετρούπολη, με κύριο σύνθημα «Ψωμί».

Την επόμενη μέρα, 214.000, οι μισοί από όλους τους βιομηχανικούς εργάτες της Πετρούπολης απεργούσαν. Το μήνυμα από την πρώτη μέρα της απεργίας είχε φτάσει σε όλη την πόλη. Το πρωί στα εργοστάσια, την ώρα που οι εργάτες έφταναν για δουλειά οργάνωσαν συγκεντρώσεις για να αποφασίσουν τη συμμετοχή τους στην απεργία. Οι απεργοί οργανώνουν διαδηλώσεις, και τα συνθήματα ξεφεύγουν από το ψωμί και γίνονται «Κάτω η απολυταρχία» και «Κάτω ο πόλεμος». Οι φαντάροι που χαιρετάνε τους διαδηλωτές από τα παράθυρα των νοσοκομείων δίνουν ένα ακόμα μήνυμα ότι η κατάσταση δεν είναι ίδια με το 1905. Τότε οι φαντάροι είχαν υπακούσει τους αξιωματικούς τους και είχαν ματοκυλίσει τις διαδηλώσεις. Το μίσος του κόσμου τώρα συγκέντρωνε η αστυνομία που χτυπούσε και προκαλούσε. Οι Κοζάκοι, ένα έφιππο στρατιωτικό σώμα που έπαιζε συχνά ρόλο στην καταστολή, δε φαίνονταν να έχουν διάθεση να χτυπήσουν βάναυσα τους εργάτες. Η κατάσταση αυτή, με τους φαντάρους να ανοίγουν κουβέντα με τον κόσμο στις σκοπιές και έξω από τους στρατώνες και με φήμες ότι οι Κοζάκοι αντί για εργάτες χτυπάνε αστυνομικούς που δείχνουν «υπερβάλλοντα ζήλο», δίνει φτερά στους εργάτες για συνέχεια.

Αυτές τις διαδικασίες, το κράτος δεν τις είχε καταλάβει ακόμα. Στο υπουργικό συμβούλιο της ημέρας το θέμα συζητήθηκε μόνο για λίγο. Οι υπουργοί πίστευαν ότι αν τα πράγματα αγρίευαν, ο στρατός θα άνοιγε πυρ και οι εργάτες θα γυρνούσαν στη δουλειά τους. Η εντολή που είχαν προς το παρόν οι Κοζάκοι ήταν να φράξουν τους δρόμους που οδηγούν από τις εργατογειτονιές στο κέντρο της πόλης. Ήθελαν να ξεθυμάνει ο θυμός των εργατών κοντά στα σπίτια τους και στις δουλειές τους. Οι εργάτες του εργοστασίου Έρικσον, 2.500 άνθρωποι διαδήλωναν όλοι μαζί και συνάντησαν ένα μπλόκο Κοζάκων. Μετά από ένα διάλογο που έδειξε ακόμη μια φορά τη διαλλακτικότητα των Κοζάκων, κάποιοι εργάτες άρχισαν να περνάνε κάτω από τις κοιλιές των αλόγων και κατευθύνονταν προς το κέντρο. Οι Kοζάκοι είχαν εντολή να μείνουν ακίνητοι και αυτό έκαναν.

Την επόμενη μέρα, 25 Φλεβάρη, οι απεργοί έφτασαν τους 305.000. Τα τραμ σταμάτησαν να κυκλοφορούν και τα περισσότερα εμπορικά καταστήματα έκλεισαν. Οι εργάτες προσπαθούν να συγκεντρωθούν σε κεντρικά σημεία και να οργανώσουν ομιλίες. Εκεί η αστυνομία ανοίγει πυρ και διαλύει τις συγκεντρώσεις. Η κυβέρνηση απειλεί να στείλει στο μέτωπο όσους εργάτες δε γυρίσουν στη δουλειά τους μέχρι τις 28 Φλεβάρη. Ήταν φανερό ότι, την τρίτη μέρα της επανάστασης η άρχουσα τάξη περνούσε στην αντεπίθεση. Όμως οι απειλές για επιστράτευση λειτουργούν και ανάποδα. Βάζουν πίεση στους εργάτες ότι πρέπει να καταφέρουν μια συντριπτική νίκη πάνω στους μηχανισμούς καταστολής μέσα σε λίγες μέρες. Η αστυνομία θεωρείται ο πρώτος στόχος, και γιατί είναι η πιο μισητή αλλά και γιατί ήταν πιο αδύναμη. Το βράδυ πολλά αστυνομικά τμήματα που βρίσκονταν μέσα σε εργατογειτονιές δέχτηκαν επίθεση. Κάποιοι αστυνομικοί χτυπήθηκαν και σκοτώθηκαν, πολλοί εγκατέλειψαν μόνοι τους τα τμήματα από φόβο. Το αποτέλεσμα ήταν ότι πάρα πολλοί εργάτες είχαν πλέον πιστόλια στα χέρια τους. Την ίδια στιγμή έγιναν και εκατοντάδες συλλήψεις εργατών. Ανάμεσά τους πέντε μέλη της ηγεσίας των Μπολσεβίκων στην Πετρούπολη. Λόγω των συλλήψεων τον έλεγχο της επανάστασης από μεριάς του κόμματος παίρνει η επιτροπή του Βίμποργκ.

Η 26η του Φλεβάρη ήταν Κυριακή και έτσι το πρωί δεν υπάρχουν συγκεντρώσεις στα εργοστάσια. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει προς τα πού έχει γείρει η ισορροπία. Η Τσαρίνα στέλνει ένα πρωινό τηλεγράφημα για να καθησυχάσει τον Τσάρο, ο οποίος λείπει εκτός Πετρούπολης όλες αυτές τις μέρες, γράφοντάς του: «Τα πάντα είναι ήρεμα στην πόλη».

Η αλήθεια είναι όμως ότι οι εργάτες είχαν ήδη αρχίσει να κατεβαίνουν προς το κέντρο της πόλης, σχηματίζοντας ένα ανθρώπινο ποτάμι. Παντού συναντούν μπλόκα των Κοζάκων και του στρατού. Η αστυνομία πλέον έχει κρυφτεί πάνω σε μπαλκόνια και ταράτσες και πυροβολούν στο ψαχνό από εκεί. Ο στρατός προς το παρόν ρίχνει τουφεκιές στον αέρα, πάνω από τα κεφάλια των εργατών για να τρομοκρατήσει, όμως οι συγκεντρωμένοι δεν διαλύονται. Η ψυχολογία έχει αλλάξει κυρίως χάρη στο διάλογο που έχει ανοίξει με τους φαντάρους. Αυτή η τριβή με τους φαντάρους προκαλεί και ένα πρώτο αλλά πολύ σημαντικό ρήγμα. Ένας λόχος της σωματοφυλακής του Τσάρου προχωράει σε στάση. Οι φαντάροι διαμαρτύρονταν για την άγρια συμπεριφορά των υπαξιωματικών απέναντι στο πλήθος. Εγκατέλειψαν τις μονάδες τους μαζί με τα τουφέκια τους. Έτσι έδεναν την τύχη τους με την επανάσταση. Από τη μία δεν θα μπορούσαν να ξαναγυρίσουν αν τα πράγματα παρέμεναν έτσι, από την άλλη αναγκαστικά θα έβρισκαν καταφύγιο ανάμεσα στους εργάτες δίνοντας το μήνυμα ότι ο δρόμος για να εξοπλιστούν οι εργάτες είναι να κερδίσουν κι άλλα τμήματα του στρατού στην ανταρσία.

Ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι δεν θα πίστευαν, ωστόσο, ότι αυτή η εξέλιξη δεν θα αργούσε ούτε 24 ώρες. Η επόμενη μέρα, Δευτέρα 27 Φλεβάρη, ήταν η πιο κρίσιμη μέρα. Ο πρόεδρος της Δούμας, Ροντζιάνκο στέλνει στον Τσάρο τηλεγράφημα: «Η τελευταία ώρα έφτασε. Η τύχη της πατρίδας και της δυναστείας διακυβεύεται». Όμως ο Τσάρος σχολιάζει: «Πάλι αυτός ο χοντρο-Ροντζιάνκο μου γράφει κάθε είδους μωρολογίες». Τα συμπεράσματα για τους εργάτες βγήκαν το πρωί στις πύλες των εργοστασίων. Όλοι θεωρούσαν πως η απεργία και οι μαχητικές διαδηλώσεις πρέπει να συνεχιστούν. Οι εργάτες του Βίμποργκ αποφάσισαν να κάνουν συγκέντρωση μπροστά στους στρατιώτες ενός συντάγματος. Εισέπραξαν πυροβολισμούς. Οι αστυνομικοί είχαν ακόμη τον έλεγχο πάνω στους φαντάρους. Όμως τα πράγματα κρέμονταν από μία κλωστή. Όπως το λέει ο Τρότσκι στην Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης: «Έτσι φτάνανε τα πράγματα στο κρίσιμο σημείο του αγώνα. Ή το πολυβόλο θα σάρωνε την εξέγερση, ή η εξέγερση θα κυρίευε τα πολυβόλα». Μια σειρά από στρατιωτικά τμήματα εξεγείρονται τελικά ενάντια στις εντολές που παίρνουν για πυρ. Ακόμα και δόκιμοι αξιωματικοί συμμετέχουν. Το Σύνταγμα Βολίνσκι ήταν το πρώτο που προχώρησε σε συνολική ανταρσία. Και αυτή τη φορά πήραν μαζί τα τουφέκια τους. Όμως δεν έμειναν εκεί. Ρίχτηκαν στους διπλανούς στρατώνες και άρχισαν να ξεσηκώνουν όλους τους φαντάρους. Μέσα σε λίγες ώρες, θωρακισμένα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν στην πόλη στολισμένα με κόκκινες σημαίες και πήγαιναν να εξεγείρουν και άλλους. Ο στρατός μέσα σε λίγες μέρες είχε αποδιοργανωθεί. Στο κέντρο της πόλης, το μεσημέρι γίνονται συγκρούσεις, όμως αυτή τη φορά είναι και οι εργάτες οπλισμένοι. Οι στρατηγοί χωρίς να έχουν καταλάβει ακριβώς τι έχει γίνει στέλνουν και άλλους λόχους και αποσπάσματα για να καταστείλουν την εξέγερση. Όμως όχι μόνο δεν γυρνάνε ποτέ πίσω αλλά δε στέλνουν και καμιά αναφορά. Όποια μονάδα πλέον κατευθύνεται στο κέντρο γίνεται ένα με τους εργάτες. Σε λίγο όλα τα αστυνομικά τμήματα έχουν καταληφθεί και οι πολιτικοί κρατούμενοι απελευθερώνονται πανηγυρικά.  Μέσα στην ίδια μέρα έχουν ξεκινήσει απεργίες στη Μόσχα. Τα πράγματα εκεί εξελίχθηκαν πιο ήρεμα, καθώς τα νέα της Πετρούπολης οδηγούσαν τους αξιωματικούς να είναι πιο «συνετοί» και να περάσουν με τους εξεγερμένους, διαλέγοντας τη μεριά του νικητή.
  
Την άλλη μέρα, η Τσαρίνα «ξυπνάει» τον Τσάρο με τηλεγράφημα: «Παραχωρήσεις είναι απαραίτητες. Απεργίες συνεχίζονται. Πολλά στρατεύματα πέρασαν με το μέρος της επανάστασης». ΄Ομως ήταν πολύ αργά, οι παραχωρήσεις δεν θα έκαναν τίποτα. Ο Τσάρος θα το καταλάβει πολύ σύντομα. Καθώς κινείται με το αυτοκρατορικό του τρένο θα συναντήσει ένα «γεφύρι σε κακή κατάσταση». Ήταν μια δικαιολογία για να καλύψει την άρνηση των σιδηροδρομικών να δεχθούν το τρένο. Αλλαγή πορείας αλλά πάλι άρνηση πορείας από τους σιδηροδρομικούς. Το τρένο του Τσάρου δεν έβρισκε δρόμο και τηλεγραφήματα της Τσαρίνας επιστρέφονταν λόγω «άγνωστης διεύθυνσης παραλήπτη».

Στο μεταξύ στην Πετρούπολη, το ανάκτορο της Ταυρίδας, κοντά στην αίθουσα που συνεδρίαζε η Δούμα, έχει μετατραπεί σε κέντρο οργάνωσης της Επανάστασης. Στήνεται ξανά ένα Σοβιέτ, συνεχίζοντας την παράδοση του 1905. Μονάδες στρατιωτών και εργοστάσια κάνουν συνεδριάσεις στους χώρους τους και εκλέγουν αντιπροσώπους που στέλνονται στο Σοβιέτ. Το Σοβιέτ δίνει εντολές για περιφρούρηση των σταθμών, για συλλήψεις υπουργών, αστυνομικών και άλλων αξιωματούχων. Κάποιοι αξιωματούχοι έρχονται μόνοι τους να παραδοθούν στο Σοβιέτ.

Στη διπλανή σχεδόν αίθουσα, οι βουλευτές της Δούμας, άνθρωποι που δεν είχαν κουνήσει το δαχτυλάκι τους ενάντια απολυταρχία, εξέλεγαν μια «Προσωρινή Επιτροπή» με επικεφαλής τον Ροντζιάνκο, που θα προσπαθούσε να φτιάξει κυβέρνηση. Τα κόμματα των Οκτωβριστών και των Καντέτων, που εκφράζουν τους πλούσιους γαιοκτήμονες και την αστική τάξη παίρνουν το πάνω χέρι. Από κοντά παίρνουν και έναν βουλευτή της Αριστεράς, τον Κερένσκι, από το κόμμα των Τρουντόβικι, ένα κόμμα διανοούμενων που υποστήριζαν την αγροτική μεταρρύθμιση. Η Προσωρινή Επιτροπή ήταν στην πλειοψηφία της μοναρχική που έλπιζε να έρθει σε επικοινωνία με τον Τσάρο και να κερδίσει την εμπιστοσύνη του για μια νέα κυβέρνηση.

Ο Τσάρος όμως θα παραιτηθεί μετά από λίγες μέρες, στις 2 Μάρτη. Δεν μπόρεσε να βρει τρόπο να επιβιώσει ανάμεσα στις πιέσεις που αναπτύσσονταν σε όλη τη χώρα. Από τη μια μεριά το Σοβιέτ, από την άλλη η Προσωρινή Κυβέρνηση, θα μείνουν ως οι δύο πόλοι που γύρω τους θα συνασπιστούν τα συμφέροντα των «από κάτω» και των «από πάνω» τους επόμενους μήνες. Η μάχη θα συνεχιστεί μέσα στο πλαίσιο αυτής της «δυαδικής εξουσίας» και οι ισορροπίες ανάμεσα στις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις θα αλλάξουν ξανά και ξανά μέχρι τον Οκτώβρη. Γιατί ο λόγος που οι εργάτες και οι στρατιώτες εξεγέρθηκαν ήταν γιατί ήθελαν «ψωμί και ειρήνη». Οι στρατιώτες, στην πλειοψηφία  τους, αγρότες ήθελαν όταν γυρίσουν στα χωριά τους, να βρουν και γη για να ζήσουν. Η Προσωρινή Κυβέρνηση δεν είχε διάθεση να δώσει ούτε ψωμί, ούτε γη, πολύ περισσότερο ειρήνη.

Υπήρχε μόνο ένα κόμμα που το σύνθημα «γη, ψωμί και ειρήνη» ήταν το πρόγραμμά του και αυτό ήταν οι Μπολσεβίκοι. Στην επανάσταση του Φλεβάρη δεν φάνηκε να παίζει ιδιαίτερο ρόλο. Αυτό όμως ήταν μόνο η επιφάνεια. Η ηγεσία των Μπολσεβίκων βρίσκονταν εξόριστη στο εξωτερικό, οι βουλευτές τους βρίσκονταν στη φυλακή, οι Μπολσεβίκοι εργάτες δεν είχαν αξιώματα, ούτε έτρεξαν στη Δούμα, εκεί που μοιράζονταν οι τίτλοι και οι υποσχέσεις, μόλις νίκησε η επανάσταση. Όμως Μπολσεβίκοι ήταν οι πιο πρωτοπόροι εργάτες, αυτοί που έπαιξαν ρόλο για να οργανωθούν και να συνεχίσουν οι διαδηλώσεις και οι απεργίες, που ανέλαβαν πρωτοβουλίες για να κερδηθούν οι φαντάροι. Όταν η επανάσταση του Φλεβάρη νίκησε, οι Μπολσεβίκοι γύρισαν στις γειτονιές και στα εργοστάσιά τους γιατί ήξεραν πως η μάχη μόλις ξεκινούσε.


Απρίλης  

Η επανάσταση του Φλεβάρη 1917 στη Pωσία είχε γεννήσει ένα πολιτικό παράδοξο. Οι εργάτες και οι φαντάροι μέσα σε πέντε μέρες είχαν διαλύσει τον κρατικό μηχανισμό του τσάρου και είχαν πλέον όλη τη δύναμη στα χέρια τους. Όμως το σοβιέτ που συγκρότησαν στην εξεγερμένη Πετρούπολη αποφάσισε να παραδώσει την εξουσία σε μια κυβέρνηση αστών και “προοδευτικών γαιοκτημόνων”. Οι άνθρωποι αυτοί που έγιναν η “προσωρινή κυβέρνηση” της Ρωσίας το Μάρτη του 1917 ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα δεν θα το φαντάζονταν. Οι περισσότεροι δεν είχαν κάνει το παραμικρό ενάντια στον Τσάρο. Κάποιοι είχαν κρυφτεί κάτω από τα τραπέζια όταν οι εργάτες και οι στρατιώτες έφτασαν στο κτήριο της Δούμας. Πρωθυπουργός έγινε ένας μεγαλογαιοκτήμονας, ο πρίγκιπας Λβοφ. Υπουργός Εξωτερικών, ο Μιλιούκοφ, μέλος του αστικού κόμματος των Καντέτων, τον οποίο κοροϊδευτικά φώναζαν “Μιλιούκοφ απ' τα Δαρδανέλλια”, γιατί ήταν φανατικός πολεμοκάπηλος και υποστήριζε την κατάληψη της Ιστανμπούλ. Υπουργός Βιομηχανίας έγινε ένας μεγαλοβιομήχανος της υφαντουργίας, ο Κονοβάλοφ. Τι είχε γίνει λοιπόν; Οι εργάτες είχαν πάρει την εξουσία από τον Τσάρο για να τη δώσουν στους βιομήχανους και οι αγρότες για να τη δώσουν στους γαιοκτήμονες;

Δεν ήταν ακριβώς έτσι. Τις πρώτες μέρες μετά την επανάσταση, ήταν περισσότερες οι φωνές που έλεγαν πως το ίδιο το Σοβιέτ της Πετρούπολης έπρεπε να πάρει την εξουσία. Όμως καμιά από τις οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις δεν υποστήριζε αυτό το σενάριο. Ταυτόχρονα είχαν αρχίσει οι πιέσεις. Τι θα κάνετε αν πάρετε την εξουσία; Θα σταματήσετε τον πόλεμο; Τι θα γίνει με την εθνική οικονομία; Μέσα στο ίδιο το σοβιέτ οι συσχετισμοί δεν ήταν ευνοϊκοί. Κυριαρχούσαν οι φαντάροι, οι περισσότεροι με αγροτική καταγωγή και πολιτικά άπειροι. Μικρές μονάδες φαντάρων εξέλεγαν ίσους αντιπροσώπους στο Σοβιέτ με μεγάλα εργοστάσια. Πολλές φορές αντιπρόσωποι ήταν αξιωματικοί που είχαν προλάβει να πηδήξουν στο τρένο της επανάστασης. Έτσι στις συνεδριάσεις του σοβιέτ ακούγονταν πολλά σημαντικά πράγματα, αλλά μπορούσαν ακόμα να επιβάλλονται μικροαστοί ρήτορες.

Οι μπολσεβίκοι, η μόνη δύναμη που θα μπορούσε να αντισταθεί σ' αυτόν τον εκφυλισμό της επανάστασης, δεν φαινόταν να παίζει σημαντικό ρόλο στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Έτσι κι αλλιώς οι εργάτες ήταν μειοψηφία, οι μπολσεβίκοι ήταν μια μειοψηφία μέσα στους εργάτες και δεν ήταν από αυτούς που έτρεξαν να πιάσουν καρέκλα στο Σοβιέτ πριν καλά καλά σβήσουν οι φωτιές στα οδοφράγματα. Παράλληλα, η ηγεσία των μπολσεβίκων έπεσε γρήγορα θύμα όλης αυτής της στροφής προς τα δεξιά, του εκβιασμού για την υποστήριξη της προσωρινής κυβέρνησης. 

Βαρίδια

Στη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ την 1η Μάρτη συμφώνησαν με την παράδοση της εξουσίας στην προσωρινή κυβέρνηση. Στην Ολομέλεια του Σοβιέτ, από τους 40 μπολσεβίκους, οι 15 μόνο ψηφίζουν ενάντια. Η Επιτροπή των Μπολσεβίκων της εργατούπολης Βίμποργκ, που είχε παίξει σημαντικό ρόλο στην επανάσταση, υποστηρίζει να περάσει η εξουσία στα σοβιέτ, και σε όσα εργοστάσια μπαίνει αυτή η πρόταση κερδίζει πλειοψηφία. Όμως οι εργάτες δεν μπορούν να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί. Η επιτροπή των Μπολσεβίκων της Πετρούπολης έχει κινηθεί πολύ δεξιά, στηρίζοντας την προσωρινή κυβέρνηση. Πιο ψηλά στην ηγεσία, το ρώσικο γραφείο, έχει μια ενδιάμεση θέση, ζητώντας να μπουν εκπρόσωποι των εργατών στην προσωρινή κυβέρνηση, αλλά καταγγέλλει την απόφαση των εργατών του Βίμποργκ να κυκλοφορήσουν προκήρυξη που καλούσε σε ανατροπή της κυβέρνησης. Οι ταλαντεύσεις δεν έχουν τελειωμό και καθώς γυρνάνε από τη Σιβηρία τρία παλιά μέλη της ηγεσίας, ο Κάμενεφ, ο Στάλιν και ο Μουράνοφ, η σύγχυση χειροτερεύει. Οι τρεις παλιοί υποστηρίζουν την προσωρινή κυβέρνηση και υποστηρίζουν μια λογική “καταμερισμού εργασίας”. Η Προσωρινή κυβέρνηση πρέπει να κυβερνάει και το σοβιέτ να πιέζει και να ελέγχει. 

Τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα στο ζήτημα του πολέμου. Ο Κάμενεφ υπερθεματίζει σε πατριωτισμό και υποστηρίζει ούτε λόγος δεν πρέπει να γίνεται για ειρήνη. Αφού οι Γερμανοί φαντάροι δεν έχουν εξεγερθεί ακόμα ενάντια στα αφεντικά τους, “ο ελεύθερος λαός θα κρατήσει σταθερά τη θέση του και θα απαντάει με σφαίρες στις σφαίρες και με οβίδες στις οβίδες. Αυτό είναι αναπόφευκτο”, γράφει ο Κάμενεφ στην Πράβντα. Το δίδυμο Στάλιν-Κάμενεφ θα κερδίσει την πλειοψηφία σ' αυτές τις δεξιές απόψεις στον πανρωσικό συνέδριο των Μπολσεβίκων στα τέλη Μάρτη.

Όλα αυτά τα πίσω μπρος οφείλονταν σίγουρα σε ανικανότητα αυτών των στελεχών και στη σύγχυση που είχε προκληθεί από την ξαφνική επανάσταση. Όμως οφείλονταν και σε μια θεωρητική παράδοση που είχε κληρονομήσει η ρώσικη αριστερά σαν βαρίδι. Όλοι οι μαρξιστές της Ρωσίας, και οι μπολσεβίκοι, είχαν εκπαιδευτεί πολιτικά για δεκαετίες με ένα δεδομένο: ότι η επανάσταση που θα γίνει στη Ρωσία θα είναι αστικοδημοκρατική. Επειδή η Ρωσία ήταν μια χώρα κλειδωμένη στις φεουδαρχικές σχέσεις και με τον τσαρισμό ως πολιτικό απολίθωμα, τα καθήκοντα της επανάστασης θα ήταν να φέρει τη δημοκρατία, να δώσει δικαιώματα στις μειονότητες και να σπάσει τις φεουδαρχικές σχέσεις στην ύπαιθρο, απελευθερώνοντας τους αγρότες. 

Οι μπολσεβίκοι είχαν ξεκαθαρίσει ωστόσο ότι τον πρωτοπόρο ρόλο σ' αυτήν την επανάσταση θα τον είχαν οι εργάτες και όχι οι αστοί, μιας και η αστική τάξη της Ρωσίας δεν θα ρισκάριζε τη βόλεψή της μέσα στον τσαρισμό. Όμως τα καθήκοντα των εργατών περιορίζονταν στη δημοκρατία, την κατάργηση των τσιφλικιών και το οχτάωρο. Ο όρος που χρησιμοποιούσε ο Λένιν για να εκφράσει αυτή την πρόβλεψη ήταν “δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς”. Η Ρωσία δεν ήταν έτοιμη για σοσιαλισμό. Θα μεσολαβούσε ένα μεγάλο διάστημα ανάμεσα στην επαναστατική επιβολή της δημοκρατίας, η ανάγκη να γίνει πρώτα επανάσταση στη Δύση και μετά θα μπορούσε κανείς να μιλά για σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία.

Όμως πλέον ολόκληρο αυτό το θεωρητικό σχήμα ήταν για πέταμα. Ήταν ένα σχήμα που βοήθησε στον προσανατολισμό των μπολσεβίκων για χρόνια, έχοντας ως πυξίδα την πιθανότητα να ξεσπάσει μια ξεκομμένη επανάσταση στη Ρωσία. Όμως αυτό που ξέσπασε στη Ρωσία το Φλεβάρη δεν ήταν μια “ρώσικη” εξαίρεση αλλά μια διεθνής εξέλιξη. Οι άρχουσες τάξεις όλων των εμπόλεμων χωρών δεν μπορούσαν να κυβερνάνε όπως πριν και οι καταπιεσμένοι δεν ήταν διατεθειμένοι να ζουν όπως πριν. Η ένταση της επανάστασης είχε απλά σπάσει τον πιο αδύναμο κρίκο της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, τη Ρωσία. Έτσι η ιστορία ήταν σαν είχε κάνει “προσπέραση” και έφερνε τη Ρωσία, την πιο καθυστερημένη χώρα μπροστά στα πιο προχωρημένα καθήκοντα. Τα δύο “στάδια” της επανάστασης, το αστικοδημοκρατικό και το σοσιαλιστικό είχαν γίνει ένα.

Ο πόλεμος έδειχνε με τον πιο επικίνδυνο τρόπο τι θα συνέβαινε αν η προσωρινή κυβέρνηση αφηνόταν να κυβερνήσει ανενόχλητη. Η αστική τάξη στην οποία είχε παραδώσει το σοβιέτ την εξουσία ήταν πολύ πιο πολεμοκάπηλη από την τσαρική αυλή. Οι βιομήχανοι και οι τραπεζίτες θησαύριζαν από τον πόλεμο. Ο Μιλιούκοφ και τα όνειρά του για κατάληψη της Ιστανμπούλ ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Ένα μέρος από αυτούς έκαναν “πατριωτική” αντιπολίτευση στον Τσάρο ισχυριζόμενοι ότι η γερμανική καταγωγή της Τσαρίνας έφταιγε που δεν νικούσε η Ρωσία στον πόλεμο. Τώρα είχαν μεταμφιεστεί σε επαναστάτες και προπαγάνδιζαν την ένταση της πολεμικής προσπάθειας γιατί πλέον ο πόλεμος ήταν ακόμα πιο δίκαιος. Δεν ήταν πλέον πόλεμος για τον Τσάρο αλλά πόλεμος για την υπεράσπιση της επανάστασης. Ήθελαν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση για να πείσουν ακόμη περισσότερους αγρότες να πάνε στο σφαγείο και τους εργάτες να συνεχίσουν τις θυσίες για χάρη της πολεμικής βιομηχανίας. Ένα μέρος των αγροτών είχε πειστεί από αυτήν την προπαγάνδα. Η τάση Κάμενεφ-Στάλιν, αυτή που ο Λένιν αποκαλούσε αμυντισμό έδειχνε πως το ψέμα είχε φτάσει μέχρι βαθιά μέσα στους Μπολσεβίκους.

Ο Λένιν παρότι βρισκόταν εξόριστος στην Ελβετία, καταλαβαίνει πολύ καθαρά τι συμβαίνει. Καταλαβαίνει ότι το δικό του σύνθημα για την “δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς” γινόταν πλέον εμπόδιο. Αν επιχειρούσες να κόψεις τα δύο στάδια της επανάστασης, θα άφηνες την προσωρινή κυβέρνηση να σταθεροποιήσει τη θέση της και άρα να οξύνει τον πατριωτισμό, να τσακίσει τις εργατικές κατακτήσεις, να αφοπλίσει τους εργάτες και όποτε έκρινε σκόπιμο να διαλύσει και τα σοβιέτ και την επανάσταση. Γι' αυτό ο Λένιν εξοργίζεται διαβάζοντας κάποια φύλλα της Πράβντα που φτάνουν στα χέρια του με τη γραμμή Κάμενεφ-Στάλιν και θέλει πάση θυσία να φτάσει στη Ρωσία. 

Δε μένει όμως με σταυρωμένα χέρια. Αρχίζει να γράφει μια σειρά από γράμματα προς την Πράβντα που έμειναν στην ιστορία ως “γράμματα από μακριά”. Η συντακτική επιτροπή της Πράβντα θεωρεί εκτός τόπου και χρόνου την άποψη του Λένιν και μόνο το πρώτο γράμμα δημοσιεύεται και αυτό πετσοκομμένο. Ένα τμήμα του γράμματος έλεγε: “Αυτός που λέει ότι οι εργάτες πρέπει να υποστηρίξουν τη νέα κυβέρνηση για να προωθηθεί ο αγώνας ενάντια στην τσαρική αντίδραση... είναι ένας προδότης των εργατών, ένας προδότης της υπόθεσης του προλεταριάτου, της υπόθεσης της ειρήνης και της ελευθερίας. Γιατί η μόνη εγγύηση της ελευθερίας και της πλήρους καταστροφής του τσαρισμού βρίσκεται στον εξοπλισμό του προλεταριάτου, στην ενίσχυση το άπλωμα και την ανάπτυξη του ρόλου, της σημασίας και της ισχύος του Σοβιέτ των Αντιπροσώπων των Εργατών”.

Το πράσινο και το γκρίζο
Η θεωρία είναι γκρίζα, αλλά πράσινο είναι το αιώνιο δέντρο της ζωής”, αυτή τη φράση του Γκαίτε δανείστηκε λίγο αργότερα ο Λένιν για να υπογραμμίσει τη μεγάλη ρήξη στην οποία ερχόταν ο ίδιος με τον παλιότερο εαυτό του. Οι απόψεις που διατυπώθηκαν στα Γράμματα από μακριά και λίγο αργότερα στις “Θέσεις του Απρίλη” ήταν  πέρα για πέρα πρωτοποριακές. Ο Λένιν υποστηρίζει πως ενώ μέχρι τότε το σύνθημα για κοινοβουλευτική δημοκρατία ήταν επαναστατικό, πλέον ήταν αντεπαναστατικό. Γιατί; Γιατί οι ίδιοι οι εργάτες είχαν κάνει άλματα πιο μεγάλα από αυτά που μπορούσε να προβλέψει η θεωρία. Τα σοβιέτ, τα όργανα που διαμορφωνόντουσαν από το Φλεβάρη και μετά σε ολόκληρη τη Ρωσία ήταν αφάνταστα πιο δημοκρατικά από οποιοδήποτε κοινοβούλιο. Μπορούσαν να γίνονται το κέντρο της οργάνωσης για τους εργάτες και σημείο αναφοράς για τους αγρότες, τους φαντάρους και όλους τους καταπιεσμένους. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία θα ήταν πολλά βήματα πίσω από την άμεση δημοκρατία που γεννιόταν μέσα στα σοβιέτ.

Όπως και οι εξεγερμένοι του Παρισιού, 46 χρόνια νωρίτερα, είχαν δημιουργήσει την “Κομμούνα” σαν έμβρυο μιας νέας κοινωνίας που δεν στηρίζεται στην επιβολή της μειοψηφίας πάνω στην πλειοψηφία αλλά στον δημοκρατικό έλεγχο της πλειοψηφίας πάνω σε ολόκληρη την κοινωνία, το ίδιο έκαναν και οι εργάτες της Ρωσίας το 1917. Τι έπρεπε λοιπόν να κάνουν τα σοβιέτ; Έπρεπε να γίνουν τα ίδια ένα κράτος τύπου Κομμούνας, να πάρουν όλη την εξουσία στα χέρια τους. 

Ένας φόβος που υπήρχε στους ρώσους εργάτες ήταν ότι αν τολμούσαν να αμφισβητήσουν την Προσωρινή Κυβέρνηση, μπορεί να εισέπρατταν την οργή των αγροτών και άρα των φαντάρων που έλπιζαν σε αυτήν την κυβέρνηση και έτσι να στελνόταν ο στρατός για να καταστείλει τα Σοβιέτ. Η λύση που πρότεινε ο Λένιν ήταν να πάρουν τα Σοβιέτ πρωτοβουλίες για να εκφράσουν την πραγματική θέληση των αγροτών. Ο Τρότσκι συμπύκνωσε αργότερα την πρόταση του Λένιν στο σύνθημα: “Αγρότες, κάντε έφοδο στα χωράφια των γαιοκτημόνων και όχι στην Κωνσταντινούπολη”. Τα σοβιέτ έπρεπε να πάρουν πρωτοβουλίες και στα δύο επίπεδα. Στο ζήτημα του πολέμου να μην περιμένουν από τους αστούς να υπογράψουν ειρήνη, γιατί αυτό θα ήταν να ζητάμε “ηθική από ιδιοκτήτες μπουρδέλων”, αλλά να εξαγγείλουν την ειρήνη με τους όρους των εργατών. Να μπουν στα αρχεία του κράτους και να δημοσιοποιήσουν όλες τις μυστικές συμφωνίες, να υποσχεθούν αυτοδιάθεση σε όλα τα καταπιεσμένα έθνη, να καλέσουν σε απελευθέρωση όλων των αποικιών και να κάνουν ανοιχτή έκκληση για ειρήνη εδώ και τώρα. Παράλληλα έπρεπε να βοηθηθεί η δημιουργία αγροτικών σοβιέτ για να αποφασίσουν μέτρα για το ζήτημα της γης. Οι σύμμαχοι των εργατών υποστήριζε ο Λένιν είναι τα φτωχά στρώματα της υπαίθρου και οι εργάτες των υπόλοιπων εμπόλεμων χωρών.

Η ανάγκη του Λένιν να πάει στη Ρωσία τον ωθεί σε ένα παράτολμο πολιτικά σχέδιο. Πηγαίνει στη Ρωσία σε ένα σφραγισμένο τρένο, μαζί με άλλους επαναστάτες όλων των αποχρώσεων, από μενσεβίκους και εσέρους μέχρι αναρχικούς, μέσω Γερμανίας. Οι Γερμανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι στέλνοντας τα “ανατρεπτικά στοιχεία” στη Ρωσία θα κάνουν πιο εύκολη τη δουλειά τους στον πόλεμο. Η λογική τους ήταν πολύ κοντόθωρη για να προβλέψει ότι λίγους μήνες αργότερα θα έπεφταν και οι ίδιοι θύματα της επανάστασης που βοήθησαν να κλιμακωθεί. Για τον Λένιν όμως ήταν παράτολμο γιατί έπρεπε να υποστεί τη “ρετσινιά” του γερμανού πράκτορα.

Η άφιξη του Λένιν στο σταθμό της Φινλανδίας ήταν μια πρόγευση της μεγάλης μάχης που θα ακολουθούσε όλο τον Απρίλη για να πείσει για τις θέσεις του. Στο σταθμό τον υποδέχεται μια μεγάλη αντιπροσωπεία του σοβιέτ της Πετρούπολης με αρκετές επισημότητες και με επικεφαλής τον μενσεβίκο Τσχέιτζε. Ο Τσχέιτζε υποδέχεται με έναν επίσημο λόγο τον Λένιν, καλώντας τον να συμβάλει στην “ενότητα της επανάστασης”. Ο Λένιν αγνοεί τον Τσχέιτζε και βγάζει έναν πρόχειρο λόγο απευθυνόμενος στους “συντρόφους στρατιώτες, ναύτες και εργάτες”. Ο λόγος του Λένιν έσκασε σαν βόμβα. Όχι μόνο καλούσε σε καμιά εμπιστοσύνη στην προσωρινή κυβέρνηση αλλά ονόμασε τη ρώσικη επανάσταση, τμήμα της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης που είχε ανατείλει.

Την επόμενη κιόλας μέρα, ο Λένιν έπρεπε να επιχειρηματολογήσει για την άποψή του στη Συνδιάσκεψη του κόμματος. Το γραπτό κείμενο της εισήγησής του είναι οι “Θέσεις του Απρίλη”. Η επιμονή του Λένιν ότι η αστικοδημοκρατική φάση της επανάστασης πρέπει να θεωρείται τελειωμένη, και ότι τώρα το καθήκον ήταν τα σοβιέτ των εργατών να πάρουν την εξουσία και να βάλουν μπροστά τον εργατικό έλεγχο στην παραγωγή και τη διανομή ήταν σοκ για τους περισσότερους μπολσεβίκους. Ούτε μια οργάνωση του κόμματος δεν υποστήριξε τις θέσεις του. Κάποιοι εξηγούσαν τη στάση του επειδή έλειπε για καιρό στο εξωτερικό, κάποιοι άλλοι τον κατηγόρησαν ότι είχε γίνει αναρχικός.

Δυαδική εξουσία

Τα βασικά σημεία των θέσεων του Απρίλη ήταν τα εξής: πρέπει να καταργηθεί ο στρατός ως ξεχωριστό σώμα και να μη γίνει καμιά προσπάθεια ανασύστασης της αστυνομίας. Οι εργάτες πρέπει να εξοπλιστούν και να πάρουν πάνω τους την ευθύνη της ασφάλειας, αναλαμβάνοντας σε κυκλική βάση, άντρες και γυναίκες, καθήκοντα πολιτοφυλακής. Τα σοβιέτ πρέπει να εθνικοποιήσουν τη μεγάλη ιδιοκτησία, πρώτα και κύρια τις τράπεζες αλλά και τα μεγάλα τσιφλίκια. Ο συνδυασμός των δύο αυτών αλλαγών, πολιτοφυλακή και εθνικοποίηση, θα έδινε στους εργάτες το πάνω χέρι. Θα μπορούσαν να πάρουν αποφάσεις για την παραγωγή και για την οικονομία συνολικά, αλλά θα μπορούσαν και να τις εφαρμόσουν αμεσοδημοκρατικά αφού δεν θα είχαν τον κίνδυνο της καταστολής από το στρατό. Ήταν μια έκκληση για πραγματικό βάθεμα της δημοκρατίας, για πέρασμα της εξουσίας από τις ελίτ στην πλειοψηφία, ένα πέρασμα που ήταν ο μοναδικός τρόπος σύμφωνα με τον Λένιν και να λυθεί το βασικό πρόβλημα “του ψωμιού”  αλλά και να εγγυηθεί ότι οι κατακτήσεις της επανάστασης θα είναι πραγματικές και όχι παροδικές. 

Στη Ρωσία υπήρχε το φαινόμενο της δυαδικής εξουσίας και ο Λένιν προειδοποιούσε ότι δύο εξουσίες για ένα κράτος είναι πολλές για να αντέξουν για πολύ. Η μία από τις δύο πρέπει να εκμηδενιστεί. Αν δεν διαλυθεί ο παλιός μηχανισμός του κράτους, θα είναι εύκολη η επιστροφή από την “δημοκρατία” στη μοναρχία. Δεν είχε σημασία που οι Μπολσεβίκοι παρέμεναν μειοψηφία στα σοβιέτ. Η επαναστατική πρωτοβουλία των μαζών, έλεγε ο Λένιν είναι η μοναδική δικλείδα ασφαλείας για να παρθούν σωστές αποφάσεις.

Αυτά είχαν να κάνουν με τη “μορφή” του νέου κράτους τύπου Κομμούνας που πρότεινε ο Λένιν. Οι θέσεις του Απρίλη είχαν να προτείνουν όμως και συγκεκριμένες πολιτικές. Το βασικό ήταν το θέμα του πολέμου. Η “αρχή” που υπερασπίζεται ο Λένιν, δανειζόμενός την από τον γερμανό επαναστάτη Καρλ Λίμπκνεχτ, ήταν “Στην ίδια μας τη χώρα είναι ο εχθρός”. Αυτό σήμαινε ότι το βασικό καθήκον δεν ήταν οι “εκκλήσεις για ειρήνη” αλλά η αποσταθεροποίηση του καθεστώτος της προσωρινής κυβέρνησης. Τα σοβιέτ έπρεπε να πάρουν πρωτοβουλίες ώστε να παγώσουν τα καινούργια κονδύλια που πήγαιναν για εξοπλισμούς και για το στρατό και να δημοσιοποιήσουν άμεσα όλες τις μυστικές συνθήκες του Τσάρου, διαλύοντας τα σχέδια των στρατηγών. Ο Λένιν εκτιμούσε πως αυτό το σκέλος ήταν το πιο δύσκολο, καθώς ήταν μια έκκληση σε ανοιχτή προδοσία της πατρίδας. Η απάντησή του ήταν ότι καλύτερα να “μείνουμε δύο” πραγματικοί διεθνιστές παρά να γίνουμε σωβινιστές για να “πάμε με τους πολλούς”. 

Και σε αυτό το επίπεδο δεν υπήρχε άλλος τρόπος από την υπομονή. Οι μπολσεβίκοι έπρεπε να εξηγούν υπομονετικά σε όλους ότι ο μόνος δρόμος προς την ειρήνη ήταν να “μετατρέψουν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο σε εμφύλιο”. Επειδή αυτό το καθήκον ήταν το πιο δύσκολο αλλά και το πιο αναγκαίο, ο Λένιν προτείνει να κοπεί οποιαδήποτε σκέψη για προσέγγιση με τους μενσεβίκους, μια προσέγγιση που ήδη στελέχη όπως ο Στάλιν είχαν ξεκινήσει. Οι μπολσεβίκοι έπρεπε να διαχωριστούν ξεκάθαρα για να γίνεται όλο και πιο ορατό ότι στο θέμα του πολέμου υπάρχει μια ριζικά διαφορετική άποψη. Επειδή αυτός ο διαχωρισμός ανάμεσα στους “σοσιαλσοβινιστές” και τους “διεθνιστές στην πράξη” είχε εμφανιστεί σχεδόν σε όλες τις εμπόλεμες χώρες, ο Λένιν στις θέσεις του Απρίλη θέτει ως επιτακτική ανάγκη να δημιουργηθεί μια νέα Διεθνής, η Τρίτη Διεθνής που θα ενώσει όλες αυτές τις τάσεις, τις οργανώσεις και τα κόμματα, όσο μειοψηφικά και να είναι, που παίρνουν καθαρή θέση ενάντια στις κυβερνήσεις τους και τον πόλεμο. 

Η τελευταία πρόταση που έκανε ο Λένιν ήταν να μετονομαστεί το κόμμα από Σοσιαλδημοκρατικό (έτσι ήταν το επίσημο όνομα των μπολσεβίκων) σε Κομμουνιστικό. Ήταν ένα ακόμα βήμα για τον πλήρη διαχωρισμό από τους φιλοπόλεμους σοσιαλδημοκράτες όλης της Ευρώπης αλλά και για έναν άλλο λόγο, γιατί άνοιγε πλέον η εποχή της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης και για τους μαρξιστές επαναστάτες, η προοπτική δεν ήταν μόνο η ανατροπή του παλιού κράτους, αλλά η εξαφάνιση κάθε είδους κράτους και εξουσίας, η κομμουνιστική κοινωνία. Αυτά τα επιχειρήματα θα τα αναπτύξει ο Λένιν κάποιους μήνες αργότερα, στο έργο του “Κράτος και Επανάσταση”.

Ο Λένιν είχε συνείδηση ότι χρειαζόταν υπομονή για να πείσει. Χρειαζόταν διπλή υπομονή. Από τη μια μεριά για να κερδίσει τους μπολσεβίκους με τη μεριά του, από την άλλη για να πείσουν όλοι μαζί την εργατική τάξη και τους αγρότες ότι δεν πρέπει να εμπιστεύονται την Προσωρινή Κυβέρνηση. Είχε μεγάλο κύρος μέσα στο κόμμα, και αυτό φαινόταν από το ότι οι αντίπαλοι των “Θέσεων του Απρίλη” χρησιμοποιούσαν παλιότερες θέσεις του Λένιν για να αντικρούσουν τις καινούργιες απόψεις του. Όμως ο Λένιν δεν επιχειρούσε να χρησιμοποιήσει αυτό το κύρος για να περάσει την άποψή του. Έπρεπε οι Μπολσεβίκοι να ξαναεκπαιδευτούν με τα νέα συνθήματα, και αυτό μπορούσε να γίνει μόνο αν έβγαιναν πραγματικά πεισμένοι στους χώρους δουλειάς και τις γειτονιές. Ο Απρίλης ήταν μήνας μιας τέτοιας ζύμωσης. Στα μέσα του μήνα έγινε η Πρώτη Συνδιάσκεψη της Πετρούπολης και στις 24-29 Απρίλη η 7η Πανρωσική Συνδιάσκεψη. Είχε πλέον μείνει μόνο ένα μικρό δεξιό κομμάτι να υπερασπίζεται την παλιά γραμμή, με επικεφαλής τον Κάμενεφ, το οποίο συνέχιζε να έχει σημαντική όμως επιρροή. Οι μπολσεβίκοι δεν ήταν ένα κόμμα υπάκουων μελών. Η στροφή με τις θέσεις του Απρίλη ήταν μια επίπονη διαδικασία. Το αποτέλεσμα ήταν οτι στις μάχες της ρώσικης επανάστασης που ακολούθησαν ήταν πλέον το μόνο κόμμα με ξεκάθαρο και εντελώς διαφορετικό προσανατολισμό, τον προσανατολισμό: “Όλη η εξουσία στα σοβιέτ”.


Οι μέρες του Ιούλη    

Τον Απρίλη του 1917 ο Λένιν έδωσε μια σκληρή μάχη στο κόμμα των μπολσεβίκων για να αποκτήσει το κόμμα ένα ξεκάθαρο προσανατολισμό: δεν υπάρχουν τείχη που χωρίζουν τη δημοκρατική από τη σοσιαλιστική επανάσταση, την ανατροπή της τσαρικής απολυταρχίας από την εργατική εξουσία. Αυτό σήμαινε το σύνθημα «όλη η εξουσία στα σοβιέτ». Στις πρώτες μέρες του Ιούλη του 1917 ξέσπασε ένα κίνημα εκατοντάδων χιλιάδων εργατών και στρατιωτών στην Πετρούπολη οι οποίοι απαιτούσαν να περάσει «όλη η εξουσία στα σοβιέτ». Αυτό το κίνημα ηττήθηκε. Ήταν μια κρίσιμη στιγμή για την πορεία της επανάστασης, που προκάλεσε έντονες συζητήσεις στο εσωτερικό των μπολσεβίκων. 

Στις επαναστατικές καταστάσεις οι εξελίξεις τρέχουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και οι ιδέες εκατομμυρίων ανθρώπων αλλάζουν το ίδιο γρήγορα. Οι ίδιες οι εμπειρίες δίνουν μέσα σε λίγες μέρες σε αυτούς που συμμετέχουν στα γεγονότα πολιτικά μαθήματα που σε άλλες συνθήκες θα χρειαζόταν χρόνια υπομονετικής πολιτικής παρέμβασης για να αφομοιωθούν. Ο Ιούλης του 1917 ήταν ένα τέτοιο σημείο καμπής στη ρώσικη επανάσταση. 

Στις 18 Ιούνη ξεκίνησε η γενική επίθεση στο μέτωπο που είχε προαναγγείλει με τυμπανοκρουσίες ο υπουργός –ακόμα- Άμυνας, ο Κερένσκι. Στην αρχή η επίθεση συνάντησε κάποιες μικρές επιτυχίες αλλά σύντομα η ορμή της ανακόπηκε, τα στρατεύματα καθηλώθηκαν με τρομερές απώλειες. Ο στρατός, εκατομμύρια αγρότες με στολή, πολύ απλά δεν ήθελε να πολεμήσει. Ένα κύμα ανταρσίας απλωνόταν σαν «μικρόβιο» από μονάδα σε μονάδα, ολόκληρα τμήματα αρνούνταν απλά να εκτελέσουν τη διαταγή για να πάνε στη πρώτη γραμμή του μετώπου. Τι να τις κάνουμε τις υποσχέσεις για γη και δημοκρατία, σκέφτονταν οι φαντάροι, αν είμαστε σκοτωμένοι; Όλο και περισσότερο στο μέτωπο άρχισαν να βρίσκουν απήχηση τα συνθήματα των μπολσεβίκων, παρόλο που οι οργανωμένοι μπολσεβίκοι ήταν σαν σταγόνα στον ωκεανό. 

Το ίδιο συνέβαινε και στην Πετρούπολη. Στις 21 Ιούνη, το Πρώτο Σύνταγμα Πολυβολητών, όπου η επιρροή των μπολσεβίκων ήταν ιδιαίτερα έντονη, έκανε γενική συνέλευση κι αποφάσισε «να μην στείλουν πια άλλες δυνάμεις στο μέτωπο παρά μόνο στην περίπτωση που ο πόλεμος θα έπαιρνε επαναστατικό χαρακτήρα». Και οι στρατιώτες δεν περιορίζονταν μόνο στα λόγια. Στις γραμμές τους άρχισε να κυριαρχεί όλο και περισσότερο η ιδέα ενός ένοπλου κινήματος. Η ιδέα ήταν μεταδοτική από σύνταγμα σε σύνταγμα και από εργοστάσιο σε εργοστάσιο. 

Ένα μεγάλο τμήμα της Στρατιωτικής Οργάνωσης και της Επιτροπής Πετρούπολης των μπολσεβίκων έσπρωχναν προς αυτή την κατεύθυνση. Έχουμε ξεκαθαρίσει, λέγανε στις κομματικές διαδικασίες, από τον Απρίλη την προοπτική του κόμματος, η επανάσταση δεν τελείωσε η πραγματική νίκη της θα έρθει με το §όλη η εξουσία στα σοβιέτ». Και τώρα, στα εργοστάσια, στις γειτονιές και τις μονάδες μας οι συνάδελφοί μας μας λένε, τι περιμένετε; Προχωράτε να τελειώνουμε. 

Ο Μάρτιν Λάτσις, αντιπρόσωπος της πανίσχυρης οργάνωσης του Βίμποργκ, παραπονιόταν από τον Ιούνη κιόλας ότι «το κόμμα παίζει το ρόλο του πυροσβέστη.» Είχε να στηρίξει αυτή την ανυπόμονη άποψη σε πραγματικά στοιχεία. Όταν ξέσπασε η επανάσταση τον Φλεβάρη, οι μπολσεβίκοι είχαν 2.000 μέλη στην Πετρούπολη. Τον Απρίλη είχαν φτάσει τις 16.000. Στα τέλη Ιούνη τις 32.000. Επίσης 2.000 στρατιώτες της φρουράς της πόλης ήταν πια μέλη της «Στρατιωτικής Οργάνωσης» των μπολσεβίκων. Αυτοί οι αριθμοί μπορεί να φαίνονται μικροί σε σχέση με τις 390.000 εργοστασιακών εργατών της Πετρούπολης και των περισσότερων από 300.000 φαντάρων και ναυτών της πόλης και του γειτονικού φρουρίου στο νησί της Κρονστάνδης. Όμως η επιρροή των μπολσεβίκων μεγάλωνε με άλματα.

Στα εργοστάσια η δυσαρέσκεια για την πολιτική των «συμβιβαστών» στις ηγεσίες των σοβιέτ φούντωνε και μαζί η αγανάκτηση για τη χειροτέρευση των συνθηκών ζωής. Απεργίες ξεσπούσαν καθημερινά. Και σιγά-σιγά η σύνθεση των «εργατικού τμήματος» του Σοβιέτ της Πετρούπολης άρχισε να αλλάζει, στις αρχές του Ιούλη η πλειοψηφία των αντιπροσώπων ήταν μπολσεβίκοι ή κόσμος που επηρέαζαν. 

Το Μάρτη, η εξουσία είχε παραδοθεί ουσιαστικά από την Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ στην προσωρινή κυβέρνηση, με τον όρο ότι τα επαναστατικά στρατεύματα που είχαν παίξει αποφασιστικό ρόλο στην επανάσταση του Φλεβάρη δεν θα απομακρύνονταν από την πόλη. Μέσα σε λίγους μήνες τα πράγματα είχαν αλλάξει. Οι δεκάδες χιλιάδες φαντάροι είχαν πάει προς τα’ αριστερά, επηρεασμένοι από την επαφή με τους εργάτες στις συνοικίες. Η «Στρατιωτική Οργάνωση» των Μπολσεβίκων μπορούσε πια να μετράει την επιρροή της με όρους συνταγμάτων που μπορούσε να κινητοποιήσει. Και την ίδια στιγμή, οι ηγεσίες των σοβιέτ, των κομμάτων των εσέρων και των μενσεβίκων- πήγαιναν ακόμα πιο δεξιά. Όχι μόνο καμιά από τις «μεταρρυθμίσεις» που υπόσχονταν ότι θα φέρουν με την στήριξή τους στην προσωρινή κυβέρνηση δεν ερχόταν, αλλά πια ήταν έτοιμοι να τους στείλουν στο σφαγείο του μετώπου. 

Ο Λένιν διαφωνούσε έντονα με τη λογική που έκφραζαν αυτά τα τμήματα του μπολσεβίκικου κόμματος. Επέμενε ότι δεν ήρθε ακόμα η ώρα της ένοπλης εξέγερσης, γιατί η πλειοψηφία δεν θα ακολουθούσε, η Πετρούπολη θα έμενε απομονωμένη και θα σφαζόταν.

Χρησιμοποιώντας το όνομα του αρχισφαγέα της Παρισινής Κομμούνας το 1871, του στρατηγού Καβαινιάκ, ο Λένιν έγραφε στις 13 Ιούνη: «Το σοσιαλιστικό προλεταριάτο και το κόμμα μας πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ψύχραιμο και συγκροτημένο, πρέπει να δείξει τη μεγαλύτερη επιμονή και επαγρύπνηση. Ας αφήσουμε τους μέλλοντες Καβαινιάκ να αρχίσουν πρώτοι. Οι εργάτες της Πετρούπολης θα περιμένουν τη δική τους ώρα, μαζεύοντας τις δυνάμεις τους και προετοιμάζοντας την αντίσταση όταν αυτοί οι κύριοι αποφασίσουν να περάσουν από τα λόγια στις πράξεις». Στις 21 Ιούνη επεσήμαινε πάλι: «Αυτό που καθορίζει τη στάση και τη συμπεριφορά του κόμματός μας είναι το βασικό και γενικό γεγονός ότι η πλειοψηφία δείχνει ακόμα εμπιστοσύνη στη μικροαστική πολιτική των μενσεβίκων και των εσέρων που εξαρτώνται από τους καπιταλιστές». 

Ο Λένιν συνιστούσε υπομονή και ψυχραιμία. Αλλά οι εξελίξεις έτρεχαν. Στις 2 Ιούλη, τέσσερις υπουργοί από το κόμμα των Καντέ (Συνταγματικοί Δημοκράτες, το κύριο αστικό κόμμα) αποχώρησαν από την κυβέρνηση. Τυπικά για λόγους που είχαν να κάνουν με τους χειρισμούς για την Ουκρανία, ουσιαστικά για να εκβιάσουν τους μενσεβίκους και τους εσέρους για περισσότερες υποχωρήσεις: να αποδεχτούν ότι τα σοβιέτ είχαν απλά ένα διακοσμητικό ρόλο, ότι θα τερματιζόταν το καθεστώς της «δυαδικής εξουσίας» που είχε προκύψει από την επανάσταση του Φλεβάρη. 

Η κυβερνητική κρίση ήταν για τον κόσμο στα στρατόπεδα και τις εργατογειτονιές η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Στις 3 Ιούλη το Πρώτο Σύνταγμα των Πολυβολητών παίρνει απόφαση να πραγματοποιήσει ένοπλη διαδήλωση με αίτημα «όλη η εξουσία στα σοβιέτ» και άμεση ειρήνη. Αντιπρόσωποι στέλνονται στα άλλα συντάγματα, στα γειτονικά εργοστάσια. Πυρετώδεις προετοιμασίες αρχίζουν να γίνονται για το κατέβασμα στο κέντρο της Πετρούπολης, στις έδρες της προσωρινής κυβέρνησης και της Εκτελεστικής Επιτροπής των Σοβιέτ στο μέγαρο της Ταυρίδας. Το βράδυ ένα τεράστιο πλήθος εργατών και στρατιωτών, ολόκληρα συντάγματα και εργοστάσια είχαν βρεθεί έξω από το μέγαρο της Ταυρίδας. Στη διαδρομή λοξοδρομούσαν για να περάσουν από το «Παλάτι της Κεσίνσκαγια» την έδρα της Κεντρικής Επιτροπής του μπολσεβίκικου κόμματος. Η ένοπλη κάθοδος στο κέντρο δεν ήταν αναίμακτη, στη διαδρομή δεξιοί αξιωματικοί και Κοζάκοι συγκρούστηκαν με τους διαδηλωτές και υπήρξα τα πρώτα θύματα.

Το βράδυ της 3 Ιούλη στη σύσκεψη που έκαναν οι μπολσεβίκοι ανακοινώθηκε η απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής τους που ζητούσε το σταμάτημα της κινητοποίησης. Όμως, μετά από πολύωρες συζητήσεις η απόφαση αυτή ανατρέπεται. Κανείς δεν θα μπορούσε να συγκρατήσει τους εργάτες και τους στρατιώτες να βαδίσουν και την επόμενη μέρα, και υπήρχε περίπτωση αυτή τη φορά η διαδήλωση να καταλήξει σε μια αιματοβαμμένη, χαοτική αναμέτρηση. 

Θα μπούμε επικεφαλής του κινήματος είπαν οι μπολσεβίκοι, για να του δώσουμε οργανωμένο χαρακτήρα. Ο Κάμενεφ ένα από τα πιο γνωστά στελέχη των μπολσεβίκων δήλωσε στην συνεδρίαση των εκτελεστικών επιτροπών των Σοβιέτ: «Δεν καλέσαμε σε διαδήλωση, μα οι λαϊκές μάζες κατέβηκαν από μόνες τους στο δρόμο…Και από την στιγμή που βγήκαν έξω οι μάζες, η θέση μας είναι ανάμεσα σε αυτές. Το καθήκον μας είναι τώρα να δώσουμε στο κίνημα χαρακτήρα οργανωμένο». Οι μπολσεβίκοι ποτέ δεν είπαν ψέματα στους εαυτούς τους και στην εργατική τάξη. Και ποτέ δεν άφησαν το κίνημα στη μοίρα του «νίπτοντας τας χείρας» σαν Πόντιοι Πιλάτοι. 

Πράγματι η διαδήλωση της 4 Ιούλη ήταν επιβλητική. Ο Τρότσκι στην «Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης» υπολογίζει σε πεντακόσιες χιλιάδες τον αριθμό των διαδηλωτών. Στη διάρκειά της έγιναν κάποιες σκληρές συγκρούσεις με δεκάδες θύματα. Αλλά φτάνοντας έξω από το ανάκτορο της Ταυρίδας, οι διαδηλωτές βρέθηκαν μπροστά σε ένα αδιέξοδο. Είχαν κατέβει απαιτώντας να περάσει όλη η εξουσία στα σοβιέτ «να φύγουν οι δέκα καπιταλιστές υπουργοί.» Όμως, η ηγεσία των σοβιέτ αρνιόταν να κάνει αυτό το βήμα. Παρά τα όπλα και τα αυτοκίνητα φορτωμένα με πολυβόλα και κόκκινες σημαίες με μπολσεβίκικα συνθήματα, η πλειοψηφία αυτών που διαδήλωναν, στην πραγματικότητα ζητούσε από τα κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων –τα κόμματα του συμβιβασμού- να ακολουθήσουν μια επαναστατική πολιτική. Υπάρχει ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο που διηγείται ένας άλλος ιστορικός της επανάστασης, ο αριστερός μενσεβίκος Σουχάνοφ. Ένας εργάτης που άκουγε τον Τσερετέλι, το μενσεβίκο πρόεδρο της ΕΕ των Σοβιέτ, να τους μιλάει έξω από το Ανάκτορο της Ταυρίδας, πετάχτηκε μπροστά του κουνώντας οργισμένος τη γροθιά και λέγοντας: «Ε, τότε σκύλας γιε, πάρε την εξουσία όταν σου τη δίνουνε!»

Όπως εξηγεί ο Τρότσκι: «Οι εργάτες και οι στρατιώτες ένιωθαν ζωηρά την αντίθεση ανάμεσα στην ψυχική τους κατάσταση και την πολιτική του Σοβιέτ, δηλαδή ανάμεσα σε αυτό που υπήρξαν χτες και σ’ αυτό που ήταν σήμερα. Όταν ξεσηκώνονταν για την εξουσία των σοβιέτ δεν δίνανε καθόλου την εμπιστοσύνη τους στη συμφιλιωτική πλειοψηφία. Μα δεν ήξεραν πώς να απαλλαγούν από αυτή. Να την ανατρέψουν με τη βία θα ήταν σαν να διαλύουνε τα σοβιέτ αντί να τους μεταβιβάσουνε την εξουσία. Προτού βρουν το δρόμο για την ανανέωση των σοβιέτ, οι εργάτες και οι στρατιώτες δοκίμασαν να τα υποτάξουν στη θέλησή τους με τη μέθοδο της άμεσης δράσης…Υπήρχαν ακόμα όχι λίγες αυταπάτες ότι με το λόγο και τη διαδήλωση μπορούσε κανείς να καταφέρει τα πάντα ότι φοβερίζοντας τους μενσεβίκους και τους σοσιαλεπαναστάτες θα μπορούσε κανείς να τους παρακινήσει ν’ ακολουθήσουν μια πολιτική κοινή μαζί με τους μπολσεβίκους».

Το βράδυ πια της 4 Ιούλη η διαδήλωση άρχισε να φυλλορροεί. Οι φάλαγγες των εργατών και των στρατιωτών άρχισαν να επιστρέφουν κουρασμένες στις εργατικές συνοικίες και τους στρατώνες χωρίς να έχουν φέρει το αποτέλεσμα που θέλανε με τη παρέμβασή τους. Την ίδια στιγμή σε διάφορα σημεία της πόλης ξεσπούσαν αψιμαχίες ανάμεσα στους υποχωρούντες διαδηλωτές και τους υποστηρικτές της προσωρινής κυβέρνησης που ένιωθαν πια ότι τους παίρνει να περάσουν στην αντεπίθεση. Την επόμενη μέρα, οι Εκτελεστικές Επιτροπές των Σοβιέτ κατάφεραν να συγκεντρώσουν πιστά στρατιωτικά τμήματα για να «υπερασπίσουν την επαναστατική δημοκρατία από τους τυχοδιώκτες». Ήταν κάποια τμήματα από το μέτωπο, αλλά στην πλειοψηφία τους ήταν μονάδες που είχαν κρατήσει ουδέτερη στάση στις προηγούμενες μέρες των κινητοποιήσεων. Τελικά αποδείχτηκε ότι δεν ήταν όλη φρουρά τόσο αποφασιστικά με τη μεριά των μπολσεβίκων. Η Κεντρική Επιτροπή του μπολσεβίκικου κόμματος μπροστά σε αυτή την κατάσταση αποφάσισε να καλέσει επίσημα στο σταμάτημα των διαδηλώσεων. 

Τις επόμενες μέρες θα ξεκίναγε ένα κύμα αντίδρασης. Το τυπογραφείο της «Πράβντα» της εφημερίδας των μπολσεβίκων καταστράφηκε, εκατοντάδες ναύτες στρατιώτες και εργάτες ρίχτηκαν στη φυλακή. Το αρχηγείο του κόμματος στο παλάτι της Κεσίνσκαγια καταλήφθηκε από στρατό. (Το ίδιο τμήμα λίγους μήνες μετά, τον Οκτώβρη θα περνούσε με τη μεριά των μπολσεβίκων). Ο ίδιος ο Λένιν αναγκάστηκε να κρυφτεί γιατί τον καταζητούσαν επίσημα για να δικαστεί ως «Γερμανός κατάσκοπος.» Το κόμμα των μπολσεβίκων για κάμποσες βδομάδες αναγκάστηκε να λειτουργήσει σε συνθήκες ημι-παρανομίας. Για ένα χρονικό διάστημα φαινόταν ότι η αντίδραση είχε πάρει το πάνω χέρι και ότι η επανάσταση έπαιρνε καθοδική τροχιά. Δεν ήταν έτσι τα πράγματα. 

Αυτό που καταφέρανε οι μπολσεβίκοι, παρά τις ταλαντεύσεις τους, ήταν να σώσουν το κίνημα και να προετοιμάσουν το έδαφος για τις επόμενες μεγάλες μάχες. Θα μπορούσαν να πάρουν την εξουσία στις 3-4 Ιούλη, η προσωρινή κυβέρνηση ήταν παντελώς αδύναμη. Αλλά ακόμα κι έτσι ούτε η πλειοψηφία των εργατών στην υπόλοιπη Ρωσία, ούτε η πλειοψηφία των στρατιωτών θα ακολουθούσε. Η Πετρούπολη θα έμενε πολιορκημένη και, όπως επισημαίνει ο Τρότσκι «με αυτούς τους όρους η εξέγερση θα κατέληγε στην τραγωδία μιας Κομμούνας της Πετρούπολης». 

Τα «Ιουλιανά» ήταν ένα μεγάλο σχολείο. Και για τους μπολσεβίκους και για τους εργάτες. Οι εργάτες άρχισαν να βγάζουν πιο βαθιά πολιτικά συμπεράσματα, να μην συμπαθούν απλά τους μπολσεβίκους –που ήταν κάθε μέρα δίπλα τους και έδιναν φωνή στις ελπίδες τους- αλλά και να τους εμπιστεύονται –να γίνονται οι ίδιοι μπολσεβίκοι. 'Οπως επισημαίνει ο Tρότσκι: «Η σπουδαιότητα μιας πρωτοπορίας με σφιχτές γραμμές παρουσιάζεται για πρώτη φορά σε όλη της τη δύναμη στα Ιουλιανά, όταν το κόμμα –πληρώνοντάς το ακριβά- σώζει το προλεταριάτο από τη συντριβή και εξασφαλίζει το μέλλον της επανάστασης και το δικό του». 

Όσο για τους μπολσεβίκους και τα Ιουλιανά, μιλάει σωστά ένας εχθρός τους, ο καθηγητής Μιλιούκοβ, ο ηγέτης του κόμματος των Kαντέτων: «Σαν τεχνική δοκιμή το πείραμα υπήρξε γι’ αυτούς το δίχως άλλο εξαιρετικά χρήσιμο. Τους έδειξε με ποια στοιχεία είχαν να κάνουν. Πώς έπρεπε να οργανώσουν αυτά τα στοιχεία τέλος ποια αντίσταση μπορεί να προβάλει η κυβέρνηση, ο στρατός, το Σοβιέτ… Ηταν φανερό πως όταν έφτανε η στιγμή να επαναληφθεί το πείραμα θα το πραγματοποιούσαν πιο συστηματικά και πιο συνειδητά». 
Η επανάληψη του «πειράματος» ήρθε τον Οκτώβρη. Στους επόμενους μήνες οι μπολσεβίκοι θα χρειαζόταν με μια επίπονη διαδικασία να κατακτήσουν την πλειοψηφία, να αποφύγουν τις προκλήσεις για μια πρόωρη σύγκρουση. 

Ο Τρότσκι γράφει: «Η σύνεση είναι τροχοπέδη όχι κίνητρο. Κανένας ακόμα δεν ταξίδεψε πάνω σε τροχοπέδη, όπως κανένας δεν έχτισε ποτέ τίποτα μεγάλο πάνω στη φρόνηση. Σύγκαιρα όμως οι μπολσεβίκοι ήξεραν πολύ καλά πως η πάλη απαιτεί υπολογισμό των δυνάμεων πως πρέπει να σαι συνετός για να έχεις το δικαίωμα να είσαι ριψοκίνδυνος». Ο Λένιν, ο Τρότσκι και οι –περισσότεροι- μπολσεβίκοι ήταν συνετοί τον Ιούλη και ριψοκίνδυνοι τον Οκτώβρη.



Πραξικόπημα Κορνίλοφ

Τα “Ιουλιανά” είχαν δυσκολέψει πάρα πολύ την κατάσταση στη Ρωσία. Στις αρχές Ιούλη είχε ξεσπάσει μια ένοπλη εξέγερση στην Πετρούπολη που απείλησε να ρίξει την Προσωρινή Κυβέρνηση. Ομως ήταν μια ανεξέλεγκτη και ασχεδίαστη έφοδος, περιορισμένη στην πρωτεύουσα, που κατέληξε να βγάλει τη δεξιά από το περιθώριο. Τον Ιούλη ένα κύμα καταστολής είχε σαρώσει τη χώρα, πολλοί επαναστάτες ρίχτηκαν στη φυλακή ή αναγκάζονταν να κρύβονται.

Ο ρόλος των σοβιέτ κινδύνευε να γίνει διακοσμητικός και η προσωρινή κυβέρνηση ένιωθε άνετα να ανοίγει ανοιχτό διάλογο με τους νοσταλγούς του Τσάρου. Η αντίδραση οργάνωνε την αντεπίθεσή της με όπλο την απειλή “η Πατρίδα κινδυνεύει”. Οι ήττες του ρώσικου στρατού στο μέτωπο πρόσφεραν σοβαρά επιχειρήματα σ' αυτήν την τρομοκρατία. Το φταίξιμο πέφτει στους Μπολσεβίκους, στους φαντάρους που δεν πολεμάνε αλλά έχουν μπλέξει στην “πολιτική”, στην “αναρχία” που επικρατεί στην Πετρούπολη, στα σοβιέτ που δεν αφήνουν το κράτος να λειτουργήσει. Ο Λένιν και πολλά στελέχη της ηγεσίας των Μπολσεβίκων κρύβονταν από φόβο σύλληψης και άμεσης εκτέλεσης. Ιδιαίτερα απέναντι στον Λένιν είχε ξεκινήσει μια μαύρη εκστρατεία λάσπης ότι είναι “γερμανός πράκτορας”. 

Στην πράξη όμως, πέρα από αυτή την ιδεολογική αντεπίθεση, οι δυνάμεις της αντεπανάστασης δεν είχαν ενισχυθεί. Πολλοί περισσότεροι εργάτες και αγρότες είχαν βγει οπλισμένοι από την εξέγερση του Ιούλη και οι στρατιώτες συνέχιζαν να μην υπακούν τους στρατηγούς τους. Ετσι όλο και πιο πολύ στους κύκλους της άρχουσας τάξης συζητιέται η δυνατότητα μιας δικτατορίας που θα διαλύσει τα σοβιέτ και θα επιβάλει την “τάξη”. Ο στρατηγός Κορνίλοφ θεωρείται από πολλούς ιδανικός για το ρόλο του “σωτήρα-δικτάτορα”.

Η προσωρινή κυβέρνηση έχει φαινομενικά αλλάξει προς τα αριστερότερα. Στη θέση του πρωθυπουργού δεν είναι πλέον ο πρίγκιπας Λβοφ, του αστικού κόμματος των Καντέ, αλλά ο δικηγόρος Κερένσκι, μέλος των Τρουντοβίκι, ένα παρακλάδι των Eσέρων. Στην πραγματικότητα οι Μενσεβίκοι και οι Σοσιαλεπαναστάτες έχουν κατρακυλήσει ακόμα περισσότερο προς τα δεξιά. Ο Κερένσκι έλπιζε πως καθώς η πόλωση ανάμεσα στους Μπολσεβίκους και τη Δεξιά βάθαινε όλο και πιο πολύ, θα μπορούσε στη θέση του πρωθυπουργού να κυβερνάει ανενόχλητος ισορροπώντας ανάμεσά τους. Στις 12 Αυγούστου συγκάλεσε μια Κρατική Διάσκεψη με αντιπροσώπους από όλα τα πολιτικά ρεύματα, τα επαγγέλματα και τις κοινωνικές τάξεις στη Μόσχα, για να προβάλει ότι υπάρχει συναίνεση για την πολιτική της κυβέρνησης.

Η Κρατική Διάσκεψη ήταν ένα σκέτο θέατρο. Εγινε στη Μόσχα, γιατί η Πετρούπόλη περέμενε απαγορευμένη πόλη για τους μεγαλοκαπιταλιστές και τους στρατηγούς. Οι Μπολσεβίκοι όχι μόνο μποϊκοτάρησαν τη Διάσκεψη αλλά οργάνωσαν γενική απεργία η οποία είχε καθολική επιτυχία. Η δύναμη της εργατικής τάξης κυνηγούσε την άρχουσα τάξη όσο ανατολικά και να προσπαθούσε να στήσει τις μαζώξεις της. Τραμ, εστιατόρια και καφενεία παρέμειναν κλειστά και χάλασαν όποιο πανηγυρικό χαρακτήρα μπορούσε να έχει η Διάσκεψη. Μέσα στην αίθουσα, δύο ήταν οι “πρωταγωνιστές”. Από τη μια μεριά ο Κερένσκι που προσπαθούσε να πείσει την Αριστερά ότι μπορεί να υπερασπίσει τη Δημοκρατία απέναντι σε κίνδυνο πραξικοπήματος. Την ίδια ώρα προσπαθούσε να πείσει τη Δεξιά ότι αποτελεί εγγύηση απέναντι στον μπολσεβίκικο “κίνδυνο”. Ο δεύτερος πρωταγωνιστής ήταν ο στρατηγός Κορνίλοφ. Και ο Κορνίλοφ υποσχόταν ότι θα σώσει τη Δημοκρατία, αλλά με πιο “τσεκουράτο” τρόπο, διαλύοντας τα σοβιέτ και όλες τις κατακτήσεις που πέτυχαν οι εργάτες με την επανάσταση του Φλεβάρη. Ο Κορνίλοφ απειλούσε ότι σε λίγες μέρες η Ρίγα θα πέσει στα χέρια των Γερμανών.

Οι εργάτες ήξεραν ήδη ότι πολλοί στρατηγοί ήθελαν την πτώση της Ρίγας. Ήξεραν ότι στους κόλπους των στρατηγών συζητιόταν ακόμα και η κατάληψη της Πετρούπολης από τους Γερμανούς. Ο γερμανικός στρατός θα κατέστειλε την επανάσταση και οι στρατηγοί θα επέβαλαν τη δικτατορία τους στην υπόλοιπη Ρωσία για να σώσουν τον ρώσικο καπιταλισμό. 

Η Ρίγα όντως έπεσε στις 21 Αυγούστου. Για την άρχουσα τάξη ήταν σήμα ότι η λύση Κορνίλοφ ήταν αναγκαία. Ήδη από τις 19 Αυγούστου ο Κορνίλοφ έχει στείλει μήνυμα στον Κερένσκι με το οποίο του ζητάει να του παραδώσει τον έλεγχο της Πετρούπολης. Ο Κερένσκι έπαιζε με την ιδέα να επιτρέψει στον Κορνίλοφ να επιβάλει δικτατορία στην Πετρούπολη και ο Κορνίλοφ άρχισε να οργανώνει στρατιωτικές δυνάμεις για να εισβάλει στην πρωτεύουσα. Όσο όμως το σχέδιο δικτατορίας προχωρούσε, τόσο ο Κερένσκι έβλεπε την πιθανότητα να πέσει και ο ίδιος θύμα αυτής της δικτατορίας. Στις 27 Αυγούστου καθαίρεσε τον Κορνίλοφ από αρχιστράτηγο, μια κίνηση που με τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει το πραξικόπημα.

Οι πολιτικές πρωτοβουλίες που πήραν οι Μπολσεβίκοι εκείνες τις κρίσιμες μέρες ήταν αυτές που καθόρισαν την παταγώδη αποτυχία του πραξικοπήματος και άνοιξαν το δρόμο για τη νίκη της επανάστασης του Οκτώβρη. Η τακτική που πρότεινε ο Λένιν και ακολουθήθηκε στα τέλη Αυγούστου είναι τεράστιο πολιτικό μάθημα μέχρι σήμερα και αξίζει την προσοχή μας.

Υπήρχαν δύο δυνατοί κίνδυνοι στην αντίδραση των μπολσεβίκων απέναντι στο πραξικόπημα. Ο ένας ήταν να υποτιμήσουν την απειλή και να πουν “Τι Κορνίλοφ, τι Κερένσκι”. Εξάλλου ήταν η “αριστερή” κυβέρνηση Κερένσκι που είχε βάλει στο στόχαστρό της τους Μπολσεβίκους, τους είχε οδηγήσει σε μισοπαρανομία και έδινε τροφή στην εκστρατεία ότι ο Λένιν ήταν πράκτορας των Γερμανών. Θα μπορούσε κανείς να πει “πόσο χειρότερος είναι ο Κορνίλοφ”; Ο αντίθετος κίνδυνος που είχε και πιο πολλούς υποστηρικτές ήταν να εγκαταλειφθεί κάθε αγώνας ενάντια στον Κερένσκι, και οι Μπολσεβίκοι να διαθέσουν τις δυνάμεις τους στην υπηρεσία της κυβέρνησης απέναντι στην απειλή του Κορνίλοφ.

Ο Λένιν ανέλαβε να στρίψει για ακόμα μια φορά την κατεύθυνση των Μπολσεβίκων, εξηγώντας στα μέλη του κόμματος ότι το δίλημμα “ή με τον Κερένσκι ή με τον Κορνίλοφ” δεν είναι πραγματικό. “Θα ακολουθήσουμε τον πλάγιο δρόμο”, έλεγε χαρακτηριστικά. Ξεκαθάριζε πρώτα απ' όλα ότι δεν μπορούν να υπάρξουν ίσες αποστάσεις ανάμεσα στον Κερένσκι και τον Κορνίλοφ. Προείχε η αντιμετώπιση του Κορνίλοφ, ήταν ζήτημα επιβίωσης της επανάστασης. Ομως ο πόλεμος ενάντια στον Κορνίλοφ δεν έπρεπε να είναι άμυνα αλλά επίθεση και μάλιστα διπλή επίθεση τόσο ενάντια στον Κορνίλοφ όσο και ενάντια στον Κερένσκι.

Ας το πούμε πιο απλά, χρησιμοποιώντας τα λόγια του Λένιν. “Ο τρόπος του πολέμου ενάντια στον Κορνίλοφ πρέπει να γίνει με επαναστατικό τρόπο. Να βάλουμε τις μάζες μέσα, να τις ξεσηκώσουμε, να τις διεγείρουμε (ο Κερένσκι φοβάται τις μάζες, φοβάται τους ανθρώπους)”. Το ζήτημα συνεπώς ήταν να μπουν οι μάζες στη μάχη ενάντια στον Κορνίλοφ και μέσα από αυτή τη μάχη να βγουν συμπεράσματα για το τι ρόλο παίζει ο Κερένσκι. “Δεν θα ανατρέψουμε τον Κερένσκι αυτή τη στιγμή. Θα προσεγγίσουμε το καθήκον της πάλης εναντίον του με διαφορετικό τρόπο, δηλαδή θα τονίσουμε στον κόσμο που παλεύει εναντίον του Κορνίλοφ, τις αδυναμίες και τις ταλαντεύσεις του Κερένσκι.”

Πώς όμως θα γινόταν ξεκάθαρες αυτές οι αδυναμίες του Κερένσκι; Ο συγκεκριμένος τρόπος που πρότεινε ο Λένιν ήταν οι Μπολσεβίκοι να μπουν με όλη τους την όρεξη στην προετοιμασία της μάχης με τον Κορνίλοφ και να προβάλλουν επιμέρους αιτήματα, συγκεκριμένες κινήσεις με τις οποίες μπορεί να ηττηθεί το πραξικόπημα. Αυτά τα βήματα ήταν που θα αποκάλυπταν πως ο Κερένσκι ούτε θέλει, ούτε μπορεί να παλέψει. Για παράδειγμα, λέει ο Λένιν: “οπλίστε τους εργάτες της Πετρούπολης, καλέστε στην Πετρούπολη τα στρατεύματα από την Κροστάνδη, το Βάιμποργκ, το Ελσίνκι, διαλύστε τη Δούμα, συλλάβετε τον Ροτζιάνκο, νομιμοποιήστε τη μεταβίβαση των μεγάλων κτημάτων στους αγρότες, καθιερώστε εργατικό έλεγχο στην τροφοδοσία στα εργοστάσια κλπ κλπ. Πρέπει να παρουσιάσουμε αυτά τα αιτήματα όχι μόνο στον Κερένσκι -και όχι τόσο στον Κερένσκι- όσο στους εργάτες, τους στρατιώτες, τους αγρότες που συμπαρασύρθηκαν από ενθουσιασμό στην υπόθεση του αγώνα κατά του Κορνίλοφ. Πρέπει να διατηρήσουμε τον ενθουσιασμό τους, να τους ενθαρρύνουμε να αντιμετωπίσουν τους στρατηγούς και αξιωματικούς που έχουν κινηθεί υπέρ του Κορνίλοφ, να τους παρακινήσουμε να αξιώσουν την άμεση μεταφορά της γης στους αγρότες, να τους προτείνουνε ότι είναι αναγκαίο να συλληφθούν οι Ροτζιάνκο και Μιλιούκοφ, να διαλυθεί η Δούμα, να κλείσει η Ρετς και οι άλλες αστικές εφημερίδες και να αρχίσουν έρευνες εναντίον τους. Οι “αριστεροί” Εσέροι πρέπει ιδιαίτερα να παρακινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση”.

Ήταν μια τακτική που μετέπειτα οι Μπολσεβίκοι ονόμασαν “Ενιαίο Μέτωπο”. Οι μπολσεβίκοι διάλεγαν να παλεύουν μαζί με όλους τους εργάτες που ήθελαν να σταματήσουν τον Κορνίλοφ. Αλλά δεν έμεναν εκεί. Άνοιγαν δρόμους βάζοντας αιτήματα απέναντι στην κυβέρνηση, χωρίς ποτέ να κρύβουν ότι μετά τον Κορνίλοφ έρχεται η σειρά του Κερένσκι, η σειρά των εργατών να καταλάβουν την εξουσία.

Το πιο σημαντικό αίτημα ήταν ο εξοπλισμός των εργατών. Ήταν ολοφάνερο ότι αν μπορούσε κανείς να υπερασπιστεί την Πετρούπολη ήταν οι εργάτες με όπλα στα χέρια. Κάτι που φυσικά τρομοκρατούσε τον Κερένσκι. Όμως τα στρατεύματα του Κορνίλοφ βρίσκονταν καθ' οδόν. Ο Τύπος και όλα τα άλλα φερέφωνα της Δεξιάς έκαναν ό,τι μπορούσαν για να φουσκώσουν περισσότερο την απειλή για να ρίξουν το ηθικό των εργατών. Υποτίθεται ότι διεξαγόταν μια επέλαση. Το αποτέλεσμα όμως ήταν ότι ακόμα και οι πιο συντηρητικοί ρεφορμιστές ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν κάποιες από τις προτάσεις των Μπολσεβίκων. Κινδύνευε η ίδια τους η ζωή πλέον.

Ιδρύθηκε μια Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή που ανέλαβε να οργανώσει την άμυνα της πόλης, ανεξάρτητα από την κυβέρνηση. Οι Μπολσεβίκοι πρωτοστάτησαν στην ίδρυσή της, τα μέλη του κόμματος ήταν πλειοψηφία στην Επιτροπή και πήραν καίριες θέσεις. Με τους εργάτες να ελέγχουν ξανά την πόλη, όλοι οι στρατιωτικοί της Δεξιάς που είχαν πάρει θέσεις μετά τα Ιουλιανά ξηλώθηκαν. Ολόκληρη η επαναστατημένη πρωτεύουσα περίμενε το στρατό του Κορνίλοφ με το όπλο παρά πόδα. Όπως γράφει ο μενσεβίκος Σουχάνοφ: “Εκείνη τη νύχτα, στις 28 Αυγούστου και νωρίς το πρωί, οι μπολσεβίκοι άρχισαν μια πυρετώδη δράση στις εργατικές περιοχές. Ο στρατιωτικός μηχανισμός τους οργάνωσε μαζικές συγκεντρώσεις σε όλους τους στρατώνες. Παντού δόθηκαν οδηγίες -που υπακούστηκαν- να παραμείνουν όλοι με τα όπλα παρά πόδα και να είναι έτοιμοι για προέλαση. Το Σμόλνυ περίμενε τον Κορνίλοφ με όλα του τα φώτα αναμμένα”.

Οργανώθηκαν ομάδες ένοπλων εργατών για την προστασία των γειτονιών και των εργοστάσιων. Σε κάθε γειτονιά, οι εργάτες περίμεναν σε ουρές για να ενταχθούν στην ένοπλη φρουρά και να πάρουν τουφέκια. Γίνονταν μαθήματα στο τουφέκι και τη στόχευση. Όσοι δεν πήραν όπλα, άρχισαν να ανοίγουν χαρακώματα, να στήνουν συρματοπλέγματα. Το συνδικάτο των ταχυδρομικών έστελνε αντίγραφα των στρατιωτικών επιστολών στους επαναστάτες, το συνδικάτο των οδηγών αυτοκινήτων διέθεσε τα οχήματα στην επανάσταση. Οι τυπογράφοι έβγαζαν τις επαναστατικές εφημερίδες ακόμα πιο νωρίς απ' το συνηθισμένο, για να ενημερώνεται γρήγορα ο κόσμος.

Η εξέλιξη, όπως την περιγράφει ο Τρότσκι ήταν ότι το πραξικόπημα όχι μόνο κατέρρευσε αλλά “απωθήθηκε, θρυμματίστηκε, ρουφήχτηκε από τη γη”. “Οι σιδηροδρομικοί εκείνες τις μέρες έκαναν το καθήκον τους: κατά μυστήριο λόγο τα στρατεύματα στην πορεία τους ανακάλυπταν ότι κινούνταν σε λάθος πορεία. Συντάγματα να φτάνουν σε λάθος μεραρχία. Πυροβολικό να ακολουθεί αδιέξοδο δρόμο, τα επιτελεία να μην μπορούν να επικοινωνούν με τις μονάδες τους. Όλοι οι μεγάλοι σιδηροδρομικοί σταθμοί είχαν τα δικά τους σοβιέτ, τις δικές τους επιτροπές εργατών. Οι τηλεγραφητές τούς κρατούσαν ενήμερους για όλα τα γεγονότα, κινήσεις και αλλαγές ενώ εμπόδιζαν τις διαταγές του Κορνίλοφ να μεταδοθούν. Πληροφορίες άσχημες για τους Κορνιλοφιστές έπαιρναν αμέσως έκταση, πολλαπλασιάζονταν, διασκορπίζονταν, τοιχοκολλούνταν και περνούσαν από στόμα σε στόμα. Οι μηχανικοί, οι σταθμάρχες, οι λιπαντές, έγιναν προπαγανδιστές της αντίστασης. Μέσα σ' αυτή την ατμόσφαιρα ήταν αναγκασμένοι οι σχηματισμοί του Κορνίλοφ να προχωρήσουν ή μάλλον να καθηλωθούν”.

Κανένα στράτευμα του Κορνίλοφ δεν μπορούσε να τα βάλει με μια επαναστατημένη και εξοπλισμένη πρωτεύουσα. Πόσο μάλλον όταν είχαν συμβεί μια σειρά άλλες αλλαγές. Ολη η τρομοκρατία λόγω των Ιουλιανών είχε πάει στο πλάι. Ξαναδόθηκε η ευκαιρία για μαζικές συγκεντρώσεις, όπου βρέθηκαν και συζήτησαν μαζί εργάτες όλων των πολιτικών αποχρώσεων. Κανείς δεν μπορούσε να κατηγορήσει πλέον τους μπολσεβίκους για “πράκτορες”, καθώς ήταν αυτοί που βρίσκονταν εκεί, στην πρώτη γραμμή για την υπεράσπιση της Επανάστασης απέναντι στο πραξικόπημα. Το κλίμα φόβου έσπασε και μεταδόθηκε ακόμα και μέσα στους στράτευμα του Κορνίλοφ που δεν είχε πλέον καμιά διάθεση να πολεμήσει ενάντια στους εργάτες της Πετρούπολης. Οι Μπολσεβίκοι φαντάροι έπαιξαν ρόλο για να περάσει το κλίμα διάλυσης μέσα στο στράτευμα. Εξηγούσαν μέσα στις μονάδες το ρόλο του πραξικοπήματος και κατάφεραν να ξαναφέρουν στην καρδιά του στρατού τον διχασμό ανάμεσα σε αξιωματικούς και φαντάρους. Ήταν ο διχασμός που έβραζε στη διάρκεια του πολέμου, οδήγησε στην επανάσταση του Φλεβάρη, αλλά είχε μπει “κάτω από το χαλί” στη διάρκεια της δυαδικής εξουσίας, καθώς ακόμα και οι πιο στενοί φίλοι του Τσάρου ήταν πλέον “επαναστάτες”.

Τα αποτελέσματα της πετυχημένης εφαρμογής του ενιαίου μετώπου στη διάρκεια του πραξικοπήματος Κορνίλοφ ήταν μακροπρόθεσμα. Οι μπολσεβίκοι βγήκαν οι μεγάλοι νικητές. Δεν ήταν μόνο οι πιο θαρραλέοι και αταλάντευτοι στη μάχη ενάντια στον Κορνίλοφ, αλλά είχαν να προτείνουν ένα συγκεκριμένο σχέδιο για αυτή τη μάχη χωρίς να σπάσουν τους δεσμούς με τους υπόλοιπους εργάτες. Στις 31 Αυγούστου κέρδισαν την πλειοψηφία στο σοβιέτ της Πετρούπολης. Ο Τρότσκι εκλέγεται πρόεδρος του σοβιέτ, επιστρέφοντας στη θέση που είχε αναδειχθεί στην Επανάσταση του 1905. Στις 5 Σεπτέμβρη κέρδισαν την πλειοψηφία και στο Σοβιέτ της Μόσχας, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Ρωσίας, που πολιτικά όμως ήταν πιο πίσω από την Πετρούπολη. Κι αυτή ήταν μόνο η αρχή. Μέσα σε λίγες μέρες οι Μπολσεβίκοι σάρωναν παντού από τη μια άκρη της Ρωσίας ως την άλλη, σε Ευρώπη και Ασία. Στις δημοτικές εκλογές που έγιναν στη Μόσχα το Σεπτέμβρη οι μπολσεβίκοι πήραν 90%. Λίγους μόνο μήνες πριν, τον Ιούνη, οι Eσέροι είχαν πάρει 70%.

Οι επιτυχίες των Μπολσεβίκων αντανακλούν την άνοδο της αυτοπεποίθηση των εργατών. Ο Κερένσκι προσπαθεί με κόπο να αποκαταστήσει την τάξη στο στρατό. Αλλά οι στρατιώτες που είχαν πολεμήσει ενάντια στον Κορνίλοφ τώρα ένιωθαν τη δύναμη να λιντσάρουν και να ξηλώσουν όλους τους γαλονάδες που είχαν συνεργαστεί με το πραξικόπημα.

Οι Σοσιαλεπαναστάτες και οι Μενσεβίκοι παρόλα αυτά συνέχιζαν να υποστηρίζουν την κυβέρνηση Κερένσκι. Γι' αυτό και οι Μπολσεβίκοι επαναφέρουν ένα σύνθημα που οι ίδιοι είχαν εγκαταλείψει ως ανούσιο από το καλοκαίρι: “Όλη η εξουσία στα σοβιέτ”. Πλέον η πλειοψηφία στα Σοβιέτ περνάει στους Μπολσεβίκους που ζητάνε να πέσει η κυβέρνηση Κερένσκι. Τα σοβιέτ βγάζουν αποφάσεις μομφής κατά της κυβέρνησης και απαιτούν από την Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ, που είχε εκλεγεί όταν την πλειοψηφία είχαν ακόμα οι ρεφορμιστές, να πάρει την εξουσία. Το τοπίο πλέον είχε ξεκαθαρίσει για να δοθεί τέλος στη δυαδική εξουσία. Όχι όμως από τη μεριά της Δεξιάς, αλλά από τη μεριά των εργατών.


Οκτώβρης 

Οι επαναστάσεις είναι πολύ γρήγορες διαδικασίες. Από το ξέσπασμα του Φλεβάρη μέχρι την απόκρουση του πραξικοπήματος του Κορνίλοφ στα τέλη Αυγούστου είχαν γίνει τόσες πολλές ανατροπές στη Ρωσία που δεν είχαν γίνει τα προηγούμενα 100 χρόνια. Κι όμως, τα πράγματα θα έπαιρναν μια ακόμη πιο γρήγορη και καθοριστική τροπή τους επόμενους δύο μήνες.


Η κινητοποίηση των εργατών της Πετρούπολης, χάρη στις πρωτοβουλίες που πήραν οι Μπολσεβίκοι, είχε τσακίσει την προσπάθεια του Κορνίλοφ να πάρει την εξουσία. Αν το είχε καταφέρει, η Ρωσία δεν θα ήταν η πρώτη χώρα που βίωσε μια πετυχημένη σοσιαλιστική επανάσταση αλλά ίσως η πρώτη χώρα που θα βίωνε το φασισμό. Οι εργάτες είχαν βγει δυναμωμένοι και σίγουροι για τη δύναμή τους. Η προσωρινή κυβέρνηση είχε σωθεί από το πραξικόπημα και ο Κερένσκι και οι υπουργοί του είχαν ακόμη το κεφάλι τους στους ώμους τους. Όμως είχαν χάσει το ένα τους “πόδι”. Μέχρι τότε κυβερνούσαν με τον ισχυρισμό ότι προστατεύουν την επανάσταση τόσο απέναντι στους αντεπαναστάτες, όσο και απέναντι στους Μπολσεβίκους. Τώρα ο άμεσος κίνδυνος της αντεπανάστασης είχε υποχωρήσει και υπεύθυνοι γι' αυτό ήταν οι Μπολσεβίκοι.


Όμως οι κυβερνώντες δεν είχαν βάλει μυαλό. Ο Κερένσκι συνέχιζε να καλεί τις επαναστατικές επιτροπές μέσα στο στρατό να διαλυθούν, τις ίδιες επιτροπές που είχαν σταματήσει το πραξικόπημα. Ζητούσε από τους στρατιώτες να “υπερασπίσουν την πατρίδα”, συνεχίζοντας να πολεμάνε και από τους χωρικούς να σταματήσουν την “αναρχία” με τις καταλήψεις γης. Ουσιαστικά, κανείς δεν τον άκουγε. Ηδη ξεδιπλωνόταν μια τεράστια πολιτική μεταστροφή. Οι μπολσεβίκοι έπαιρναν πλέον την πλειοψηφία στην εργατική τάξη τόσο της Πετρούπολης όσο και της Μόσχας, ενώ δυνάμωναν και σε πολλά άλλα σημεία. 


Το δυνάμωμα των μπολσεβίκων ήταν κομμάτι μιας ευρύτερης διαδικασίας. Στην ύπαιθρο κορυφώθηκαν οι καταλήψεις στα χωράφια και στα αρχοντικά των γαιοκτημόνων. Οι εθνότητες της ευρωπαϊκής Ρωσίας (Φινλανδία, Βαλτική, Ουκρανία κ.α) έχαναν και το τελευταίο ίχνος υπομονής απέναντι στην Προσωρινή Κυβέρνηση που δεν υλοποιούσε καμία από τις υποσχέσεις της. Παράλληλα, μέσα στο στρατό είχε επανέλθει το κλίμα άγριας εχθρότητας των φαντάρων απέναντι στους αξιωματικούς. Πολλοί αξιωματικοί παρουσιάζονταν ως επαναστάτες από το Φλεβάρη και μετά. Πλέον ήταν όλοι ύποπτοι για πραξικοπηματίες. Το σύνθημα των μπολσεβίκων “Κάτω η Προσωρινή Κυβέρνηση. Όλη η εξουσία στα σοβιέτ”, όχι μόνο είχε ξανάρθει στην επιφάνεια αλλά φαινόταν πλέον να εκφράζει πλειοψηφικά στρώματα.


Ωστόσο, άλλο να το λες και άλλο να γίνεται. Η αλλιώς, σύμφωνα με μια φράση του Ενγκελς που έδινε και έπαιρνε ανάμεσα στους μπολσεβίκους το δίμηνο Σεπτέμβρη-Οκτώβρη: “Η εξέγερση είναι τέχνη”. Η φράση αυτή τόνιζε ότι στις κρίσιμες στιγμές της εξέγερσης, όταν η επανάσταση πρέπει να μεταφραστεί σε συγκεκριμένες πράξεις κατάληψης της εξουσίας, δεν αρκεί να είναι ώριμες οι “αντικειμενικές συνθήκες”. Χρειάζεται σκέψη, πρωτοβουλία, οργάνωση, αποφασιστικότητα, τόλμη και αποτελεσματικότητα. Η εφαρμογή της τέχνης της εξέγερσης τον Οκτώβρη του 1917 ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμα των Μπολσεβίκων.

Ας δούμε πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα.

Υποστήριξη


Ο Κερένσκι, στην προσπάθειά του να επιβάλει την τάξη πάνω στα επαναστατημένα στρατεύματα, μετά την ήττα του Κορνίλοφ, προσπάθησε να κερδίσει μεγαλύτερη υποστήριξη από την αριστερά. Οργάνωσε μια “Δημοκρατική Συνδιάσκεψη” που έγινε στην Πετρούπολη στις 14-21 Σεπτέμβρη, που θα αποφάσιζε την υποστήριξη της Αριστεράς σε μια νέα κυβέρνηση συνασπισμού, η οποία θα σχηματιζόταν ίσως μόνο από τα κόμματα της Αριστεράς (Μενσεβίκους, Εσέρους και Τρουντοβίκους). Αυτή η πρόταση εξαγοράς βρήκε υποστηρικτές στην ηγεσία αυτών των κομμάτων. Ήταν έτοιμοι να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τον πόλεμο, τον καπιταλισμό και την περιουσία των γαιοκτημόνων για χάρη της συμμετοχής τους στην κυβέρνηση και της σύγκλησης Συντακτικής Συνέλευσης, μιας πραγματικής Βουλής δηλαδή όπου οι Εσέροι αναμενόταν να έχουν την πλειοψηφία.

Οι ιδέες αυτές, ο λεγόμενος “συμφιλιωτισμός”, διαπερνάνε και την ηγεσία των μπολσεβίκων. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι δεν είναι κατάλληλη στιγμή για κατάληψη της εξουσίας. Ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ υποστηρίζουν ότι ούτε λόγος δεν πρέπει να γίνεται για εξέγερση. Η νέα προσωρινή κυβέρνηση θα είναι πιο αδύναμη από την προηγούμενη και θα έχει τα σοβιέτ ως διαρκές περίστροφο στον κρόταφό της. Άρα οι επαναστάτες δεν πρέπει να πάρουν την πρωτοβουλία να στραφούν εναντίον της. Ένα επιχείρημα που είχαν στη μεριά τους ήταν ότι οι αλλεπάλληλες περιπέτειες (η “άγρια” εξέγερση του Ιούλη και το πραξικόπημα του Κορνίλοφ) είχαν διδάξει την εργατική τάξη ότι είναι πολύ επικίνδυνο να κάνεις σπασμωδικές ενέργειες. Μάλιστα τα τμήματα των εργατών και των στρατιωτών που ήταν τα πλέον ανυπόμονα τον Ιούλη, στις βολιδοσκοπήσεις που έκαναν οι Μπολσεβίκοι, ήταν τώρα τα πιο συντηρητικά. Ηταν αυτοί που είχαν “κάψει τα δάχτυλά τους”, όπως γράφει ο Τρότσκι. Ομως η εξέγερση είναι τέχνη, ακριβώς γιατί αυτό που έμοιαζε χτες σαν σπασμωδική ενέργεια, αύριο μπορεί να μοιάζει σαν χαμένη ευκαιρία. Πλέον μετρούσε η κάθε μέρα.

Όπως είχε γίνει και τον Απρίλη, ο Λένιν ανέλαβε την προσπάθεια να στρίψει τα πράγματα στο εσωτερικό της ηγεσίας των μπολσεβίκων. Έγραψε και δημοσίευσε κείμενα σταθμούς, όπως το “Κράτος και Επανάσταση” και το “Μπορούν οι Μπολσεβίκοι να διατηρήσουν την εξουσία”. Στη διάρκεια αυτής της εσωκομματικής μάχης απείλησε ακόμη και ότι θα παραιτηθεί από την Κεντρική Επιτροπή, ερχόμενος σε σύγκρουση με την υπόλοιπη ηγεσία. Ο Λένιν από το “φρένο” που πρότεινε τον Ιούλη τώρα είχε περάσει στο “γκάζι”. Οι αντίπαλοί του μπορούσαν να στρέφουν εναντίον του τα δικά του επιχειρήματα από τα γεγονότα του Ιούλη. “Γιατί να προκαλέσουμε εμείς και να μην αφήσουμε την αντεπανάσταση να προκαλέσει;”, ήταν το πολιτικό τους σκεπτικό.

Το νόημα της μάχης του Λένιν δεν ήταν ότι χρειάζεται να γίνει η εξέγερση βολονταριστικά. Αλλά ότι η θέληση και η μαζική αποδοχή για μια πιθανή ανατροπή της προσωρινής κυβέρνησης ήταν πλέον πλειοψηφικό ρεύμα και χρειαζόταν οι Μπολσεβίκοι να προχωρήσουν στην πρακτική προετοιμασία για μια εξέγερση που έτσι κι αλλιώς θα ερχόταν, με σκοπό να είναι όσο το δυνατόν πιο οργανωμένη, πετυχημένη και αναίμακτη. Προετοιμασία για εξέγερση σήμαινε ότι οι Μπολσεβίκοι δεν έπρεπε με τίποτα να συμμετέχουν ούτε στη Δημοκρατική Συνδιάσκεψη ούτε στο “προ-κοινοβούλιο” που στήθηκε μετά την προσυνδιάσκεψη, αλλά να καταγγείλλουν τους συμφιλιωτές.

Στο μεταξύ, οι εξελίξεις προχωρούσαν σε ένα βαθμό ανεξάρτητα από την εσωκομματική μάχη. Στις 24 Σεπτέμβρη ο Κερένσκι σχημάτισε την τρίτη -και τελευταία- κυβέρνηση συνασπισμού. Την ίδια μέρα στις δημοτικές εκλογές της Μόσχας, για πρώτη φορά οι Μπολσεβίκοι έρχονταν πρώτο κόμμα.

Στις αρχές Οκτώβρη έρχεται η πρώτη μεγάλη πρόκληση της κυβέρνησης. Απειλεί να στείλει τα πιο “απείθαρχα” τμήματα της φρουράς της Πετρούπολης στο μέτωπο. Την ίδια στιγμή κυκλοφορούν φήμες ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να φύγει από την πρωτεύουσα από το φόβο της κατάληψης από τους Γερμανούς. Κανένα στρατιωτικό τμήμα δεν δέχεται να πάει στο μέτωπο ως “τιμωρημένο”. Η κυβέρνηση Κερένσκι όσο και να γάβγιζε δεν μπορούσε να δαγκώσει, ούτε τους εξεγερμένους, ούτε τους Γερμανούς. Βάδιζε προς τέλεια απαξίωση. Στις 7 Οκτώβρη οι Μπολσεβίκοι αποχωρούν από το προ-κοινοβούλιο με επικεφαλής τον Τρότσκι που δηλώνει αποχωρώντας “Ολη η εξουσία στα σοβιέτ”.

Σοβιέτ


Η φωνή του Τρότσκι δεν ήταν μια μαχητική μειοψηφική φωνή, όπως το Φλεβάρη ή τον Απρίλη. Ο Τρότσκι ήταν πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολη από τις αρχές Σεπτέμβρη. Οι Μπολσεβίκοι έλεγχαν τα σοβιέτ της Μόσχας, του Κιέβου, του Καζάν, του Μπακού, του Νικολάγιεφ. Εκατοντάδες σοβιέτ από όλη τη χώρα ζητούσαν από την κεντρική εκτελεστική επιτροπή των σοβιέτ να πάρει την εξουσία. Είχε συμβεί μια μαζική στροφή προς την πλευρά των Μπολσεβίκων σε ολόκληρη τη χώρα.

Οι Εσέροι (S.R. Σοσιαλεπαναστάτες) είχαν σπάσει τουλάχιστον σε δύο πτέρυγες, με την αριστερά να συντάσσεται στα περισσότερα με τους μπολσεβίκους. Η κρίση στους Εσέρους ήταν απόδειξη της κορύφωσης των γεγονότων. Οι Εσέροι ήταν το μεγαλύτερο, και σε ψήφους και σε μέλη, κόμμα σε ολόκληρη τη διαδικασία της επανάστασης, και πλειοψηφικό στους αγρότες. Τώρα φαινόταν να το παίρνει ο αέρας. Η αριστερά του ήταν με τους Μπολσεβίκους και η δεξιά του με τον Κερένσκι. Αντίθετα, οι Μπολσεβίκοι έφταναν πλέον τις 300.000 μέλη, έχοντας ξεκινήσει από μια αφετηρία περίπου 10.000 το Φλεβάρη.

Στις 9 Οκτώβρη το Σοβιέτ της Πετρούπολης δημιούργησε μια στρατιωτική επαναστατική επιτροπή με επικεφαλής τον Τρότσκι. Στις 13 Οκτώβρη θα καλέσει τους φαντάρους να μην υπακούν στα επιτελεία των αξιωματικών αλλά στην επαναστατική επιτροπή. Στις 16 Οκτώβρη μια διευρυμένη συνεδρίαση της ηγεσίας των μπολσεβίκων πήρε απόφαση για προετοιμασία και υλοποίηση της εξέγερσης.

Η τελευταία πρόκληση της κυβέρνησης θα έρθει στις 24 Οκτώβρη, όταν εξαπολύει απειλές εναντίον όλων και κλείνει τα τυπογραφεία των μπολσεβίκικων εφημερίδων. Στις 2 τα ξημερώματα, τα επαναστατικά στρατεύματα καταλαμβάνουν όλα τα δημόσια κτίρια, τα τηλεφωνεία, τα τηλεγραφεία, τον ηλεκτρισμό και μπλοκάρουν όλες τις γέφυρες. Η επανάσταση στην Πετρούπολη έγινε με “προλεταριακό τρόπο”, όπως τον ονόμαζε ο Τρότσκι, δηλαδή με απόλυτη τάξη και οργανωτικότητα. Ο Τρότσκι ήταν το μυαλό πίσω από το συγκεκριμένο σχέδιο της κατάληψης της Πετρούπολης, αλλά υλοποιήθηκε από την εργατική τάξη της πόλης σαν ένα σύνολο. Η μεθοδικότητα είχε εκπλήξει τους πάντες. Ο διοικητής του στρατού μετέδιδε στους αξιωματικούς: “Η κατάσταση στην Πετρούπολη είναι τρομερή. Δεν έχουμε διαδηλώσεις ούτε αταξίες στους δρόμους. Όμως καταλαμβάνουν μεθοδικά τα καταστήματα, τους σταθμούς, γίνονται συλλήψεις”. Ο Κλοντ Ανέ, ένας γάλλος δημοσιογράφος έγραφε πως “Η πόλη είναι ήρεμη”, οι στρατιώτες “πολύ ευγενικοί” και ότι υπήρχε μια τάξη “που είχαμε να δούμε από την αρχή της επανάστασης”. Δεν αναφέρθηκε ούτε ένα θύμα. Λίγο αργότερα θα υπήρχαν μετρημένα στα δάχτυλα θύματα στην μοναδική μάχη, την κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων. Η εξέγερση σε άλλες πόλεις θα είναι πιο αιματηρή, καθώς η εργατική τάξη δεν είχε την εμπειρία και την οργάνωση της Πετρούπολης, ενώ έλειπε και το στοιχείο του αιφνιδιασμού.

Το βράδυ της 25ης Οκτώβρη ξεκινούσε το 2ο πανρωσικό συνέδριο των σοβιέτ, το οποίο ενέκρινε την κατάληψη της εξουσίας και σφράγισε τα πολιτικά μπλοκ της επόμενης περιόδου: από τη μια μεριά μενσεβίκοι και δεξιοί εσέροι καταγγέλλουν την ανατροπή της προσωρινής κυβέρνησης. Από την άλλη μπολσεβίκοι και αριστεροί εσέροι, στις 26 Οκτώβρη εγκρίνουν τρία ιστορικά διατάγματα: για την ειρήνη, τη γη και την ανάληψη της διακυβέρνησης από ένα συμβούλιο λαϊκών επιτρόπων. Το διάταγμα για την ειρήνη κήρυττε άμεση ειρήνη, χωρίς αποζημιώσεις και χωρίς προσαρτήσεις. Το διάταγμα για τη γη έδωσε χωρίς περιστροφές τη γη σ' αυτούς που τη δουλεύουν, κατάργησε την ιδιοκτησία των γαιοκτημόνων, δήμευσε τη γη των μοναστηριών και της εκκλησίας και έδωσε τον έλεγχο στις κοινότητες των χωρικών. Το τρίτο διάταγμα όρισε μια επαναστατική κυβέρνηση με επικεφαλής το Λένιν.

Ο Λένιν στην ομιλία που είχε κάνει είχε χαράξει συνοπτικά το άμεσο πρόγραμμα: “συντριβή του παλιού κρατικού μηχανισμού, να δημιουργήσουμε ένα καινούργιο σύστημα διακυβέρνησης μέσω των σοβιέτ, να πάρουμε μέτρα για τον άμεσο τερματισμό του πολέμου, στηριγμένοι πάνω στο επαναστατικό κίνημα στις άλλες χώρες, να καταργήσουμε την ιδιοκτησία των ευγενών και να κατακτήσουμε την εμπιστοσύνη των αγροτών, να εγκαθιδρύσουμε τον εργατικό έλεγχο στην παραγωγή. Η τρίτη ρώσικη επανάσταση πρέπει να οδηγήσει στη νίκη του σοσιαλισμού”.

Στη διάρκεια της εσωκομματικής αντιπαράθεσης το Σεπτέμβρη ο Λένιν είχε αναδείξει δύο ζητήματα. Το πρώτο ήταν ότι δεν έπρεπε να γίνει κανένας συμβιβασμός με τον παλιό κρατικό μηχανισμό, αλλά να τσακιστεί τελείως. 

Μαγείρισσα


Το δεύτερο ήταν ότι πρέπει να υπάρχει απόλυτη εμπιστοσύνη στην εργατική τάξη στην ικανότητά της να κυβερνήσει. Ήξερε βέβαια ότι το να “κυβερνήσει κάθε μαγείρισσα” ήταν ένα μεγάλο στοίχημα. Αυτό το στοίχημα όμως τα επόμενα χρόνια οδήγησε την ανθρωπότητα στις πιο ψηλές κορυφές που έχει φτάσει. Η δημοκρατία έφτασε σε κάθε πτυχή της ζωής. Από την παραγωγή την οποία πήραν στα χέρια τους οι ίδιοι οι εργάτες, μέχρι την καθημερινή ζωή στο σπίτι, τη σεξουαλικότητα και την τέχνη. Οι καταπιεσμένες εθνότητες απέκτησαν όχι μόνο τα “δημοκρατικά” δικαιώματα, του να μιλάνε τη γλώσσα τους και να διδάσκονται την κουλτούρα τους αλλά ακόμη και το δικαίωμα της απόσχισης. Τα σοβιέτ απλώθηκαν παντού και πλέον δεν ήταν μόνο όργανο μάχης αλλά διαμόρφωσης της ζωής των ανθρώπων. Μαθητές και εκπαιδευτικοί από κοινού αποφάσισαν μια διαφορετική εκπαίδευση χωρίς ανταγωνισμό, χωρίς εξετάσεις και αποκλεισμούς. Η τέχνη και η επιστήμη γνώρισαν πρωτοφανή δημιουργικότητα και απελευθέρωση.

Όμως, ολόκληρο αυτό το πείραμα ήταν ενταγμένο σε μια συνολική εκτίμηση για τη διεθνή κατάσταση. Η Ρωσία ήταν ο αδύναμος κρίκος ενός παγκόσμιου συστήματος που βυθιζόταν στην κρίση. Ο καπιταλισμός έπεσε πρώτος στην καθυστερημένη Ρωσία, αλλά ο σοσιαλισμός δε θα μπορούσε να αντέξει επ' άπειρον, αν η εργατική τάξη στη Δύση δεν έπαιρνε τη σκυτάλη από τους Μπολσεβίκους.

Ο χρόνος μετρούσε ανάποδα και τελικά η ελπίδα των επαναστατών δεν δικαιώθηκε. Το εργατικό κράτος των Μπολσεβίκων δεν κράτησε 40 μέρες σαν την Κομμούνα του 1871 αλλά μια δεκαετία. Οι επαναστάσεις έγιναν, και στη Δύση και στην Ανατολή. Υπήρξαν πολλοί “Φλεβάρηδες” αλλά δεν υπήρξαν καθόλου “Οκτώβρηδες” και αιτία ήταν ότι δεν υπήρξαν αλλού Μπολσεβίκοι. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ προειδοποιούσε, κάπως μοιρολατρικά, γράφοντας στη γυναίκα του Καρλ Κάουτσκι, Λουίζ: “Χαίρεσαι με τους Ρώσους; Σίγουρα, δεν θα αντέξουν μέσα σ' αυτό το καζάνι των μαγισσών. Όχι όμως γιατί κάποιες στατιστικές δείχνουν ότι η οικονομική ανάπτυξη στη Ρωσία υπήρξε καθυστερημένη, όπως επισημαίνει ο έξυπνος άντρας σου. Αλλά γιατί η σοσιαλδημοκρατία στην πολύ αναπτυγμένη Δύση αποτελείται από άθλιους και αξιολύπητους δειλούς που θα κάθονταν σαν ατάραχοι παρατηρητές και θα αφήσουν τους Ρώσους να αιμορραγήσουν μέχρι θανάτου”. 

Γι' αυτό ο Οκτώβρης ξεχωρίζει σαν το κορυφαίο παράδειγμα για τους επαναστάτες μέχρι σήμερα. Γιατί υπήρξε ένα κόμμα που είχε ριζώσει μέσα στην εργατική τάξη, αποφασισμένο να ανατρέψει τον καπιταλισμό, τόλμησε και τα κατάφερε.

Σχόλια