Η Ουγγρική Επανάσταση του 1956

Κώστας Πίττας, Περιοδικό "η Μαμή", τ.13, Γενάρης 1987  ΟΣΕ (Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση)


"Στην πραγματικότητα υπάρχουν δυο Ουγγρικές τραγωδίες. Υπάρχει η άμεση, θλιβερή τραγωδία μιας λαϊκής επανάστασης -μιας μαζικής εξέγερσης ενάντια στην τυραννία και τη φτώχεια, που είχαν γίνει δυσβάσταχτες- μιας επανάστασης που καταστάλθηκε απ' το στρατό του πρώτου στον κόσμο Σοσιαλιστικού Κράτους... Υπάρχει ακόμα μια μεγάλη τραγωδία. Κι αυτή γράφηκε με αίμα στους δρόμους και τις πλατείες της Βουδαπέστης... Είναι η μακροχρόνια τραγωδία της απόλυτης αποτυχίας του Ουγγρικού Κομμουνιστικού Κόμματος, μετά από οχτώ χρόνια ολοκληρωτικού ελέγχου της χώρας, να δώσει στο λαό ευτυχία κι ασφάλεια, ελευθερία απ' τις στερήσεις κι ελευθερία απ' το φόβο". 

(Απ' το βιβλίο του ανταποκριτή της εφημερίδας του Κομμουνιστικού Κόμματος Μ.Βρετανίας στην Ουγγαρία του 1956, Πίτερ Φράιερ, "Ουγγρική Τραγωδία")


Απ' τα άρθρα που έστελνε ο Πίτερ Φράιερ στην εφημερίδα του ΚΚ Μ.Βρετανίας, λίγα είδαν το φως της δημοσιότητας (κι αυτά διαστρεβλωμένα), ενώ ο ίδιος διαγράφηκε από το κόμμα λίγο αργότερα. Αυτή η απέχθεια του συνόλου σχεδόν της αριστεράς απέναντι στην Ουγγρική επανάσταση του 1956, δεν είναι καθόλου παράξενο ότι εξακολουθεί να υπάρχει λίγο-πολύ μέχρι σήμερα. Τα επίσημα ΚΚ βλέπουν τους εκατοντάδες χιλιάδες εξεγερμένους σαν "πράκτορες-σφαγείς του ιμπεριαλισμού". Οι Ευρωκομμουνιστές μέχρι πρόσφατα μιλούσαν για "αντιδραστικά στοιχεία που εκμεταλλεύτηκαν κάποια δίκαιη αγανάκτηση του κόσμου". (Πώς να καλύψουν μια επανάσταση που σφαγέας της δεν ήταν ο Στάλιν, αλλά ο "μεταρρυθμιστής" Χρουστσόφ;). Η σύγκρουση ΕΣΣΔ-Κίνας δεν είχε γίνει ακόμα κι έτσι οι μετέπειτα "Μαρξιστές-Λενινιστές" σέρνουν κι αυτοί το γαϊτανάκι της συκοφαντικής εκστρατείας ενάντια στην επανάσταση των Ούγγρων εργατών. Μόνο οι μικρές τροτσκιστικές ομάδες της εποχής προσπάθησαν να συμπαρασταθούν προπαγανδιστικά στην εξέγερση, αλλά η φωνή τους δεν μπόρεσε να υπερπηδήσει τα στενά σύνορα ενός μικρού γκρουπούσκουλου.

Για χρόνια, η Ουγγρική επανάσταση ήταν ένα αντιδραστικό ξεσήκωμα που προκλήθηκε απ' τη Δύση και που είχε σαν στόχο την... επαναφορά του καπιταλισμού στη χώρα. Οι 20.000 σκοτωμένοι από το ρωσικό στρατό και τη μισητή Πολιτική Αστυνομία, ήταν μια... νίκη του σοσιαλιστικού στρατοπέδου.

Όμως, κάθε μονοπάτι δεν είναι μονόδρομος. Η Ουγγρική επανάσταση αποτέλεσε για ένα κομμάτι αγωνιστών μια πρώτη αμφισβήτηση για τον "υπαρκτό σοσιαλισμό" των τανκς και μέσα και έξω από το μπλοκ του κρατικού καπιταλισμού. Η ανάπτυξη των οργανώσεων της Επαναστατικής Αριστεράς στη Δυτ. Ευρώπη του τέλους της δεκαετίας του '60, αλλά και τα κείμενα των Κουρόν και Μοντζελέφσκι στην Πολωνία, δεν θα μπορούσαν να έχουν υπάρξει χωρίς την εμπειρία που ξεπήδησε μέσα απ' τους αγώνες και τα συντρίμμια των δρόμων της Βουδαπέστης. Τα εργατικά συμβούλια των Ούγγρων εργατών αποδείκνυαν ότι η περίφημη μονολιθική συνεκτικότητα του κρατικού καπιταλισμού δεν ήταν στην πραγματικότητα ούτε ανίκητη ούτε -πολύ περισσότερο- σοσιαλιστική.

Σήμερα, 30 χρόνια μετά το 1956, αξίζει να υπενθυμίσουμε για μια ακόμα φορά ότι η εξέγερση δεν ήταν μόνο το κάψιμο των κόκκινων σημαιών (που συμβόλιζαν τη σταλινική κρατική γραφειοκρατία), αλλά και η επαναφορά στη μνήμη του κινήματος του οράματος ενός σοσιαλισμού από τα κάτω, στηριγμένου στην αυτενέργεια και την οργάνωση των ίδιων των εργατών.

«Λαϊκές Δημοκρατίες» πριν το '56 

Η ανυπαρξία μιας δυνατής αστικής τάξης στις χώρες της Ανατ. Ευρώπης μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η σαρωτική επέλαση του ρωσικού στρατού, σε συνδυασμό με το μοίρασμα των ορίων επιρροής των Μεγάλων Δυνάμεων μετά την ήττα του Άξονα, καθόρισε και μονιμοποίησε την κυριαρχία της ρώσικης γραφειοκρατίας στην περιοχή. Για τη ρώσικη άρχουσα τάξη, αυτή η κυριαρχία μεταφράστηκε καταρχήν σε άμεσα οικονομικά οφέλη μέσα από την εκμετάλλευση των αγροτών και των εργατών των ανατολικών χωρών και την αρπαγή πρώτων υλών για την ενίσχυση της ρώσικης οικονομίας.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων δεν αρκούσε απλά η στρατιωτική κυριαρχία. Η παγίωση των σχέσεων Ρωσίας-Ανατολικών χωρών σήμαινε την εγκαθίδρυση φιλοσοβιετικών καθεστώτων. Τα παλιά κομμουνιστικά κόμματα έπρεπε να μετατραπούν σε μαζικές οργανώσεις, που θα μπορούσαν να αναλάβουν τον έλεγχο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Για τα περισσότερα απ' αυτά, η παραπάνω διαδικασία σήμαινε μια πραγματική μεταμόρφωση. Το Ουγγρικό κόμμα υπήρχε μόλις και μετά βίας μετά την ήττα της επανάστασης το 1920. Οι περισσότεροι ηγέτες του ήταν στη φυλακή ή στη Μόσχα. Οι λίγοι που ήρθαν σε αντίθεση με το Στάλιν εξοντώθηκαν στις περίφημες δίκες της Μόσχας (μαζί με τον ιδρυτή του κόμματος Μπέλα Κουν). Το φούσκωμα των κομμάτων έγινε είτε μετά από αναγκαστική συνένωση με άλλα κόμματα (σοσιαλδημοκρατικά, αγροτικά, κλπ) είτε μέσα από την παροχή προνομίων. Η ίδια η παλιά αδύναμη αστική τάξη έβλεπε στη συνεργασία με το κόμμα τη μόνη της ελπίδα. Όλα αυτά συνθέτανε ένα γραφειοκρατικό μηχανισμό άμεσα υπόλογο στην ηγεσία, που κι αυτή βρισκόταν κάτω απ' τον έλεγχο της ρώσικης γραφειοκρατίας. Η "αποστασία" του Τίτο το 1948 δίνει τη δυνατότητα στον τρομοκρατικό μηχανισμό να στραφεί ενάντια στην ίδια την κομματική ιεραρχία εξοντώνοντας κάθε ηγέτη που είχε ανεξάρτητους δεσμούς με κάποιο τμήμα της βάσης. Η εξόντωση του Ράικ είναι το πιο σημαντικό παράδειγμα στην Ουγγαρία.

Για τους πληθυσμούς των χωρών της Αν. Ευρώπης, η έντονη οικονομική εκμετάλλευση με στόχο τη συσσώρευση στο εσωτερικό και στη Ρωσία, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία καταναλωτικών αγαθών, σήμαινε μιαν ανέχεια και εξαθλίωση που μόνο χάρη στον εκτεταμένο και βάρβαρο κατασταλτικό μηχανισμό μπορούσε να επιβληθεί.

Όμως, απ' τις αρχές της δεκαετίας του '50, το σύστημα αυτό αρχίζει να δείχνει την ανεπάρκειά του και να αποδεικνύεται φρένο για την παραπέρα ανάπτυξη. Καθώς η βιομηχανία κινείται προς τους εξοπλισμούς και τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, που απαιτούν μεγαλύτερη εξειδίκευση, γίνεται φανερό ότι χρειάζεται μια εργατική τάξη που δεν θα δουλεύει μόνο κάτω απ' το βάρος της ανέχειας και της τρομοκρατίας. Ακόμα περισσότερο, η ίδια η γραφειοκρατική δύναμη του διοικητικού μηχανισμού και σε επίπεδο εθνικής οικονομίας, αλλά και επιχείρησης, εντείνει τη σπατάλη υλικών, την ανεπάρκεια τροφοδοσίας πρώτων υλών, την ελαττωματική παραγωγή και τόσα άλλα μειονεκτήματα, που κάνουν την "αναρχία της αγοράς" να ωχριά μπροστά στην "αναρχία του πλάνου".

Ο θάνατος του Στάλιν το 1953, βρίσκει τη ρώσικη γραφειοκρατία να αναζητά λύσεις ανάμεσα σε δύο αντίθετους δρόμους: Τη συνέχιση και ένταση της μέχρι τότε πολιτικής ή τις μεταρρυθμίσεις, δηλαδή την ύφεση της τρομοκρατίας, τη μερική στροφή της βιομηχανίας και σε καταναλωτικά αγαθά και την ενεργοποίηση του συνόλου του κομματικού μηχανισμού. Η διαμάχη αυτή, που ξεπέρασε τα σύνορα της Ρωσίας, καθώς είναι δεμένη με αντίπαλες ομάδες μέσα στην κομματική ιεραρχία, αρχίζει να εμφανίζεται δημόσια και με αλλεπάλληλες μετατοπίσεις ηγετικών στελεχών, που μεταφράζονται σε διακυμάνσεις της κρατικής πολιτικής. Όμως, καθώς η διαμάχη στην κορυφή της εξουσίας αδρανοποιεί τον κατασταλτικό μηχανισμό, η προϋπάρχουσα συμπίεση και δυσαρέσκεια βρίσκει ξαφνικά χώρο να εκδηλωθεί. Σε πολλές χώρες της Ανατ. Ευρώπης εμφανίστηκαν, μέσα απ' τους κόλπους του κόμματος, ομάδες, κύρια διανοούμενων, που με αρκετή μετριοπάθεια αρχικά, αναζητούν διέξοδο στην κρίση που μαστίζει την αντίστοιχη κοινωνία και οικονομία. Η αποκήρυξη του Στάλιν απ' το Χρουστσόφ, εντείνει ακόμα περισσότερο αυτή τη διαδικασία.

Στην Ουγγαρία, η διαμάχη αυτή στην κορυφή της εξουσίας εκφράστηκε απ' το "σκληρό" Γραμματέα Ρακόσι και το "μεταρρυθμιστή" Νάγκυ (ο δεύτερος είχε διωχθεί από το κόμμα λίγα χρόνια πριν). Αντίστοιχα, στις αρχές του 1956 δημιουργήθηκε ο "κύκλος Πέτοφι" έγινε ο πόλος συσπείρωσης ενός κόσμου που ερχόταν σε αντίθεση με την κυριαρχία του Ρακόσι, χωρίς όμως να συγκρούεται πολιτικά με τη γραφειοκρατία. Σε μια συγκέντρωση που οργάνωσε το καλοκαίρι του 1956 σαν μνημόσυνο για τον εκτελεσμένο Ράικ, μαζεύτηκε 200.000 κόσμος. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να κάνει μερικές παραχωρήσεις. Ο Νάγκυ ξαναμπήκε στο Κόμμα, ο αρχηγός της Πολιτικής Αστυνομίας συνελήφθη, ενώ καιρό πριν, τη θέση του μισητού Ρακόσι, είχε πάρει ο εξίσου "σκληρός" Γκύρο. Το ποτάμι όμως ήταν δύσκολο να γυρίσει πίσω.

Το ξέσπασμα της επανάστασης

Στις 22 Οκτώβρη πολλές φοιτητικές γενικές συνελεύσεις κάλεσαν σε μια διαδήλωση "συμπαράστασης στους Πολωνούς αδερφούς μας" για την επόμενη μέρα. Η εξέγερση στην Πολωνία που είχε προηγηθεί είναι προφανές ότι είχε μεγάλη επίδραση στους Ούγγρους "αντιφρονούντες". Η διαδήλωση είχε την υποστήριξη του "κύκλου Πέτοφι". Η κυβέρνηση αρχικά έδωσε την άδεια, πράγμα πρωτάκουστο για τα δεδομένα της εποχής. Καθώς όμως οι προετοιμασίες για τη διαδήλωση προχωρούσαν η κυβέρνηση υπαναχώρησε απαγορεύοντάς την. Όμως ήταν αργά. Τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει τον κόσμο. Στους δρόμους της Βουδαπέστης βρέθηκαν 100.000 χιλιάδες διαδηλωτές, που ένιωθαν καθαρά ότι η κυβέρνηση ήταν ανίκανη να τους εμποδίσει.

Η διαδήλωση ξεκίνησε ειρηνικά. Τα πλήθη κρατούσαν πορτραίτα του Νάγκυ και του Λένιν και κατευθύνθηκαν προς το άγαλμα του Πολωνού ποιητή Γιόζεφ Μπεμ, όπου το συνδικάτο των συγγραφέων με λόγο του ζήτησε κάποια μεταρρυθμιστικά αιτήματα. Ο Νάγκυ μίλησε πολύ συγκρατημένα, ενώ ήταν φανερό ότι βρισκόταν πολύ πίσω απ' τις διαθέσεις του κόσμου. Καθώς η διαδήλωση εξαπλωνόταν σε όλο το κέντρο της πόλης, τα συνθήματα άλλαζαν: "Έξω οι Ρώσοι", "Θάνατος στο Ρακόσι", "Ο Νάγκυ στην εξουσία".

Και τότε η γραφειοκρατία έκανε το "μεγάλο λάθος" της. Ο Γκύρο από το ραδιόφωνο αποκάλεσε τους διαδηλωτές "δηλητηριώδη εθνικά στοιχεία". Ένα μεγάλο μέρος εξαγριωμένων διαδηλωτών κατευθύνθηκε στο ραδιοφωνικό σταθμό απαιτώντας να απαντήσει στον Γκύρο από το ραδιόφωνο. Μια άλλη ομάδα, γύρω στους 3.000, κινήθηκε προς το γιγαντιαίο άγαλμα του Στάλιν, το οποίο κατέστρεψε αφήνοντας όρθιες μόνο τις μπότες του σαν απομεινάρι μιας άδοξης γεύσης του παρελθόντος. 

Σχόλια