Το βιβλίο αυτό είναι το τρίτο μέρος μιας τριλογίας του γνωστού ιστορικού, που ασχολείται με τη φασιστική δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Έχουν προηγηθεί το Πώς φτάσαμε στην 4η Αυγούστου και το Η 4η Αυγούστου, βίος και πολιτεία.
Μέσα από την περιγραφή των γεγονότων και την παράθεση συγκλονιστικών στοιχείων από πηγές της εποχής, ο αναγνώστης παρακολουθεί εδώ τους ανταγωνισμούς των μεγάλων δυνάμεων και τους ελιγμούς του Μεταξά ανάμεσα στα δύο ιμπεριαλιστικά μπλοκ της εποχής (Αγγλία-Γαλλία από τη μία και φασιστικός Άξονας Γερμανίας-Ιταλίας από την άλλη).
Στα πρώτα κεφάλαια παρουσιάζεται ο αιματηρός αγώνας των Γερμανών εργατών ενάντια στην άνοδο της δύναμης του ναζισμού. Βλέπουμε ταυτόχρονα την τεράστια στήριξη των Γερμανών καπιταλιστών προς το Χίτλερ και τις δολοπλοκίες και τους εκβιασμούς με τους οποίους τον ανέβασαν τελικά στην εξουσία. Στη συνέχεια διαβάζουμε για τις προσπάθειες των Άγγλων και των Γάλλων καπιταλιστών να προσεταιρίστουν τα φασιστικά καθεστώτα σε μια συμμαχία ενάντια στη Ρωσία. Για να το πετύχουν αυτό ήταν διατεθειμένοι να διαπραγματευτούν μαζί τους για το μοίρασμα της Ευρώπης και των αποικιών. Ο ίδιος ο Ντε Γκολ παραδέχεται πως "μια μεγάλη μερίδα της δεξιάς [στη Γαλλία] ευχόταν την ειρήνη με το Χίτλερ και τη συνεννόηση με το Μουσολίνι" (σελ.102). Αλλά ο Χίτλερ πίστευε πως θα μπορούσε να συμφωνήσει ειδικά με την Αγγλία για "μια διανομή του κόσμου" (σελ.111).
Πραγματικά αποκαλυπτική είναι και η παρουσίαση της εξωτερικής πολιτικής του Μεταξά. Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου ήταν ένα καθεστώς χωρίς καμιά απολύτως λαϊκή βάση. Το μίσος των λαϊκών στρωμάτων έκανε το δικτάτορα να τρέχει διαρκώς για τη σταθερότητα της εξουσίας του. Τα μόνα στηρίγματά του ήταν ο βασιλιάς, οι Έλληνες καπιταλιστές και οι Άγγλοι ιμπεριαλιστές, με τους οποίους το ελληνικό κεφάλαιο είχε πολύ στενούς δεσμούς.
Έτσι, παρά τους ύμνους του Μεταξά για το φασισμό, παρά τη στενή συνεργασία των μυστικών υπηρεσιών και των οργάνων προπαγάνδας της 4ης Αυγούστου με τις αντίστοιχες ιταλικές και γερμανικές υπηρεσίες, το μεταξικό καθεστώς ήταν υποχρεωμένο να προσανατολίζεται σταθερά προς την Αγγλία.
Και όταν τελικά διαμορφώθηκαν τα αντίπαλα ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα, ο Μεταξάς σύρθηκε στον πόλεμο, χωρίς να πιστεύει (όπως παραδέχεται ο ίδιος) ούτε στη δυνατότητα ούτε στην αναγκαιότητα της σύγκρουσης με το φασισμό. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι στη διάρκεια της ελληνοϊταλικής σύγκρουσης διάφορα στελέχη του καθεστώτος (Μαυρουδής, Κύρου) προετοίμαζαν την αντικατάσταση του αρχηγού τους με "πιο συνεργάσιμους με το Μουσολίνι διαδόχους" (σελ.182).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου