Η λαϊκή εικονοπλασία αναγνωρίζει το Σαρτρ ως "υπαρξιστή", ένα τίτλο που μοιράζεται με το Ναζί Χάιντεγκερ και τη φιγούρα του Ηθικού Επανεξοπλισμού Γκαμπριέλ Μαρσέλ. Αλλά η οπτική του κόσμου που αναπτύσσεται στο Είναι και Μηδέν, στο μυθιστόρημα Ναυτία και οι μικρές ιστορίες της συλλογής Ο Τοίχος, έχουν κάποια κοινά σημεία, όχι μόνο με άλλους υποτιθέμενους υπαρξιστές, αλλά και με συγγραφείς όπως ο Κάφκα, ο Μαλρό, ο Καμί, ο Ζιντ και ο Μπέκετ. Η ιδεολογία κάθε κυρίαρχης ομάδας περιλαμβάνει μια θεωρία όχι μόνο του ανθρώπου και της κοινωνίας, αλλά και τη φυσικής τάξης. Η κρατούσα κατάσταση στην κοινωνία δικαιολογείται ως προερχόμενη απ' τις αιώνιες αλήθειες της φύσης. Η ανισότητα είναι μια αλήθεια της ανθρώπινης φύσης, ο ανταγωνισμός καθαγιάζεται σαν κομμάτι της διαδικασίας της επιβίωσης της πιο προσαρμοστικής ανάμεσα σε όλες τις μορφές ζωής.
Σ' αυτή τη δικαιολόγηση της κοινωνίας από τη φύση, η ιδέα του Θεού έχει να παίξει έναν πολύ κεντρικό ρόλο. Ο Θεός είναι ο εγγυητής των αξιών που συντηρούν την κοινωνία, ο Θεός σχεδιάζει τον άνθρωπο με μια συγκεκριμένη φύση κι ένα συγκεκριμένο σκοπό, όπως ακριβώς, λέει ο Σαρτρ, ένας κατασκευαστής σχεδιάζει ένα χαρτοκόπτη. Οι προηγούμενες εκδοχές του αθεϊσμού λειτουργούσαν ωσάν η μη ύπαρξη του Θεού να μην άλλαζε τίποτα. Ο υπαρξιστής, από την άλλη, οδηγεί τις συνέπειες της μη ύπαρξης του Θεού στα λογικά τους συμπεράσματα. Αν ο Θεός δεν υπάρχει, δεν υπάρχει λογική, δεν υπάρχουν κατανοητές αξίες, το σύμπαν δεν έχει υπονοούμενα. Ο άνθρωπος είναι μόνος και απεγνωσμένος, μπροστά σε ένα σύμπαν χωρίς νόημα.
Αυτή η οπτική του κόσμου είναι μια ανταπόκριση στην ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού καπιταλισμού μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δύο διακριτές και σε κάποιο βαθμό αντίθετες διεργασίες συνέβαιναν τότε. Από τη μία, ο πόλεμος και η επανάσταση έδειχναν ότι η υπάρχουσα κοινωνική τάξη δεν ήτανε αιώνια, αλλά εύθραυστη και προσωρινή. Αλλά την ίδια στιγμή, ο μονοπωλιακός καπιταλισμός αντικαθιστούσε τον ανταγωνισμό. Το παλιό όραμα της αρμονικής αλληλεπίδρασης των ανταγωνιστικών ατόμων αντικαταστάθηκε από έναν κόσμο στον οποίο το άτομο ήταν ασήμαντο.
Στην αυτοβιογραφία του, Λέξεις, ο Σαρτρ λέει πως, σαν παιδί, είχε επίγνωση του συμπαντικού παραλογισμού. "Η Κυρία Μαρί-Λουίζ (η δασκάλα του) μού απομυζούσε το ηθικό. Πίστευα ότι οι μισθοί βρισκόταν σε αντιστοιχία με την αξία και άκουγα ότι ήτανε άξια: γιατί πληρωνότανε τότε τόσο άσχημα;... Όταν μεταβίβασα τα παράπονά της, ο παππούς μου ξέσπασε σε γέλια. Ήταν πολύ άσχημη για να αρέσε στον οποιοδήποτε άνδρα. Δε γέλασα: γίνεται να είσαι καταδικασμένος εκ γενετής; Σ' αυτή την περίπτωση, μου είχαν πει ψέματα: η τάξη του κόσμου απέκρυπτε ένα ανυπόφορο χάος".
Αυτή η αναγνώριση των αντιφάσεων της αστικής ιδεολογίας περιλαμβάνει ήδη τους σπόρους μιας σοσιαλιστικής κριτικής. Με παρόμοιο τρόπο στη Ναυτία η αναγνώριση από μέρους του Ροκαντέν της γελοιότητας του κόσμου τού δείχνει πόσο μάταιες είναι οι επιδιώξεις των αστών της Μπουβίλ, που πιστεύουν ότι η κοινωνική τους στάθμη έχει τις ρίζες της στην ίδια τη φυσική τάξη. Αλλά είναι μόνο σπόροι. Ο πρώιμος υπαρξισμός του Σαρτρ είναι ακόμη διφορούμενος.
Ο υπαρξισμός δεν οδηγεί μ' ένα φυσικό τρόπο στο σοσιαλισμό. Πολλοί Μαρξιστές προτιμούσαν να ξεσκεπάζουν τους δεσμούς του με τον παραλογισμό και τον ατομικισμό του φασισμού. Ο Λούκατς στο Υπαρξισμός ή Μαρξισμός; βλέπει το φασισμό και τον υπαρξισμό ως έχοντες το ίδιο αφετηριακό σημείο στην κρίση του ιμπεριαλισμού. Ο φίλος του Σαρτρ, ο Κομμουνιστής συγγραφέας Πωλ Νιζάν έγραψε ένα μυθιστόρημα το 1935 που λεγόταν Ο Δούρειος Ίππος όπου ο χαρακτήρας, που βασίστηκε προφανώς στο Σαρτρ, κυλάει από τον αναρχισμό στο φασισμό. Αλλά ο Σαρτρ δεν ακολούθησε αυτή την πορεία.
Αυτό που παρουσιάζει ο υπαρξισμός του Σαρτρ είναι η οπτική του κόσμου της αστικής τάξης του ύστερου καπιταλισμού, ξεγυμνωμένη από τις μυστικοποιήσεις που φυσιολογικά δεν ξεκολλούν από πάνω της. Είναι η οπτική της κοινωνίας που θεμελιώνεται πάνω στον ανταγωνισμό μεταξύ των ατόμων, στον οποίο κανένα άτομο δεν είναι ικανό να δει και να αντιληφθεί την κοινωνική εξέλιξη σαν σύνολο.
Αυτή η οπτική της κοινωνίας είναι κτηνώδης και απαισιόδοξη. Από τη στιγμή που η αστική τάξη δεν αρέσκεται να κοιτάει τον εαυτό της με μια ειλικρινή ματιά, η φιλοσοφία του Σαρτρ αποκηρύχτηκε από την ορθά σκεπτόμενη μπουρζουαζία, και βρήκε στέγη μόνο ανάμεσα στα απογοητευμένα στοιχεία στις παρυφές της τάξης. Μεταξύ αυτών των ανθρώπων βρίσκει κανείς, από τη μία, αυτούς που σπάνε από την αστική τάξη και υιοθετούν το Μαρξισμό, κι από την άλλη, αυτούς που αναπτύσσουν παράλογες και τρομοκρατικές φιλοσοφίες που η αστική τάξη μπορεί να υιοθετήσει όταν απειλείται ακραία η κυριαρχία της.
Ο Σαρτρ υποστηρίζει, στην Κριτική του Διαλεκτικού Λόγου, "ότι οι ίδιες οι έννοιες που χρησιμοποιούνται από τη Μαρξιστική επιστήμη για να περιγράψουν την ιστορική μας κοινωνία -εκμετάλλευση, αλλοτρίωση, φετιχισμός, πραγμοποίηση, κλπ- είναι ακριβώς εκείνες που αναφέρονται με τον πιο ευθύ τρόπο στις υπαρξιακές δομές". Αυτές οι έννοιες είναι ήδη παρούσες στο πρώιμο έργο του, αλλά σε μια μορφή που πολύ απέχει από το είναι Μαρξιστική. Η Σαρτρική οπτική του κόσμου εξακολουθεί να ξεκινάει από το άτομο -και συχνά να καταλήγει σ' αυτό. Η πιο ζωντανή έκφραση αυτής της οπτικής είναι το θεατρικό έργο Κεκλεισμένων των Θυρών, όπου τρεις νεκροί ανακαλύπτουν ότι η Κόλαση γι' αυτούς η αιώνια μεταξύ τους συνύπαρξη σε συνθήκες εγκλεισμού: καθένας θέλει να απορροφήσει τους άλλους στα σχέδιά του, να πραγματώσει την ελευθερία του μέσα από την άρνηση της ελευθερίας των άλλων.
Η κύρια ασχολία του Σαρτρ στο πρώιμο έργο του είναι να περιγράψει την ανθρώπινη κατάσταση, να αναλύσει τα κοινά χαρακτηριστικά της κατάσταση στην όποια κάθε άτομο βρίσκει τον εαυτό του.
Για το Σαρτρ το ουσιαστικό γεγονός της ανθρώπινης κατάστασης είναι η ελεύθερη εκλογή. Οι προηγούμενες φιλοσοφίες τα έβρισκαν σκούρα πάνω στο ζήτημα της ελεύθερης βούλησης. Είναι ο άνθρωπος ελεύθερος να επιλέγει ή οι πράξεις του καθορίζονται από εξωτερικούς παράγοντες; Ο Σαρτρ κόβει δρόμο παραγνωρίζοντας όλες τις εικασίες και ξεκινώντας από την εμπειρία του ατόμου: είμαστε ελεύθεροι γιατί αισθανόμαστε ελεύθεροι. Όταν βρισκόμαστε μπροστά σε μία επιλογή αισθανόμαστε αγωνία έχοντας γνώση πως η επιλογή είναι δική μας και κανενός άλλου. Αφού έχουμε πάρει την απόφαση έχουμε ένα αίσθημα ευθύνης για τις πράξεις μας.
Αυτή η ελευθερία της επιλογής δεν καταστρέφεται από εξωτερικές περιστάσεις. Αυτές στην πραγματικότητα την κάνουν πιο αληθινή. Γιατί η επιλογή του θανάτου είναι πάντα ανοιχτή. Ακόμη κι αν μας διατάξουν κάτι με το πιστόλι στον κρόταφο, μπορούμε να επιλέξουμε να πεθάνουμε απ' το να υπακούσουμε. Αν υπακούσουμε για να σώσουμε τη ζωή μας, η ευθύνη βαραίνει πάλι εμάς.
Ο ίδιος ο Σαρτρ έχει κριτικάρει τις παλιές του διαπιστώσεις σχετικά με την απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου ως αφελείς και στο μεταγενέστερο έργο του επιχείρησε μια διαυγέστερη και πιο χειροπιαστή άποψη για την εμβέλεια της ανθρώπινης ελευθερίας. Αλλά το κεντρικό μοτίβο της Σαρτρικής φιλοσοφίας, η πίστη της στην πιθανότητα δράσης κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, είχε ήδη κριθεί. Και επρόκειτο να επηρεάσει το σύνολο της πολιτικής και διανοητικής του ανάπτυξης.
Ακόμα και στο πρώιμο έργο του, ο Σαρτρ έχει επίγνωση των τρόπων που η ελεύθερη εκλογή διαστρεβλώνεται και προσπαθεί να τους αναλύσει, παρόλο που τον ενδιαφέρει περισσότερο η ανθρώπινη κατάσταση γενικώς, παρά τα γνωρίσματα μιας συγκεκριμένης κοινωνίας.
Έτσι στο Είναι και μηδέν, ο Σαρτρ δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνική εξέλιξη τείνει να μετατρέπει τους ανθρώπους σε πράγματα, να καταστρέφει τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά τους. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, των σεξουαλικών σχέσεων. Ένα κορίτσι βιώνει τη διττή φύση της ανδρικής επιθυμίας για εκείνη. Από τη μία, απαιτεί αναγνώριση ως άτομο, ως ελεύθερο ον. Παρ' όλα αυτά, η επιθυμία πρέπει να είναι για το σώμα της σαν αντικείμενο. Έτσι, όταν ένας άνδρας πάει να κρατήσει το χέρι της, δεν μπορεί να αποφασίσει τι να κάνει. Μπορεί να τον αφήσει να πάρει το χέρι της, και παρ' όλα αυτά να αισθάνεται το χέρι της σαν να είναι απλά ένα φυσικό αντικείμενο, όχι κομμάτι του αληθινού εαυτού της.
Μια παρόμοια μορφή απανθρωποποίησης προκύπτει από τον τρόπο που οι άνθρωποι παίζουν το ρόλο τους στην κοινωνία. Ο Σαρτρ περιγράφει τη συμπεριφορά ενός σερβιτόρου σ' ένα καφέ. Οι χειρονομίες του και οι τρόποι του φαίνονται υπερβολικά. Γιατί; Γιατί προσποιείται, "παίζει" το σερβιτόρο. Είναι αυτός που ξέρει ότι υποτίθεται ότι είναι. Προσδιορίζει τον εαυτό του όπως οι άλλοι τον προσδιορίζουν, χάνοντας έτσι κομμάτι της ελευθερίας του. "Ένας μπακάλης που κάνει χάρες είναι στο φαντασιακό του πελάτη προσβλητικός γιατί δεν είναι πια εντελώς μπακάλης".
Ομοίως, ο συγγραφέας Ζενέ, λέγεται ότι, σαν παιδί, ήταν κλέφτης. Αποφάσισε ότι σαν σεβάσμιος γέροντας έπρεπε να είναι σωστός και ξανάπιασε την παραβατική ζωή.
Οι ενοράσεις του Σαρτρ εδώ έχουν πολλά κοινά με τις ιδέες που ανέπτυξε ο Μαρξ και οι Μαρξιστές (τη θεωρία της πραγμοποίησης -της μετατροπής των ανθρώπων σε πράγματα). Αλλά γενικά ο Σαρτρ δεν εντοπίζει τη βάση του προβλήματος σε συγκεκριμένους κοινωνικούς παράγοντες -την αυξανόμενη εξειδίκευση στον καταμερισμό εργασίας, τις επενδύσεις στη βιομηχανία για την παραγωγή εμπορευμάτων για ανταλλαγή στην αγορά περισσότερο παρά για ανθρώπινη χρήση.
Ένα άλλο βασικό μοτίβο στον πρώιμο Σαρτρ είναι η "κακή πίστη". Ουσιαστικά, η "κακή πίστη" είναι το βρίσκει κανείς δικαιολογίες, το να αποφεύγει την ελευθερία. Το να έχεις την ελευθερία της επιλογής σημαίνει να βιώνεις το άγχος και την υπευθυνότητα. Γι' αυτό οι άνθρωποι προτιμούν να αρνούνται τη δική τους ελευθερία επινοώντας θεωρίες που αποκλείουν την ελευθερία του ανθρώπου.
Είναι κανείς ένοχος για κακή πίστη αν χρησιμοποιεί ένα επιχείρημα του τύπου: δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς γιατί είμαι γυναίκα, μαύρος, ομοφυλόφιλος, ηλίθιος, αλκοολικός, κλπ.
Η κακή πίστη παίρνει πολλές μορφές. Στο ένα άκρο είναι η Φροϋδική ψυχολογία, που προσπαθεί να εξηγήσει τη συνειδητή πράξη από την ασυνείδητη νοητική διεργασία. Η συνειδητή εμπειρία της ελευθερίας θεωρείται απλά σαν αποτέλεσμα του αιτίου που βρίσκεται έξω από την αντίληψη της συνείδησής μας.
Στο άλλο άκρο είναι ο ευσεβής αστός που πιστεύει στα απόλυτα και αιώνια ηθικά πρότυπα, ή στο θεόπνευστο σκοπό της ζωής του. Κρύβεται από την ουσιώδη μοναδικότητα κάθε ανθρώπινης κατάστασης και βρίσκει καταφύγιο σε αλήθειες και αξίες για τις οποίες ο ίδιος δεν είναι υπεύθυνος, που προϋπήρχαν της γέννησής του.
Αυτή η έννοια της κακής πίστης παρέχει τη βάση για μια κριτική της ιδεολογίας. Η ταξική κοινωνία προσπαθεί να συγκαλύψει το γεγονός ότι η καταπίεση και η εκμετάλλευση είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, και τις αποδίδει σε υπεράνθρωπες δυνάμεις. Λέγεται στους καταπιεσμένους ότι δεν έχουν ελευθερία, και για όσο το πιστεύουν αυτό συνεχίζουν να είναι ανελεύθεροι. Η αναγνώριση από το Σαρτρ της ελευθερίας προσφέρει τη βάση για μια επαναστατική κριτική της κοινωνίας. Όμως από την αναγνώριση της ελευθερίας ως την πραγμάτωσή της η απόσταση είναι μεγάλη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου