Oι επαναστατικές ιδέες του Mάη

Aφίσα του 68: «Το αφεντικό σε χρειάζεται, εσύ δεν το χρειάζεσαι».

O Mάης ήταν τομή στις ιδέες εκατομμυρίων ανθρώπων. H Mαρία Στύλλου εξηγεί πώς έδεσε ξανά το νήμα με τις παραδόσεις της αλλαγής από τα κάτω.


Στις αρχές του ’60 κυκλοφόρησε στην Ευρώπη το βιβλίο του Χέμπερτ Μαρκούζε «Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, η ιδεολογία της βιομηχανικής κοινωνίας» που έγινε το μπεστ-σελερ για κάθε αμφισβητία μέσα και έξω από τα Πανεπιστήμια. Στην Γαλλία μόνο αυτό το βιβλίο πούλησε περισσότερα αντίτυπα από το Μικρό Κόκκινο Bιβλίο του Μάο. Το 1966 δεν υπήρχε ανήσυχος νεολαίος που να μην διάβαζε Μάο και να μην υποστήριζε την Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα.

Η επιτυχία του βιβλίου του Μαρκούζε στηρίχτηκε σ’ αυτό που έμοιαζε τότε η κοινή λογική για τον κόσμο. Ο καπιταλισμός είχε πλήρη έλεγχο πάνω στους εργάτες, μέσα από την κοινωνία της αφθονίας και του καταναλωτισμού που είχε πετύχει. Η απελευθέρωση του ανθρώπου, υποστήριζε, είναι αδύνατη, γιατί η κυριαρχία του καπιταλισμού είναι αποδεκτή απ’ όλους. Η μόνη άρνηση μπορεί να έρθει από τους περιθωριακούς, από τους άνεργους, τους έγχρωμους, από τους φοιτητές γιατί όλοι αυτοί βρίσκονται έξω από το σύστημα. Η ζωή και οι πράξεις αυτών των ατόμων είναι επαναστατικές ακόμα κι αν οι ίδιοι δεν είναι επαναστάτες.

Σαν παράδειγμα της ενσωμάτωσης των εργατών, ο Μαρκούζε χρησιμοποιούσε το παράδειγμα του διυλιστηρίου της CALTEX (αμερικάνικη επιχείρηση) που λειτουργούσε στη Γαλλία. Ηταν ένα ατυχές παράδειγμα εάν σκεφτεί κανείς ότι τον Μάη του ’68 η CALTEX όπως και όλα τα εργοστάσια έκλεισαν από τους εργάτες με αίτημα όχι τόσο τις αυξήσεις αλλά για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση. Η αναζήτηση της απελευθερωτικής δράσης έξω από την εργατική τάξη των μητροπόλεων ήταν στο κέντρο της προσοχής του πιο μεγάλου μέρους της αριστερής διανόησης και των ακαδημαϊκών της εποχής. Οικονομολόγοι όπως ο Αργκίρι Εμμανουέλ κ.α υποστήριζαν ότι το κέρδος των καπιταλιστών δεν προέρχεται πια από την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, αλλά από την άνιση ανταλλαγή ανάμεσα στις μητροπόλεις και τον Τρίτο Kόσμο.

Έτσι οι εργάτες των μητροπόλεων έχουν μετατραπεί σε εργατική αριστοκρατία, ενσωματωμένη στο σύστημα αφού συμμετείχαν στα κέρδη των ιμπεριαλιστών. Δεν είχαν κανένα συμφέρον να επαναστατήσουν, ενώ αντίθετα είχαν συμφέρον οι αγρότες, οι μικροαστοί και οι πεινασμένοι της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής, της Ασίας.

Αυτές οι θεωρίες αναπτύχθηκαν σε μια περίοδο που ο κόσμος έμοιαζε παγωμένος. Η συμφωνία της Γιάλτας χώρισε τον κόσμο σε δύο στρατόπεδα. Στην Δύση, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός ήταν κυρίαρχος γιατί όχι μόνο είχε βγει στην κορυφή των νικητών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και εξασφάλιζε την οικονομική ανάπτυξη σε όλη την Ευρώπη. Ακόμα και τα Κομμουνιστικά Κόμματα, ακόμα και τα εργατικά συνδικάτα που ελέγχονταν απ’ αυτά τα κόμματα, είχαν αποδεχτεί τη μοιρασιά του Ψυχρού Πολέμου και συμμετείχαν οργανικά στο πολιτικό σύστημα των χωρών της Δυτικής Ευρώπης. Το Γαλλικό Κ.Κ είχε στηρίξει τον γαλλικό ιμπεριαλισμό στην Ινδοκίνα και στην Αλγερία.

 Ο Μαρξισμός ούτε στην θεωρία ούτε σαν πρακτική δεν ήταν ορατός στην Δύση. Ο Μαρξ, ο Ενγκελς, η Ρόζα, ο Λένιν, ο Τρότσκι, ο Γκράμσι είχαν θαφτεί κάτω από τα συντρίμμια της Ρώσικης Επανάστασης, με την επικράτηση του Στάλιν, τον Ψυχρό Πόλεμο και την επιφανειακή σταθερότητα που κυριαρχούσε στον κόσμο.

Η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας

 

Το τείχος των δεκαετιών της «απομόνωσης» από τις επαναστατικές ιδέες το γκρέμισε ο Μάης. Η μαζική γενική απεργία, τα συνθήματα: «Είναι μόνο η αρχή», «Ντε Γκωλ αντίο», «Φοιτητές και εργάτες ενωμένοι», οι χιλιάδες προκηρύξεις που άρχισαν να βγάζουν τα εργοστάσια, η Διεθνής που κυριαρχούσε σε όλα τα συλλαλητήρια, σε όλες τις συγκεντρώσεις και συνελεύσεις, εκεί που άλλοτε τραγουδούσαν την Μασσαλιώτιδα, η μαζικοποίηση των επαναστατικών οργανώσεων, οι νέοι εργάτες που εγκατέλειπαν μαζικά το Κ.Κ και έμπαιναν στις επαναστατικές οργανώσεις, οι κόκκινες σημαίες που ανέμιζαν έξω από τα εργοστάσια (σε αντίθεση με τις πιέσεις του Κ.Κ και της CGT), όλα αυτά ξαναέφεραν στην επικαιρότητα την περιγραφή που κάνει ο Μαρξ στον «Εμφύλιο πόλεμο στην Γαλλία»:

«Είναι ένα παράξενο γεγονός. Παρά τις υψηλές συζητήσεις και την τεράστια φιλολογία, τα τελευταία 60 χρόνια, για την απελευθέρωση της εργασίας, τη στιγμή που οι εργάτες, σε οποιοδήποτε σημείο, παίρνουν την υπόθεση στα χέρια τους αποφασιστικά, τότε ξεσηκώνονται όλοι οι απολογητές της παρούσας κοινωνίας... Το καινούργιο γεγονός είναι ότι ο κόσμος μετά την πρώτη εξέγερση δεν κατέθεσε τα όπλα και δεν παράδωσε την εξουσία στα χέρια της κυρίαρχης τάξης, αλλά ανέλαβαν την λειτουργία της Κομμούνας αυτοί οι ίδιοι, πήραν η ίδιοι την επανάσταση στα χέρια τους..».

Η περιγραφή του Μαρξ για τον κόσμο του Παρισιού του 1871, δεν συναντάει μόνο την επικαιρότητα 100 χρόνια μετά, αλλά και είναι το πρώτο μεγάλο παράδειγμα του τι εννοούσε ο Μαρξ όταν υποστήριζε ότι η κοινωνία αλλάζει από τα κάτω, δίνοντας την κόντρα με τις απόψεις που υποστήριζαν το «Σοσιαλισμό από τα πάνω». Η αντιπαράθεση του Μαρξ και του Ενγκελς, του «σοσιαλισμού από τα κάτω» απέναντι στον «σοσιαλισμό από τα πάνω», δεν ήταν απλά ιδεολογική. Ξεκίνησε από τις επαναστάσεις του 1848, συνεχίστηκε στην Γερμανία ενάντια στον «σοσιαλισμό του Βίσμαρκ» και κορυφώθηκε με την Κομμούνα.

Ο Ένγκελς στη σύγκρουση του με τους «φιλάνθρωπους» και με τις σοσιαλιστικές σέκτες που πρόβαλαν τους εαυτούς τους σαν μεσσίες για την απελευθέρωση των εργατών, χρησιμοποιούσε το ανέκδοτο του Καρδινάλιου και των πουλιών. Η ιστορία λέει ότι όλοι είχαν εντυπωσιαστεί με έναν Καρδινάλιο που είχε από γύρω του όλα τα ωραία πουλιά να τον περιτριγυρίζουν, να κάθονται στους ώμους του, να τρώνε από την χούφτα του σπόρους και να μην τον εγκαταλείπουν ποτέ. Ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας του; Είχε κόψει τα ράμφη των πουλιών, κι έτσι δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν την τροφή τους με άλλο τρόπο! Μια πολύ πετυχημένη περιγραφή για τους στόχους και τα μέσα των υποστηρικτών του «σοσιαλισμού από τα πάνω».

Οι επαναστάσεις του 20ου αιώνα έκαναν ακόμα πιο σκληρή και συγκεκριμένη τη σύγκρουση των επαναστατών με την άποψη του κοινοβουλευτικού δρόμου για τον σοσιαλισμό. Η θέση του Μάρξ και του Ενγκελς ότι η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας πήρε σάρκα και οστά μέσα στις ίδιες τις εργατικές επαναστάσεις και εμπλουτίστηκε με τα κείμενα των μαρξιστών εκείνης της περιόδου. 

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ στη «Μαζική Aπεργία, Κόμμα και Συνδικάτα» περιγράφει την δύναμη της εργατικής τάξης χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της επανάστασης του 1905 στην Ρωσία. Η Ρόζα σ’ αυτή τη μπροσούρα τονίζει τρία βασικά σημεία. 

Το πρώτο είναι η σημασία της μαζικής απεργίας για τη σύγκρουση τη εργατικής τάξης με το κεφάλαιο:
«Όσο η βιομηχανία γίνεται η κυρίαρχη μορφή της οικονομίας, τόσο πιο σημαντικός είναι ο ρόλος της εργατικής τάξης..., τόσο πιο δυνατές και αποφασιστικές γίνονται οι μαζικές απεργίες. Οι προηγούμενες μορφές των αστικών επαναστάσεων, η μάχη των οδοφραγμάτων.... είναι μια περιφερειακή πλευρά της επανάστασης σήμερα, μόνο μια στιγμή στην όλη διαδικασία της μαζικής πάλης του προλεταριάτου».
Ενώ σε παλιότερες εποχές οι εργάτες μπορεί να ήταν οι μαχητές των δρόμων και όταν τελείωναν οι συγκρούσεις άφηναν τους αστούς να ελέγχουν πολιτικά την κατάσταση, η Λούξεμπουργκ προχωράει την εικόνα ένα βήμα πιο πέρα. «Εκεί που φτιάχνονται οι αλυσίδες της εκμετάλλευσης, εκεί μπορούν να τσακιστούν». Η δύναμη των εργατών στους χώρους δουλειάς δίνει νέες διαστάσεις στην απελευθερωτική δύναμη της εργατικής τάξης.

Το δεύτερο σημείο είναι το πώς η μαζική δράση των εργατών αλλάζει και τις ιδέες τους: 

«Το πιο πολύτιμο πράγμα, επειδή είναι αυτό που διαρκεί περισσότερο στα πάνω και στα κάτω του επαναστατικού κύματος, είναι η πνευματική ανάπτυξη του προλεταριάτου. Το προχώρημα με άλματα της πνευματικής υπόστασης του προλεταριάτου εξασφαλίζει το μεγαλύτερο προχώρημα στις οικονομικές και πολιτικές μάχες που έχουμε μπροστά μας.....Όταν ξεκινήσει μια σοβαρή περίοδος μαζικής απεργίας, οι εργάτες δεν λογαριάζουν το κόστος της, γιατί είναι σαν να μετράνε τον ωκεανό με ένα κουβά».

Όταν η εργατική τάξη σηκώνεται όρθια, τα «καταναλωτικά προνόμια» του καπιταλισμού μοιάζουν με κουβαδάκια μπροστά στους απέραντους ορίζοντες που αντικρίζει. Και δεν τρομάζει μπροστά σε καμιά θυσία για να προχωρήσει. Πόσο δίκιο είχε η Λούξεμπουργκ φάνηκε ξανά το 1968.

Το ’68 έμοιαζε αδύνατο γιατί οι εργάτες, σύμφωνα με τον Μαρκούζε, θα έχαναν όλα τα οφέλη που είχαν αποκτήσει από την «συμμετοχή τους» στην κοινωνία της αφθονίας στην Ευρώπη και στην Αμερική. Όμως όπως το 1905 και το 1917 στη Ρωσία, το 1918 στην Γερμανία, το ’19 στην Ουγγαρία, στην κόκκινη διετία στην Ιταλία, το ’36 στην Γαλλία και στην Ισπανία, το ’44 στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Γαλλία, οι εργάτες του Μάη ξανάπιασαν το νήμα της επαναστατικής παράδοσης, χωρίς να λογαριάζουν τις συγκρούσεις με τα CRS, τις απειλές για λοκ άουτ και απολύσεις από τους καπιταλιστές, και τέλος τη συμφωνία της Γκρενέλ ανάμεσα σε κυβέρνηση και συνδικάτα. Ούτε το μαστίγιο ούτε το καρότο ήταν ικανά να πείσουν τους εργάτες των κατειλημμένων εργοστασίων να γυρίσουν πίσω στη δουλειά τους.

Ο Μάης του ’68 επιβεβαίωσε το τρίτο χαρακτηριστικό της εργατικής τάξης όταν κινείται: την σύνδεση του οικονομικού και του πολιτικού. Απέναντι στις περιγραφές ότι οι εργάτες περιορίζουν τους αγώνες τους στις οικονομικές διεκδικήσεις, ενώ οι φοιτητές πάλευαν για τις ιδέες τους, η καλύτερη απάντηση είναι το σύνθημα των εργατών της Φιατ στο Τορίνο που έγραφε: «Ανιέλι η Ινδοκίνα βρίσκεται στο εργοστάσιο σου» και οι μαρτυρίες νέων εργατών που συμμετείχαν στην κατάληψη της Σορβόννης  γιατί «Ανακαλύψαμε ξανά στη Σορβόννη την επαναστατική παράδοση της εργατικής τάξης και αρχίσαμε να συζητάμε για την προοπτική της επανάστασης».

Η επικαιρότητα της επανάστασης στη Δύση

 

Η κοινωνία όχι μόνο δεν αλλάζει από τα πάνω, αλλά και δεν αλλάζει με μεταρρυθμίσεις. Το άθροισμα των μεταρρυθμίσεων, όσο μεγάλο κι αν είναι, δεν συγκρίνεται με την εργατική επανάσταση, με την ανατροπή του καπιταλισμού.

Αυτή η ιδέα είναι στο κέντρο της σύγκρουσης της Ρόζας, του Λένιν, του Τρότσκι, του Γκράμσι με την Γερμανική σοσιαλδημοκρατία και με τη Β’ Διεθνή:

«Οι δρόμοι για την μεταρρύθμιση και για την επανάσταση δεν είναι δύο διαφορετικοί δρόμοι που οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα», επέμενε η Ρόζα στην σύγκρουση της με τον Μπερνστάιν και με την ηγεσία του SPD στα τέλη του 19ου αιώνα. Είναι η ιστορική σύγκρουση που μέσα στην Αριστερά δημιούργησε δύο διακριτές στρατηγικές, αυτή του κοινοβουλευτικού δρόμου κι αυτή της επανάστασης και της ανατροπής του καπιταλισμού. Είναι η διαφορά που συνεχίζεται και σήμερα. Αυτές τις ιδέες ξαναζωντάνεψε ο Μάης.

Εάν η Ρώσικη Eπανάσταση ήταν το γεγονός που καθόρισε τον 20ο αιώνα, ο Μάης του ’68 ξανάφερε μετά από μισό αιώνα την προοπτική της επανάστασης σε όλο τον πλανήτη. Η Γαλλία λειτούργησε σαν έμπνευση για όλο τον κόσμο, η φλόγα άρχισε να απλώνεται σε όλες τις χώρες. Οι φοιτητές ανακάλυψαν ξανά την εργατική τάξη, η αμφισβήτηση στον καπιταλισμό δεν περιορίστηκε μόνο μέσα στα εργοστάσια, αλλά απλώθηκε στην τέχνη, στην σύγκρουση με τους «κανόνες» της προσωπικής ζωής, το «προσωπικό» έγινε και «πολιτικό», οι γυναίκες συγκρούστηκαν με τον σεξισμό και τις απόψεις που κυκλοφορούσαν και οι ομοφυλόφιλοι βγήκαν ανοιχτά να διεκδικήσουν το δικαίωμα στην σεξουαλική διαφορετικότητα.

Οι επαναστατικές οργανώσεις

 

Στις μικρές επαναστατικές οργανώσεις που υπήρχαν τότε, παρουσιάστηκε τρισδιάστατη η εικόνα της πραγματικότητας. Μέχρι τότε η συζήτηση για την επανάσταση ήταν πολύ περιορισμένη και ξαφνικά χιλιάδες κόσμου πίστευε στην επανάσταση και έμπαινε στις επαναστατικές οργανώσεις. Το ’68 σήμανε για χιλιάδες κόσμου, φοιτητές και νέους εργάτες, τη μαζική απομάκρυνση από τα σταλινικά κόμματα, την ανακάλυψη του Λένιν της επανάστασης και όχι της σταλινικής απολίθωσής του. 

Οι επαναστάσεις ξεκινάνε αυθόρμητα και από τα κάτω, αλλά τελειώνουν οργανωμένα. Είτε από τα πάνω με μαζικές σφαγές και λουτρό αίματος ή με την νίκη της όπως τον Οκτώβρη του 1917 στη Ρωσία. Ο Οκτώβρης είναι η μόνη νικηφόρα σ’ αυτή την αλυσίδα των εργατικών επαναστάσεων και αυτό ήταν αποτέλεσμα των Μπολσεβίκων. Ο Φλεβάρης του ’17 τους ξάφνιασε, τον Οκτώβρη είχαν φροντίσει να ορίσουν και την ημερομηνία της επανάστασης και της κατάληψης των Xειμερινών Aνακτόρων. Η δύναμη του Λένιν σε σύγκριση με τους άλλους επαναστάτες, ήταν η αντιμετώπιση όχι του πώς ξεσπάει αλλά και του πώς νικάει μια επανάσταση.

Το αυθόρμητο του από τα κάτω, μπορεί να προχωρήσει και να κερδίσει μόνο εάν υπάρχει οργάνωση. Κι αυτό το απέδειξε ο Λένιν το ’17. Τον Απρίλη έδωσε τη μάχη μέσα στο κόμμα του, μέσα στο εργατικό κίνημα και μέσα στα Σοβιέτ που είχαν αρχίσει να δημιουργούνται, γιατί η προοπτική δεν ήταν η στήριξη των αστών, αλλά η εξουσία των εργατών. Αυτή τη στρατηγική την έκφρασε με το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ», που σταδιακά μέσα στους επόμενους μήνες κατάφερε να κερδίσει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης σ’ αυτή την προοπτική.

Καμία εξέγερση δεν προχωράει γραμμικά, ξεκινώντας από απεργία για να καταλήξει στην εργατική εξουσία. Οι στροφές και τα γυρίσματα, τα προχωρήματα και τα πισωγυρίσματα βάζουν την ανάγκη για τακτικές, για συνεργασίες, για υποχωρήσεις και ξανά για επιθέσεις. Αυτή είναι η ιστορία της Ρώσικης Eπανάστασης από τον Φλεβάρη στον Οκτώβρη, με τις μεγάλες διαδηλώσεις τον Ιούνη, με την ανάγκη για οπισθοχώρηση τις μέρες του Ιούλη, για συνεργασία με την κυβέρνηση του Κερένσκι για να αποτρέψουν το πραξικόπημα του Κορνίλωφ, και τέλος την προετοιμασία των Σοβιέτ και τον καθορισμό της ημέρας της επανάστασης για τις 25 Οκτώβρη.

Μπορεί οι φοιτητές του Μάη του ’68 να θεωρούσαν ότι η Σορβόννη ήταν το Σμόλνυ του Παρισιού (το κτίριο που συνεδρίαζε η επαναστατική επιτροπή των Μπολσεβίκων στην Πετρούπολη), όμως αυτό που έλειπε ήταν το επαναστατικό κόμμα για να συντονίσει φοιτητές και εργάτες για να οργανώσουν την επανάσταση και να πάρουν την εξουσία. Ο Λένιν είχε δώσει τη μάχη για να δημιουργηθεί στη Ρωσία ένα νέο επαναστατικό κόμμα, πολλά χρόνια πριν το 1917, από το 1903. Ένα κόμμα που είχε την δυνατότητα και να στηρίζει τους αυθόρμητους αγώνες που ξεσπούσαν και να συγκρουστεί με τις απόψεις και τα κόμματα που υποστήριζαν ότι ο θρίαμβος του κινήματος στην Ρωσία θα έπρεπε να ήταν η νίκη της αστικής δημοκρατίας όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτές οι ρεφορμιστικές απόψεις μπορεί να ηττήθηκαν το ’17 στην Ρωσία, αλλά δεν παραιτήθηκαν. Τουναντίον πολέμησαν λυσσασμένα ενάντια στην επανάσταση στη Γερμανία και σε όλες τις επαναστάσεις που ξέσπασαν το ’20 και το ’30 στην Ευρώπη.

Γι’ αυτό και όταν  ξέσπασε ο Μάης του ’68, μπορεί να ξαφνιάστηκαν, αλλά έτρεξαν γρήγορα για να μην αφήσουν τα πράγματα να εξελιχθούν όπως το ’17 στην Ρωσία. Οι επαναστάτες του ’68, δεν είχαν ούτε την εμπειρία, ούτε την θεωρία ούτε  την οργάνωση για να αντιμετωπίσουν αυτή τη μεγάλη ιστορική πρόκληση. Πολλές από τις οργανώσεις που δημιουργήθηκαν τότε, ξεκίνησαν με επιρροές μπερδεμένες, με ημιτελείς ρήξεις με τον ρεφορμισμό. Ακόμα και οργανώσεις που στηρίχτηκαν στον επαναστατικό μαρξισμό ήταν πολύ αδύνατες για να αντιμετωπίσουν την καινούργια κατάσταση.

Ένα επαναστατικό κόμμα σαν των Μπολσεβίκων δεν γεννιέται ξαφνικά πανέτοιμο σαν την Αθηνά από το κεφάλι του Δία. Χτίζεται μέσα από μια ολόκληρη  διαδικασία, δένεται με την τάξη, τη βοηθάει να δώσει τις πολιτικές μάχες αλλά και διδάσκεται από τους αγώνες της. Όλα αυτά δεν μπορούσαν να γίνουν μέσα σε ένα μήνα. Οι επαναστατικές οργανώσεις φούντωσαν, αλλά ήταν μικρές, με λίγες εμπειρίες και χωρίς δεσμούς με την εργατική τάξη που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις, όχι μόνο μέσα στη Γαλλία, αλλά παντού: στην Αγγλία, στην Ιταλία, στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία. Η έλλειψη δυνατών επαναστατικών οργανώσεων το ΄68, έδωσε την δυνατότητα στους αστούς να ξαναπάρουν τον έλεγχο με τη βοήθεια παλιών και καινούργιων ρεφορμιστικών κομμάτων.

Το ’68 και η Ελλάδα

 

Η Ελλάδα δεν ήταν έξω απ’ αυτή την διαδικασία. Το ’68 η δικτατορία συμπλήρωσε ένα χρόνο, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τις αντιδράσεις. Κυκλοφόρησαν προκηρύξεις που μιλούσαν για τον Μάη του ’68 στη Γαλλία, οργανώθηκαν κινηματογραφικές προβολές που τις διέλυσε η αστυνομία, παντού ο κόσμος έψαχνε πώς να συνδεθεί με το κύμα του ’68. Το Πολυτεχνείο δεν ήταν απλά «ώριμο τέκνο της ανάγκης και της οργής» αλλά η έμπνευση του Μάη στην Ελλάδα, όπως τον Απρίλη του ’74 στην Πορτογαλία και το 1975 στην Ισπανία.

Το Πολυτεχνείο έγινε το κέντρο της εξέγερσης όχι μόνο ενάντια στην Χούντα, αλλά όπως και το ’68 ενάντια στο ίδιο το σύστημα. Τα τανκς μόνο προσωρινά μπόρεσαν να σταματήσουν τον ξεσηκωμό, σε μερικούς μήνες η δικτατορία έπεσε. Στην Ελλάδα όπως και παντού αλλού η εξέγερση δεν ήταν ξαφνικό γεγονός, αλλά καρπός μιας μακρόσυρτης διαδικασίας, που είχε ξεκινήσει από τις αρχές του ’60.

Στην πενταετία 1959-1964 οι κοινωνικές κινητοποιήσεις έφτασαν τον αριθμό 2.061. δηλαδή κατά μέσο όρο 400 κινητοποιήσεις κάθε χρόνο. Απ’ αυτές, οι απεργίες έφταναν το 21,8%, οι δημόσιες συγκεντρώσεις το 29,3% και το υπόλοιπο 50% ήταν απεργίες πείνας, συνελεύσεις, αποχή από τα μαθήματα κ.α. Μέσα σ’ αυτή την πενταετία στο κέντρο βρέθηκε όχι μόνο το φοιτητικό κίνημα, αλλά και το νέο εργατικό κίνημα, η κίνηση των 115 σωματείων και η απεργία των οικοδόμων τον Δεκέμβρη του 1960.

Την διετία 1963-64 οι περισσότερες απεργίες έγιναν ενάντια στην κυβέρνηση του Γεώργιου Παπανδρέου και διεκδικούσαν να εφαρμόσει αυτά που είχε υποσχεθεί στην περίοδο του «ανένδοτου». Ο Κώστας Τσουκαλάς σε ένα άρθρο του στο βιβλίο «Η σύντομη δεκαετία του ΄60», περιγράφει το ’60 σαν μια περίοδο που «η σκοτεινή, ασπρόμαυρη Ελλάδα εκρήγνυται σε μια πανδαισία χρωμάτων και αποχρώσεων». Και ο Σ. Σεφεριάδης σε άρθρο του στο ίδιο βιβλίο υποστηρίζει ότι τα Ιουλιανά το 1965, ήταν η κορύφωση της σύγκρουσης όπου «σε διάστημα 40 ημερών έγιναν 400 λαϊκές συγκεντρώσεις με συμμετοχή δεκάδων, κάποτε- εκατοντάδων χιλιάδων διεκδικητών...». Η διαδρομή Προπύλαια- Ομόνοια- Σταδίου καθιερώθηκε τότε και κρατάει μέχρι σήμερα.


Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβρη του 1973 μπορεί να καταστάλθηκε, αλλά το καλοκαίρι του 1974 μετά της πτώση της Χούντας το κίνημα μπήκε ξανά ορμητικά στο προσκήνιο. Οι απεργίες της Μεταπολίτευσης σάρωσαν τα εργοστάσια, η ριζοσπαστικοποίηση του  1965 που ήταν ακόμα ζωντανή έσμιξε με το νέο κύμα της ριζοσπαστικοποίησης του Μάη, η επαναστατική Αριστερά έκανε ξανά την εμφάνισή της ύστερα από δεκαετίες. Ήταν μια πρώτη εμφάνιση που δεν προλάβαινε να καθορίσει τις εξελίξεις. Αλλά ήταν μια αρχή, μια νέα περίοδος που ποτέ οι επαναστατικές ιδέες δεν μπήκαν στο περιθώριο όπως πριν από το Μάη του ’68.
 
Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 68 του Περιοδικού Σοσιαλισμός Από τα Κάτω

Σχόλια