Το κράτος σαν όπλο


  «Να στηρίζεσαι, όταν αιτιολογείς ένα γεγονός, κατ’ ευθείαν και ανοιχτά στην άποψη μιας καθορισμένης κοινωνικής ομάδας»
Λένιν

Georg Lukacs 1924

Lenin: A Study on the Unity of his Thought


First published: by Verlag der Arbeiterbuchhandlung, Vienna, 1924 

Η επαναστατική ουσία μιας περιόδου εκφράζεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο όταν οι ταξικοί και διακομματικοί αγώνες δεν λαμβάνουν χώρα πλέον εντός της υπάρχουσας κρατικής τάξης, αλλά αρχίζουν να ανατινάζουν τα εμπόδιά της και να τα υπερπηδούν. Από τη μια, εμφανίζονται σαν αγώνες για την κρατική εξουσία. Από την άλλη, το ίδιο το κράτος ταυτόχρονα αναγκάζεται να συμμετέχει ανοιχτά σ' αυτούς. Αυτός δεν είναι μόνο ένας αγώνας ενάντια στο κράτος. Το ίδιο το κράτος ξεγυμνώνεται σαν όπλο της ταξικής πάλης, σαν ένα από τα πιο σημαντικά εργαλεία για τη συντήρηση της ταξικής κυριαρχίας.

Αυτός ο χαρακτήρας του κράτους πάντα αναγνωριζόταν από το Μαρξ και τον Ένγκελς, που εξέταζαν τη σχέση του με την ιστορική εξέλιξη και με την προλεταριακή επανάσταση απ' όλες τις απόψεις. Αυτοί έβαλαν τις θεωρητικές βάσεις για τη θεωρία του κράτους με αδιάψευστους όρους μέσα στο πλαίσιο του ιστορικού υλισμού. Εύλογα λοιπόν είναι ακριβώς σ' αυτό το ζήτημα που ο οπορτουνισμός παρεκκλίνει τα μέγιστα απ' αυτούς. Σε όλα τα άλλα ζητήματα είναι πιθανό να παρουσιάζουν (όπως ο Μπέρνσταϊν) την 'αναθεώρηση'  συγκεκριμένων οικονομικών θεωριών σαν η βάση τους να ήταν ακόμα (σε τελική ανάλυση) συμβατή με την ουσία της μεθόδου του Μαρξ ή (όπως ο Κάουτσκι) να δίνουν στην 'ορθόδοξη' συνεκτική οικονομική θεωρία μια μηχανιστική και μοιρολατρική ροπή. Όμως η απλή ανάδειξη αυτών των προβλημάτων που θεωρούνταν από το Μαρξ και τον Ένγκελς θεμελιώδη στη θεωρία τους για το κράτος περιλαμβάνει από μόνη της την αναγνώριση της πραγματικότητας της προλεταριακής επανάστασης. Ο οπορτουνισμός όλων των κυρίαρχων ρευμάτων στη δεύτερη διεθνή αποτυπώνεται πεντακάθαρα στο γεγονός ότι καμιά τους δεν ασχολήθηκε σοβαρά με το πρόβλημα του κράτους. Σ' αυτό το αποφασιστικό ζήτημα δεν υπάρχει καμιά διαφορά ανάμεσα στον Κάουτσκι και στον Μπέρνσταϊν. Όλοι, χωρίς καμιά εξαίρεση, απλά αποδέχονται το αστικό κράτος. Αν άσκησαν κριτική απέναντί του, το έκαναν απλά για να εκφράσουν την αντίθεσή τους απέναντι σε μεμονωμένες όψεις και εκδηλώσεις του επιζήμιες για το προλεταριάτο. Το κράτος αντιμετωπίζονταν αποκλειστικά σε σχέση με τα συγκεκριμένα καθημερινά προβλήματα. Ο χαρακτήρας του ποτέ δεν εξετάζονταν και δεν αξιολογούνταν σε σχέση με το προλεταριάτο σαν σύνολο. Η επαναστατική ανωριμότητα και σύγχυση της αριστερής πτέρυγας της Δεύτερης Διεθνούς δείχνεται επίσης στην αντίστοιχη αδυναμία της να ξεκαθαρίσει το πρόβλημα του κράτους. Έφτανε κάποτε μέχρι του σημείου να καταπιαστεί με το πρόβλημα της επανάστασης, της πάλης ενάντια στο κράτος, στάθηκε όμως ανίκανη να διατυπώσει συγκεκριμένα το πρόβλημα του ίδιου του κράτους ακόμη και σε καθαρά θεωρητικό επίπεδο, πόσο μάλλον να καταδείξει τις συγκεκριμένες πρακτικές συνέπειές του στην ιστορική πραγματικότητα.

Εδώ πάλι ο Λένιν ήταν ο μόνος που επανέκτησε τα θεωρητικά ύψη της αντίληψης του Μαρξ -τη διαύγεια της προλεταριακής επαναστατικής συμπεριφοράς απέναντι στο κράτος. Ακόμα κι αν δεν είχε κάνει κάτι περισσότερο, αυτό από μόνο θα ήταν ένα θεωρητικό επίτευγμα πρώτου μεγέθους. Όμως, για αυτόν, η αναβίωση της θεωρίας του Μαρξ για το κράτος δεν ήταν ούτε φιλολογική επανεύρεση της αυθεντικής διδασκαλίας ούτε φιλοσοφική συστηματοποίηση των γνήσιων αρχών της. Όπως πάντα με το Λένιν ήταν μια επέκταση της θεωρίας στο συγκεκριμένο, η συγκεκριμενοποίησή της στην καθημερινή πρακτική. Ο Λένιν αντιλήφθηκε ότι το ζήτημα του κράτους ήτανε τώρα ένα από τα βασικά καθήκοντα του μαχόμενου προλεταριάτου και το περιέγραψε σαν τέτοιο. Κάνοντας αυτό είχε ήδη κάνει ένα βήμα προς τη συγκεκριμενοποίησή του (εδώ επισημαίνουμε τη σημασία της ίδιας της ανάδειξης του ζητήματος από μέρος του). Πριν απ' αυτόν, η ιστορικο-υλιστική θεωρία του κράτους, όσο ξεκάθαρη κι αν ήταν, γίνονταν μόνο κατανοητή σαν μια γενική θεωρία -σαν μία ιστορική, οικονομική και φιλοσοφική εξήγηση του κράτους. Γι' αυτό και ήταν αντικειμενικά πιθανό για τους οπορτουνιστές να τη θολώσουν. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς έπαιρναν την πραγματική εξέλιξη της προλεταριακής ιδέας για το κράτος από συγκεκριμένα επαναστατικά γεγονότα της εποχής τους (για παράδειγμα, την Κομμούνα), καθώς έσπευδαν να τονίσουν εκείνα τα λάθη στα οποία οδηγούσαν οι ψευδείς θεωρίες για το κράτος στην πορεία του προλεταριακού αγώνα. (Βλ. Κριτική του Προγράμματος της Γκότα).

Όμως ακόμα και οι πιο άμεσοι οπαδοί τους, οι πιο εξέχοντες σοσιαλιστές ηγέτες του καιρού τους αποτυγχάνανε να αντιληφθούν τη σχέση ανάμεσα στο πρόβλημα του κράτους και την καθημερινή τους δραστηριότητα. Η θεωρητική ιδιοφυΐα του Μάρξ και του Ένγκελς ήταν αναγκαία για να συναρθωθεί με τους μικρούς καθημερινούς αγώνες τι ήταν μέσα σ' αυτό το πλαίσιο πραγματικό μόνο με τη γενική έννοια. Το ίδιο το προλεταριάτο ήτανε προφανώς ακόμα λιγότερο σε θέση να κάνει την οργανική σύνδεση ανάμεσα στο κεντρικό πρόβλημα και στα άμεσα καταφανή προβλήματα των καθημερινών του αγώνων. Το πρόβλημα του κράτους, επομένως, γίνονταν όλο και περισσότερο αντιληπτό απλά σε σχέση με τον 'τελικό σκοπό' που η πραγματοποίησή του εναπόκεινταν στο μέλλον. 

Μόνο με το Λένιν αυτό το 'μέλλον' έγινε παρόν ακόμα και με τη θεωρητική έννοια. Αλλά μόνο αν το πρόβλημα του κράτους αναγνωρίζεται σαν άμεσο, είναι πιθανό για το προλεταριάτο να πετύχει μια σωστή προσέγγιση του καπιταλιστικού κράτους ώστε να μην το θεωρεί πλέον σαν το αμετάβλητο φυσικό του περιβάλλον και τη μόνη πιθανή κοινωνική τάξη για την παρούσα του ύπαρξη. Μόνο μια τέτοια στάση απέναντι στο αστικό κράτος δίνει στο προλεταριάτο θεωρητική ελευθερία απέναντί του και κάνει τη στάση του απέναντί του ένα καθαρά τακτικό ζήτημα. Για παράδειγμα, γίνεται άμεσα προφανές ότι και οι τακτικές της νομιμότητας με κάθε κόστος και αυτές της ρομαντικής παρανομίας κρύβουν εξίσου μια έλλειψη θεωρητικής ελευθερίας απέναντι στο αστικό κράτος, γιατί και στις δυο περιπτώσεις δεν γίνεται αντιληπτό σαν αστικό εργαλείο της ταξικής πάλης ώστε να λαμβάνεται υπόψη σαν πραγματικός παράγοντας εξουσίας, και μόνο σαν τέτοιος, ο σεβασμός απέναντι στο οποίο πρέπει να περιοριστεί στο ζήτημα της καθαρής σκοπιμότητας.  

Όμως η Λενινιστική ανάλυση του κράτους σαν όπλο της ταξικής πάλης κάνει το ζήτημα ακόμη πιο συγκεκριμένο. Δεν είναι μόνο ότι διατυπώνονται ρητά οι άμεσες πρακτικές (τακτικές ή ιδεολογικές) συνέπειες της ορθής ιστορικής γνώσης του αστικού κράτους, αλλά και ότι το περίγραμμα του προλεταριακού κράτους εμφανίζεται συγκεκριμένα και οργανικά συνδεδεμένο με τις άλλες μεθόδους της πάλης που υιοθετούνται από το προλεταριάτο. Ο παραδοσιακός καταμερισμός εργασίας εντός του κινήματος της εργατικής τάξης (κόμμα, συνδικάτο, συνεταιρισμός) αποδεικνύεται τώρα ανεπαρκής για την παρούσα επαναστατική πάλη του προλεταριάτου. Είναι αναγκαίο να δημιουργήσουμε όργανα ικανά να συμπεριλάβουν το σύνολο του προλεταριάτου, μαζί με όλους αυτούς που καταπιέζονται στον καπιταλισμό (αγρότες και στρατιώτες) σε μια μεγάλη μάζα και να τους οδηγήσουν στη μάχη. Αυτά τα όργανα -τα Σοβιέτ- είναι, μέσα στην αστική κοινωνία, ήδη τα απαραίτητα εργαλεία ενός προλεταριάτου που οργανώνεται σαν τάξη. Απ' τη στιγμή που υπάρχουν, η επανάσταση είναι στην ημερήσια διάταξη. Γιατί όπως είπε ο Μαρξ: «Η ταξική οργάνωση των επαναστατικών στοιχείων προϋποθέτει την ολοκλήρωση όλων των παραγωγικών δυνάμεων που μπορούν ποτέ να αναπτυχθούν στη μήτρα της παλιάς κοινωνίας»

Σχόλια