Ισπανία 1936: Η άνοδος του Κομμουνιστικού Κόμματος

Στις 16 Φλεβάρη του 1936, η εκλογική νίκη του Λαϊκού Μετώπου έφερε την αριστερά στην κυβέρνηση της Ισπανίας. Όταν τον Ιούλη, ο στρατός με επικεφαλής το στρατηγό Φράνκο οργάνωσε πραξικόπημα για να ανατρέψει τη Δημοκρατική κυβέρνηση, εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες κι αγρότες οργανώθηκαν σε επιτροπές και πολιτοφυλακές και οπλίστηκαν για να σταματήσουν τους φασίστες. Ήταν μια πραγματική κοινωνική επανάσταση. Από πολλές πλευρές, το επίπεδο της μαζικής πρωτοβουλίας, του εργατικού και λαϊκού ελέγχου και του κοινωνικού πειραματισμού στην Ισπανία του 1936 ξεπέρασε ακόμα και αυτό της Ρωσίας του 1917. Όμως η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου στράφηκε ενάντια στην επανάσταση, που τη θεώρησε ότι ήταν εμπόδιο στη στρατιωτική πάλη ενάντια στο φασισμό. Από τη στιγμή που το επαναστατικό κύμα κάμφθηκε, ήταν ζήτημα χρόνου η πλάστιγγα να γείρει στο πλευρό του πιο ισχυρού στρατιωτικά -του Φράνκο και των φασιστών που στηρίζονταν στην άφθονη βοήθεια του Χίτλερ και του Μουσολίνι.
ΙΣΠΑΝΙΑ 1936
Λαϊκό Μέτωπο και επανάσταση ενάντια στο φασισμό
Andy Durgan, Tony Cliff  

μαρξιστικό βιβλιοπωλείο 


Στο κέντρο της αναστήλωσης του κράτους, της ενοποίησης της στρατιωτικής προσπάθειας και της αντίθεσης στις «υπερβολές» της επανάστασης βρισκόταν το Κομμουνιστικό Κόμμα (PCE), το οποίο αναπτύχθηκε εντυπωσιακά στη διάρκεια του πρώτου χρόνου του πολέμου. Ο έλεγχος που είχε σε οργανώσεις οι οποίες σύντομα θα μαζικοποιούνταν, όπως η νεολαία JSU και η Agrupacion de Mujeres Antifascistas (Συσπείρωση Αντιφασιστριών Γυναικών), και η σταδιακή επικράτησή του στην ηγεσία της εργατικής ομοσπονδίας UGT, ήταν στοιχεία της αυξανόμενης νέας επιρροής του. Η ανάπτυξη του PCE οφειλόταν σε μια σειρά από συσχετιζόμενους παράγοντες. Υπάρχουν πολλοί ιστορικοί του Εμφυλίου που δικαιολογημένα υποστηρίζουν ότι οι περισσότερες από τις νέες στρατολογίες ήταν από μεσοστρώματα που προσελκύστηκαν από τη μετριοπάθεια που έδειχνε το κόμμα, την υπεράσπιση του νόμου και της τάξης, και του Λαϊκού Μετώπου. Όμως, η χρήση του όρου «μεσοστρώματα» χρειάζεται προσοχή στη συγκεκριμένη περίπτωση, επειδή συχνά περιλαμβάνει και υπαλλήλους των οποίων η οικονομική κατάσταση ελάχιστα διέφερε από αυτή των βιομηχανικών εργατών, αλλά που αισθάνονταν λίγο αποξενωμένοι από το προλεταριάτο και τις οργανώσεις του. Η αλήθεια είναι ότι και πριν από τον πόλεμο, αυτοί οι ίδιοι υπάλληλοι είχαν αποδειχθεί εξίσου «ευάλωτοι» στις μαζικές κινητοποιήσεις και στη ριζοσπαστική πολιτική όσο και οι αναρχοσυνδικαλιστές ομόλογοί τους στα εργοστάσια.

Το PCE όντως προσέλκυσε την υποστήριξη αυτών που θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ως μεσοστρώματα στο Στρατό και στην ύπαιθρο. Οι νομιμόφρονες αξιωματικοί έβλεπαν με καλό μάτι το ρόλο του κόμματος στην υπεράσπιση της πειθαρχίας και της στρατιωτικής αποτελεσματικότητας. Ειδικότερα ο ρόλος του κόμματος στην άμυνα της Μαδρίτης και η οργάνωση του 5ου Συντάγματος, ενίσχυσαν σε μεγάλο βαθμό την εικόνα του ως «το κόμμα του πολέμου». Ο έλεγχος που είχε το PCE στο υπουγείο Γεωργίας, το βοήθησε να κερδίσει την υποστήριξη των μικρομεσαίων αγροτών, λόγω της πολιτικής του που πρόβαλε την αντίθεσή του στις περισσότερες κολλεκτιβοποιήσεις, την υπεράσπιση της ιδιοκτησίας των μικροκαλλιεργητών, την εγκαθίδρυση καταναλωτικών συνεταιρισμών και την εθνικοποίηση των μεγάλων αγροκτημάτων.

Το κύρος της ΕΣΣΔ, καθώς ήταν η μόνη χώρα που έστελνε ουσιαστική βοήθεια στη Δημοκρατία, ήταν επίσης καθοριστικό στοιχείο στην επιρροή του PCE. Η εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης του Στάλιν, συνέπιπτε καθαρά με το στόχο των Δημοκρατικών και των μετριοπαθών Σοσιαλιστών στο «να τελειώνουμε με την επανάσταση». Όμως, η ελκτική δύναμη της Σοβιετικής Ένωσης μπορεί να ιδωθεί και από μια άλλη σκοπιά. Αυτό που γενικά παραβλέπεται σε σχέση με την άνοδο του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι η εικόνα του PCE ως το κόμμα της Ρώσικης Επανάστασης, καθώς επίσης και το ότι, τουλάχιστον από μερικά μέλη της βάσης του κόμματος, το Λαϊκό Μέτωπο αντιμετωπιζόταν ως ένα προσωρινό διάλειμμα τακτικής στην πορεία προς τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Αρχικά ο Στάλιν ήταν αντίθετος σε κάθε επέμβαση στην Ισπανία, αλλά φοβούμενος ότι μια φασιστική νίκη θα υπονόμευε τη Γαλλία, δηλαδή την Ευρωπαϊκή δύναμη που θα ήθελε να έχει σύμμαχο, τελικά στα μισά του Σεπτέμβρη του 1936 έδωσε τη συγκατάθεσή του στην αποστολή στρατιωτικής βοήθειας και συμβούλων. Ταυτόχρονα, η Κομιντέρν συμφώνησε να οργανώσει τις Διεθνείς Ταξιαρχίες. Η άφιξη των Σοβιετικών αεροπλάνων και τανκς στη Μαδρίτη αποδείχθηκε κρίσιμη το Φθινόπωρο του 1936. Το γεγονός ότι η κυβερνητική λογοκρισία απαγόρευε την οποιαδήποτε κριτική απέναντι σε «φιλικές δυνάμεις» σήμαινε πως οι πολιτικές πιέσεις που συνόδευαν τη Σοβιετική βοήθεια ή το ότι η Δημοκρατία όχι μόνο πλήρωνε, αλλά και πλήρωνε σε τιμές πάνω από αυτές της διεθνούς αγοράς γι' αυτή τη βοήθεια, έμεναν γενικά άγνωστες στον πολύ κόσμο. Επίσης, η βοήθεια ήταν εξαιρετικά άνιση. Τα τανκς και τα αεροπλάνα ήταν τα καλύτερα διαθέσιμα, αλλά ο περισσότερος από τον ελαφρύ εξοπλισμό που στάλθηκε ήταν παμπάλαιος και χωρίς μεγάλη δυνατότητα χρήσης. Εξίσου αμφιλεγόμενος ήταν και ο ρόλος των Σοβιετικών στρατιωτικών συμβούλων. Αν και γενικά θεωρούνται οι αρχιτέκτονες της άμυνας της Μαδρίτης και του Λαϊκού Στρατού, οι συμβουλές τους συχνά επηρεάζονταν περισσότερο από πολιτικές παρά από στρατιωτικές επιλογές. Πολλές φορές είχαν μια συμπεριφορά «αποφασίζουμε και διατάσσουμε» και όταν έφτανε η στιγμή να μοιραστούν τα Σοβιετικά όπλα, η προτεραιότητα δινόταν πάντα στις μονάδες του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Ο στόχος του Στάλιν ήταν να αποφύγει την ήττα της Δημοκρατίας και με αυτό τον τρόπο ενέτασσε τον ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο στο πλαίσιο αυτού που πίστευε ότι θα ήταν ο αναπόφευκτος ευρωπαϊκός πόλεμος ενάντια στο φασισμό. Ως αποτέλεσμα, έλπιζε ότι οι ευρωπαϊκές δημοκρατικές κυβερνήσεις τελικά θα αναγκάζονταν να συμπαραταχθούν με την ΕΣΣΔ ενάντια στη Γερμανία και την Ιταλία. Όταν από τα τέλη του 1937, αν όχι νωρίτερα, αυτή η συμμαχία φάνηκε ότι ήταν απίθανο να γίνει, η Σοβιετική βοήθεια μειώθηκε απότομα και δραματικά. Τα αυξανόμενα υλικοτεχνικά προβλήματα επιμελητείας και η στροφή της προσοχής προς την Άπω Ανατολή, έπαιξαν επίσης υπονομευτικό ρόλο στην αποστολή περισσότερης βοήθειας από το Στάλιν.

Η επέμβαση της Σοβιετικής κυβέρνησης στην Ισπανία γινόταν και με πιο άμεσο τρόπο, μέσω των αντιπροσώπων της εκεί, την Κομιντέρν και -πολύ πιο δυσοίωνα- την NKVD. Ο πρεσβευτής της ΕΣΣΔ, ο Μαρσέλ Ρόζενμπεργκ, επισκέπτονταν το Λάργκο Καμπαγιέρο καθημερινά συνοδευόμενος από Σοβιετικό στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό. Οι αντιπρόσωποι της Κομιντέρν συμμετείχαν άμεσα στις καθημερινές συνεδριάσεις της ηγεσίας του PCE. Παράλληλα με αυτές τις πολιτικές επεμβάσεις, εξελίσσονταν και οι δραστηριότητες της NKVD, της οποίας ένας άγνωστος αριθμός πρακτόρων συμμετείχαν σε πράξεις κατασκοπίας και -πολύ χειρότερα- στην «αποκάλυψη και εξάλειψη» των ίδιων «εχθρών» που ο Στάλιν είχε βαλθεί να εξοντώσει και μέσα στην ίδια την ΕΣΣΔ. Η NKVD εκπαίδευσε πολλούς ισπανούς στην «πάλη ενάντια στο σαμποτάζ» και το Μάη του 1937 ισχυριζόταν πως είχε προετοιμάσει διακόσιους πράκτορες που «ξεσκέπασαν ένα μεγάλο αριθμό επικίνδυνων οργανώσεων». Αυτό σήμαινε, εν μέρει, τα φασιστικά δίκτυα που όλο περισσότερο οργάνωναν πράξεις σαμποτάζ και κατασκοπίας, αλλά, δοσμένης της σταλινικής δαιμονολογίας, αναμφίβολα σήμαινε και την «εξάλειψη» αγωνιστών της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Η πραγματικότητα των επαναστατικών μετασχηματισμών που λάμβαναν χώρα σε μεγάλο μέρος της Δημοκρατικής ζώνης, έβαζε το Κομμουνιστικό Κόμμα μπροστά σε ένα δίλημμα. Το να διακηρύσσει απλά και μόνο ότι η κοινωνική επανάσταση δεν ήταν στην ημερήσια διάταξη, δεν αρκούσε για να διατηρήσει το λαϊκό ενθουσιασμό που ήταν αναγκαίος για την υπεράσπιση της Δημοκρατίας και την αντίσταση στο Φράνκο. Έτσι λοιπόν το PCE περιέγραφε τη διαδικασία που ήταν σε εξέλιξη ως μια «δημοκρατική επανάσταση», που στόχο είχε την επιβολή μιας «προωθημένης δημοκρατίας νέου τύπου». Μια «γνήσια λαϊκή δημοκρατία», όπως την περιέγραφε η Κομιντέρν. Για το Κομμουνιστικό Κόμμα, αυτή η νέα μορφή δημοκρατίας θα διέφερε από τις άλλες αστικές δημοκρατίες στο ότι θα βασιζόταν στην αριστερά και θα υλοποιούσε ένα ρητά προοδευτικό πρόγραμμα προς όφελος των εργαζόμενων μαζών και του «λαού» γενικά. Επαναφέροντας τη φόρμουλα που είχαν υιοθετήσει οι Μπολσεβίκοι πριν το 1917, θα ήταν μια ειδική μορφή της «δημοκρατικής δικτατορίας της εργατικής τάξης και της αγροτιάς».

Η θέση του Κομμουνιστικού Κόμματος έχει υποστηριχτεί ότι αποτελούσε αντανάκλαση του στόχου του Στάλιν να εγκαθιδρύσει στην Ισπανία ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Οι αναφορές της Σοβιετικής αντιπροσωπείας που επιχειρηματολογούν ότι οι κομμουνιστές θα πρέπει να πάρουν τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης, καθώς και η ενεργή συμμετοχή του Κομμουνιστικού Κόμματος στην καταστολή των πολιτικών τους αντιπάλων, μοιάζουν να επιβεβαιώνουν αυτή την υπόθεση. Αλλά οι επίμονες και συνεχείς προσπάθειες του Στάλιν να συνάψει ένα συλλογικό σύμφωνο ασφαλείας με τις δημοκρατικές αστικές κυβερνήσεις της Ευρώπης, θα έμπαιναν σε επικίνδυνες περιπέτειες αν εγκαθιδρυόταν στην Ισπανία ένα καθεστώς στα πρότυπα της σταλινικής Σοβιετικής Ένωσης. Για το μεγαλύτερο μέρος της διάρκειας του πολέμου, η συμβουλή που έδινε στο PCE ο Στάλιν ήταν πως η εξασφάλιση ενός τέτοιου συμφώνου [της ΕΣΣΔ με τη Βρετανία και Γαλλία] αποτελούσε απόλυτη προτεραιότητα. Παρομοίως, η αντιφατική και ασυνεπής φύση της Σοβιετικής στρατιωτικής συνδρομής, ελάχιστα πείθει ότι υπάρχει μια καθαρή στρατηγική για την «κατάληψη» της εξουσίας από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Διακηρύξεις όπως ότι ο στόχος ήταν μια «νέα» μορφή δημοκρατίας στηριγμένης αποκλειστικά και μόνο στα αντιφασιστικά κόμματα ή ότι αυτό που εξελισσόταν ήταν ένας «εθνικός επαναστατικός πόλεμος», περισσότερο είχαν να κάνουν με την ανάγκη προσαρμογής στο πλαίσιο μέσα στο οποίο γινόταν ο Εμφύλιος: ένα πλαίσιο μαζικής κινητοποίησης και πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης.

Έτσι, οι σταλινικές μέθοδοι και πολιτικές μπόλιασαν τις ήδη υπάρχουσες διαιρέσεις και πρόσφεραν υπόβαθρο για τη Δημοκρατική αντεπανάσταση. Με αυτή την έννοια, ο σταλινισμός έπαιξε έναν κεντρικό ρόλο στο να αποτελειώσει την κοινωνική επανάσταση που εξελισσόταν στη Δημοκρατική ζώνη και στο να βαθύνει τις διαιρέσεις μέσα στην Αριστερά. Η πικρία και η αποθάρρυνση που προκάλεσε αυτή η εσωτερική σύγκρουση, το μόνο που έκαναν ήταν να υπονομεύσουν την ίδια την αντίσταση της Δημοκρατίας. 

 

Σχόλια