Τεχνολογία και Κοινωνική Κυριαρχία


Κριτική Θεωρία της Τεχνολογίας

Όποια κι αν είναι τα πλεονεκτήματα του να θέτεις ηθικά και πολιτικά όρια σε πρακτικά ζητήματα, η ιστορία φαίνεται να δείχνει ότι είναι απίθανο να δημιουργηθεί ένας ριζικά διαφορετικός πολιτισμός μέσω μιας διαφορετικής εργαλειοποίησης των υπαρχουσών τεχνολογικών βάσεων. Αν είναι έτσι, τότε ή ο Χάιντεγκερ έχει δίκιο, και "Μόνο ένας θεός μας σώζει τώρα", ή πρέπει να επινοήσουμε μια πολιτική τεχνολογικού μετασχηματισμού.

Η δεύτερη άποψη χαρακτηρίζει την κριτική θεωρία της τεχνολογίας, που διαγράφει το δύσκολο δρόμο μεταξύ της παραίτησης και της ουτοπίας. Αυτή η θεωρία αναλύει τις νέες μορφές καταπίεσης που συνδέονται με το βιομηχανισμό, και διατείνεται ότι είναι υποκείμενες σε νέες προκλήσεις. Έχοντας όμως απορρίψει την πλάνη της κρατικά επιχορηγούμενης κοινωνικής αλλαγής, η κριτική θεωρία πρέπει να σπάσει τους τεράστιους πολιτισμικούς φραγμούς που χωρίζουν την κληρονομιά της ριζοσπαστικής διανόησης από το σύγχρονο κόσμο της τεχνικής εξειδίκευσης. Πρέπει να εξηγήσει πώς η νέα τεχνολογία μπορεί να επανασχεδιαστεί για να προσαρμοστεί στις ανάγκες μιας πιο ελεύθερης κοινωνίας.

Τα πρώτα δειλά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση έγιναν από τους πρώιμους Μαρξιστές, το Λούκατς και τη Σχολή της Φρανκοφούρτης. Οι θεωρίες τους, της "πραγμοποίησης", του "ολοκληρωτικού διαφωτισμού" και της "μονο-διάστασης" δείχνουν ότι η κατάκτηση της φύσης δεν είναι μεταφυσικό γεγονός, αλλά ξεκινάει από την κοινωνική κυριαρχία. Το γιατρικό δε βρίσκεται συνεπώς στην πνευματική ανανέωση αλλά στη δημοκρατική πρόοδο. Η Σχολή της Φρανκούρτης εξέφρασε επίσης το φόβο ότι ο σοσιαλισμός μπορεί απλά να καθολικοποιήσει τον Προμηθεϊκό τεχνικισμό του σύγχρονου καπιταλισμού. Η απελευθέρωση της ανθρωπότητας και η απελευθέρωση της φύσης είναι αλληλένδετες στην  ιδέα της ριζοσπαστικής αναδόμησης της τεχνολογικής βάσης των σύγχρονων κοινωνιών. Αλλά με την αξιοσημείωτη εξαίρεση του Μαρκούζε, αυτές οι Μαρξιστικές κριτικές της τεχνολογίας στην πραγματικότητα σταματούν πριν να εξηγήσουν το νέο δεσμό με τη φύση που συνυποδηλώνει το πρόγραμμά τους και καμιά απ’ αυτές δεν ικανοποιεί τις προσδοκίες που το ίδιο το έργο γεννά μίας συγκεκριμένης σύλληψης της "νέας τεχνολογίας" που επικαλούνται.

Η τεχνική διάταξη είναι κάτι παραπάνω από άθροισμα εργαλείων και στην πράξη συγκροτεί (ή, σύμφωνα με τον όρο του Χάιντεγκερ, "πλαισιώνει") τον κόσμο μ’ ένα τρόπο "αυτόνομο" λίγο-πολύ. Επιλέγοντας την τεχνολογία μας γινόμαστε αυτό που είμαστε, το οποίο με τη σειρά του διαμορφώνει τις μελλοντικές μας επιλογές. Η πράξη της επιλογής προστίθεται τεχνολογικά και δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή ως ελεύθερη "χρήση" όπως νοείται στην οργανική θεωρία. Παρ’ όλ’ αυτά η κριτική θεωρία αρνείται ότι αυτός ο "νεωτερισμός" αντλεί το παράδειγμά του μια για πάντα από τον τύπο της ατομιστικής, εξουσιαστικής,  καταναλωτικά προσανατολισμένης κουλτούρας που απολαύουμε στη Δύση. Δεν υπάρχει ούτε ένα "τεχνικό φαινόμενο" που να χαρακτηρίζεται και να απορρίπτεται εξολοκλήρου με τον τρόπο του Ελούλ.

Έτσι η κριτική θεωρία συμφωνεί με τον ιντρουμενταλισμό απορρίπτοντας τη μοιρολατρία ενός Ελούλ ή ένος Χάιντεγκερ. Δεν είναι η απόγνωση μπροστά στο θρίαμβο της τεχνολογίας ούτε το κάλεσμα για την ανανέωση του ανθρώπινου πνεύματος από μια υπερκοινωνική σφαίρα όπως η θρησκεία ή η φύση. Ο πολιτικός αγώνας, σαν ώθηση για την πολιτισμική και τεχνική καινοτομία, αν δεν είναι απαραίτητη στην παραδοσιακή κρατιστική μορφή, παίζει σίγουρα ρόλο.

Παρά τη συμφωνία της σ' αυτά τα σημεία με τον ινστρουμενταλισμό, η κριτική θεωρία αρνείται την ουδετερότητα της τεχνολογίας και αντιτείνεται ότι "ο τεχνιλογικός ορθολογισμός έγινε πολιτικός ορθολογισμός". Οι αξίες και τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων εγκαθίστανται στο ίδιο το σχέδιο λογικών διαδικασιών και μηχανών πριν ακόμα αυτά ανατεθούν ως στόχοι. Η κυρίαρχη μορφή της τεχνολογικής λογικής δεν είναι ούτε ιδεολογία (μια ουσιαστικά παρεκβατική έκφραση των συνφερόντων μιας τάξης) ούτε είναι μια ουδέτερη απαίτηση που καθορίζεται από τη "φύση" της τεχνολογίας. Μάλλον βρίσκεται στο ενδιάμεσο μεταξύ ιδεολογίας και τεχνικής όπου τα δύο συνδυάζονται για τον έλεγχο των ανθρώπινων όντων και πόρων σύμφωνα με αυτό θα έλεγα "τεχνικούς κώδικες". Η κριτική θεωρία δείχνει το πώς αυτοί οι κώδικες αδιόρατα μετατρέπουν αξίες και συμφέροντα σε κανόνες και λειτουργίες, συσκευές και τεχνήματα που διαδικάζουν το κυνήγι της εξουσίας και της υπεροχής υπέρ μιας κυρίαρχης ηγεμονίας.

Η κριτική θεωρία διατείνεται πως η τεχνολογία δεν είναι ένα πράγμα με την κοινή έννοια του όρου, αλλά μια "αμφίσημη" εξελικτική διαδικασία που παίζεται ανάμεσα σε δυο διαφορετικές πιθανότητες. Αυτή η "αμφισημία" της τεχνολογίας διακρίνεται σε σχέση με την ουδετερότητα από το ρόλο που παίζει στις κοινωνικές αξίες, στο σχεδιασμό, κι όχι απλά τη χρήση των τεχνικών συστημάτων. Απ' αυτή την άποψη, η τεχνολογία δεν είναι ένας προορισμός, αλλά μια σκηνή πάλης. Είναι το κοινωνικό πεδίο μάχης ή, μάλλον, για να το πούμε καλύτερα, το κοινοβούλιο των πραγμάτων που συζητά κι αποφασίζει τις εναλλακτικές επιλογές του πολιτισμού.

Άντριου Φίνμπεργκ

Σχόλια