Κβαντική κοινωνία

Κβαντική Φυσική, διαλεκτική και κοινωνία: απ’  το Μαρξ και τον Έγκελς στον Κερένικοφ και το Χάβεν
Μπεν Γκλινιέτσκι, 4 Δεκεμβρίου 2013

Η κβαντική φυσική κατέχει μια συναρπαστική θέση στην τελευταία λέξη της σύγχρονης επιστημονικής έρευνας. Έχοντας γνωρίσει την πρώτη της ανάπτυξη στις αρχές του 20ου Αιώνα, η κβαντική θεωρία επιτρέπει σήμερα στους επιστήμονες να βυθομετρούν τα μέχρι σήμερα ανεξερεύνητα βάθη της ύλης και της κίνησης. Ένα καινούριο βιβλίο, η Κβαντική Κοινωνική Επιστήμη, των Αντρέι Κερένικοφ και Εμμάνουελ Χάβεν ισχυρίζεται ότι η εφαρμογή της λογικής της κβαντικής θεωρίας στα κοινωνικά συστήματα μπορεί να οδηγήσει την κατανόησή μας της ανθρώπινης κοινωνίας σ’ ένα εντελώς νέο επίπεδο.

Φαίνεται ότι χωρίς να το έχουν αντιληφθεί, αυτοί οι επιστήμονες ακολουθούν τα βήματα του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Ένγκελς, που ανέπτυξαν τη λογική του διαλεκτικού υλισμού διά της φιλοσοφικής έρευνας μέσα στο φυσικό κόσμο. Σ’ αυτή τη βάση, εφαρμόζοντας την επιστημονική λογική στην κοινωνία, ανέπτυξαν τη θεωρία του επαναστατικού σοσιαλισμού.

Η λογική της κβαντικής μηχανικής

Η κβαντική μηχανική είναι πολύπλοκη και, καθώς κατέχει μια θέση στα σύνορα της ανθρώπινης γνώσης, οι διενέξεις μαίνονται ακόμα μεταξύ των επιστημόνων σχετικά με την ορθές ερμηνείες και επεξηγήσεις της κβαντικής θεωρίας. Όλα ξεκίνησαν από την παρατήρηση ότι το φως μπορεί να μετρηθεί και ως σωμάτιο και ως κύμα.

Ο Νιλς Μπορ, ο διάσημος για τη σειρά των νοητικών πειραμάτων που είχαν σκοπό την εξήγηση της κβαντικής φυσικής, υπέθεσε ότι προσπαθώντας κανείς να μετρήσει το φως (ή οποιοδήποτε άλλο σωμάτιο) αλλάζει αναπόφευκτα τη συμπεριφορά του. Το επιχείρημά του συνίστατο στο ότι η ίδια η συσκευή μέτρησης διανέμει τυχαίες αναπηδήσεις στα σωματίδια που προκαλούν τη θεμελιώδη αλλαγή στη συμπεριφορά της. Γι’ αυτό το λόγο, όπως υποστηρίζει,  το φως μπορεί να φαίνεται ότι είναι και σωματίδιο και κύμα, αλλ’ από τη στιγμή που προσπαθεί κανείς να μετρήσει αυτό το φως αναπόφευκτα γίνεται ΕΙΤΕ σωματίδιο ΕΙΤΕ κύμα ανάλογα με τη μέθοδο μέτρησης – δε μπορεί να μετρηθεί ταυτόχρονα και στις δύο μορφές του.

Αυτή η προσέγγιση, που βασίζεται στην ‘Αρχή της Απροσδιοριστίας’ του Χάιζενμπεργκ, αναδεικνύει ένα ενδιαφέρον σημείο που έχει να κάνει με τη λογική της κβαντικής μηχανικής. Για να εξηγήσει με ακρίβεια τι συνέβαινε ο Μπορ παρατήρησε ότι όσο πιο ακριβής ήταν η μέτρηση της θέσης του σωματιδίου, τόσο λιγότερο ακριβής ήταν η μέτρηση της κίνησής του κι αντίστροφα. Με άλλα λόγια υπάρχει μια αντίφαση μεταξύ σωματιδίου και κίνησης, μεταξύ ύλης και κίνησης.

Αυτή η αντίφαση είναι η καρδιά της κατανόησής μας για τον κόσμο γιατί είναι αδύνατο να συλλάβουμε την ύλη χωρίς αυτήν. Το σύνολο της ύλης βρίσκεται σε κίνηση, τα σωματίδια από τα οποία τα πάντα συντίθενται συνεχώς δονούνται, κινούνται κι αλλάζουν. Ο ίδιος ο πλανήτης βρίσκεται σε συνεχή περιφορά γύρω απ’ τον ήλιο, και το ηλιακό μας σύστημα σε συνεχή κίνηση με τον περιστρεφόμενο Γαλαξία μας, που με τη σειρά του βρίσκεται σε συνεχή κίνηση σε σχέση με τους άλλους γαλαξίες.

Τι είναι η διαλεκτική;

Ο Ηράκλειτος, ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος, είπε, όπως είναι ευρέως γνωστό, ότι ‘’όλα αλλάζουν και τίποτα δε μένει το ίδιο’’ και ότι ‘’δεν μπορείς ποτέ να περάσεις δύο φορές μέσα απ’ το ίδιο ρεύμα’’. Είναι οι ιδέες της ακαταπαύστης αλλαγής, κίνησης, αλληλένδεσης και αντίφασης που προσδιορίζουν τη διαλεκτική σκέψη.

Ο φιλόσοφος Ζήνων προσπάθησε με θαυμάσιο τρόπο να εξηγήσει το πόσο ουσιώδης είναι η διαλεκτική στην κατανόησή μας για τον κόσμο χρησιμοποιώντας τα νοητικά του πειράματα. Το θέτει ως εξής:

Φανταστείτε ένα βέλος κατά την πτήση του. Σε κάθε αδιάστατη στιγμή του χρόνου (σαν το στοπ καρέ μιας ταινίας) το βέλος δεν κινείται προς την κατεύθυνσή του, ούτε κινείται προς τη θέση όπου ήδη βρίσκεται. Έτσι, σε κάθε θεωρούμενη χρονική στιγμή, δεν προκύπτει καμιά κίνηση, άρα πώς γίνεται να κινείται το βέλος;

Για ν’ απαντήσουμε σ’ αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να ενστερνιστούμε αυτό που φαίνεται στην επιφάνεια να είναι μια αντιφατική ιδέα – ότι το βέλος βρίσκεται, σε κάθε χρονικό σημείο, σε περισσότερα από ένα σημεία ταυτόχρονα. Αυτό το νοητικό πείραμα θέλει να υπογραμμίσει την αντιφατική κίνηση της ύλης στον κόσμο.

Ο Γερμανός φιλόσοφος Χέγκελ ανέπτυξε πιο πλατιά τη διαλεκτική στη συστηματική της μορφή. Αντί να προσπαθήσει να απορρίψει τις αντιφάσεις ο Χέγκελ διέκρινε σ’ αυτές την αληθινή ώθηση για την οποιουδήποτε είδους ανάπτυξη. Στην πραγματικότητα ο Χέγκελ είδε την ερμηνεία των αντιθέτων σαν έναν απ’ τους θεμελιώδεις χαρακτήρες όλων των φαινομένων. Η εγελιανή φιλοσοφία είναι μια φιλοσοφία αλληλένδεσης όπου το μέσο και ο σκοπός, το αίτιο και το αποτέλεσμα, αλλάζουν συνεχώς θέσεις. Εξηγεί την εξέλιξη με όρους πάλης και αντίφασης, όχι σα μια ευθεία γραμμή ή σα μιαν αναπόφευκτη θριαμβευτική πορεία προς τα μπρος. Το βασικό λάθος του Χέγκελ είναι ότι είδε το σύνολο αυτής της εξέλιξης ως την ουσιώδη αντανάκλαση της κίνησης μιας μυστικής Ιδέας ή του Παγκόσμιου Πνεύματος.

Ο Μαρξ στήριξε τη διαλεκτική του κατανόηση της κοινωνίας στις διδαχές του Χέγκελ, αλλά προχώρησε παραπέρα και συνδύασε τη διαλεκτίκη με την Υλιστική θεώρηση του κόσμου που βλέπει τον πραγματικό αντικειμενικό κόσμο ως το μόνο υπαρκτό. Ο Μαρξ ανακάλυψε ότι οι νόμοι της διαλεκτικής δεν ήταν τίποτε άλλο από τους υποκείμενους νόμους της φύσης και της ανθρώπινης κοινωνίας. Το αποτέλεσμα είναι μια κατανόηση των αντιφάσεων και μια αδιάκοπη αλλαγή της κοινωνίας και της οικονομίας. Είναι αυτή η διαλεκτική κατανόηση της κοινωνίας που, σε τελική ανάλυση, δίνει στη Μαρξιστική σκέψητον επαναστατικό της χαρακτήρα.

Επίσημη λογική

Όμως, δεν είναι όλοι οι επιστήμονες πρόθυμοι να αποδεχθούν ότι οι ανακαλύψεις της κβαντικής φυσικής εξηγούνται καλύτερα χρησιμοποιώντας τη λογική της διαλεκτικής. Ο ίδιος ο Μπορ ήταν ένας απ’ αυτούς τους επιστήμονες που έβλεπε την παραδοχή της αντίφασης στην επιστήμη ή τη φάση σα μια παραδοχή της αποτυχίας του ως επιστήμονα. Για τους επιστήμονες σαν τον Μπορ, οι άκαμπτες θεωρίες της επίσημης λογικής και η αποστροφή της αντίφασης είναι οι βάσεις της προσέγγισής τους στην επιστημονική μελέτη.

Σαν αποτέλεσμα ο Μπορ ερμήνευσε την Αρχή της Απροσδιοριστίας, όχι σαν επικύρωση της αντιφατικής φύσης της ύλης, αλλ’ αντ’ αυτού σαν απόδειξη ότι ποτέ δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε για τον αντικειμενικά πραγματικό κόσμο. Το γεγονός ότι η φύση της ύλης αλλάζει κατά τη μέτρησή της αποδεικνύει, σύμφωνα με τον Μπορ, ότι η εμπειρία μας του κόσμου είναι υποκειμενική και κάθε προσπάθεια μέτρησης του αντικειμενικού κόσμου θα ματαιώνεται από την ίδια την πράξη της απόπειρας μέτρησης.

Αυτό είναι προβληματικό γιατί αυτό κάνει τον Μπορ και τους υποστηριχτές του να υπερασπίζονται μια πολύ ανεπιστημονική θέση. Η ιστορία της Επιστήμης υπήρξε η εξάπλωση της συλλογικής γνώσης του κόσμου και των λειτουργιών του. Αυτή η επίπονη προσπάθεια καθίσταται αδύνατη αν δεν υπάρχει αντικειμενικός κόσμος προς ανακάλυψη. Οι ανακαλύψεις ενός ατόμου θα είχαν ισχύ μόνο στον κόσμο όπως βιώνεται απ’ αυτό το άτομο και δε θα είχαν καμία γενική επιστημονική εφαρμογή. Στην πραγματικότητα η μόνη ύπαρξη που θα απέμενε για το οποιοδήποτε άτομο θα ήταν η ύπαρξη των δικών του σκέψεων.

Κατά τραγική ειρωνεία, αρνούμενος τις διαλεκτικές ιδέες της αντίφασης και της ενότητας των αντιθέτων, ο Μπορ έθεσε τον εαυτό του στην αντιφατική θέση του να είναι επιστήμονας και να επιχειρηματολογεί κατά της επιστήμης.

Παράλληλα με τις ιδέες του Μπορ κι έγιναν κι άλλες προσπάθειες να εξηγηθούν τα κβαντικά φαινόμενα πάνω στη βάση της επίσημης λογικής. Μια υπόθεση είναι η ύπαρξη πολλαπλών παράλληλων συμπάντων που θα επέτρεπαν τότε το φως που βλέπουμε σαν κύμα να υπάρχει σαν σωματίδιο σ’ ένα άλλο σύμπαν. Εξηγήσει τι συμβαίνει χωρίς να αρνείται την ιδέα της αντικειμενικής πραγματικότητας αλλ’ αποφεύγει να δεχθεί την αντίφαση μεταξύ ύλης και κίνησης. Το πρόβλημα με τη θεωρία του ‘’πολυσύμπαντος’’ είναι ότι δεν υπάρχει απόδειξη γι’ αυτήν – το καλύτερο που οι επιστήμονες κατάφεραν να πετύχουν είναι αφηρημένες μαθηματικές αποδείξεις που απομένει ακόμα να στηριχθούν πάνω σε οποιαδήποτε φυσική παρατήρηση. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της επίσημα λογικής θέσης που θα έκανε τα πάντα για να αποφύγει την αντίφαση στη φύση – η άρνηση των αποτελεσμάτων των πραγματικών πειραμάτων για χάρη της θεωρητικής υπόθεσης ότι, παρά τις πολυάριθμες προσπάθειες, δε φαίνεται να βασίζεται σε ισχυρές ενδείξεις.

Κβαντική διαλεκτική

Σε αντίθεση μ’ αυτούς τους θεωρητικούς της επίσημης λογικής πλήθος άλλων κβαντικών φυσικών που καταπιάστηκαν με την απόδειξη της θέσης ότι είναι μόνο μέσα από την αντίφαση που οι ανακαλύψεις τις κβαντικής φυσικής μπορούν να εξηγηθούν. Ένα πείραμα που διεξήγαγε ο φυσικός Σαχριάρ Αφσχάρ εισηγείται ότι μπορούμε να μετρήσουμε το φως ως κύμα και ως σωματίδιο ταυτόχρονα. Επιπλέον, η ανάπτυξη των κβαντικών υπολογιστών βασίζεται στην ύλη που λαμβάνεται σε περισσότερες από μία καταστάσεις ταυτόχρονα. Ενώ οι κλασικοί υπολογιστές στηρίζονται στο ηλεκτρικό ρεύμα για τη δημιουργία bit που μπορεί να είναι ανοιχτά (1) ή κλειστά (0), οι κβαντικοί υπολογιστές θα είναι ικανοί να παράγουν ‘qubit’ που μπορούν ν’ αποθηκεύσουν και 1 και 0 ταυτόχρονα δίνοντας έτσι σ’ αυτούς τους υπολογιστές πολύ μεγαλύτερη ισχύ επεξεργασίας. Τέλος, ένα φαινόμενο γνωστό ως εμπλοκή ή ‘δράση από απόσταση’ δείχνει ότι τα σωματίδια που έχουν αλληλεπιδράσει μεταξύ τους συνδέονται με τέτοιο τρόπο που μια αλλαγή στο ένα αδιαφόρητα επηρεάζει το άλλο, ασχέτως του πόσο μακριά βρίσκονται. Η φύση και η εξήγηση αυτού του φαινομένου δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστές.

Αν δεν αποδεχτούμε ότι η συνεχής αλλαγή, κίνηση και αντίφαση βρίσκεται στην καρδιά όλων των πραγμάτων, κι ότι αυτά τα πράγματα είναι αλληλένδετα, δε μπορούμε να εξηγήσουμε τις λειτουργίες των κβαντικών υπολογιστών ή το φαινόμενο της εμπλοκής. Οι ανακαλύψεις της κβαντικής φυσικής μπορούν μόνο να εξηγηθούν χρησιμοποιώντας τη διαλεκτική λογική.

Κβαντική λογική και κοινωνία

Στο καινούριο τους βιβλίο οι Κερένικοφ και Χάβεν υποστηρίζουν ότι ‘’κβαντο-ειδή’’ μοντέλα μπορούν να εφαρμοστούν πέρα από το φυσικό πεδίο της κβαντικής φυσικής. Η κβαντική θεωρία χρησιμοποιείται φυσιολογικά για να εξηγήσει την κίνηση των σωματιδίων στο υποατομικό επίπεδο και οι συγγραφείς δεν ψάχνουνε να χαρτογραφήσουν αυτές τις θεωρίες σε πολύπλοκα κοινωνικά συστήματα μ’ ένα τρόπο μηχανικό. Αντ’ αυτού πέρνουνε την ισχύουσα στην κβαντική φυσική λογική και την εφαρμόζουν στην κοινωνία.

Μια περιοχή που επισημαίνουν ιδιαιτέρως είναι η λήψη των αποφάσεων, ένα πεδίο ιδιαίτερα συναφές με τη σύγχρονη οικονομία. Πολλές οικονομικές θεωρίες βασίζονται στην υπόθεση ότι οι άνθρωποι είναι λογικοί και παίρνουν λογικές, προς το συμφέρον τους αποφάσεις. Κάτι που είναι γνωστό ως βασικός κανόνας της ολικής πιθανότητας – ένα μοντέλο μέτρησης της πιθανότητας ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος. Όμως αυτός ο βασικός κανόνας συχνά παραβιάζεται από τις εμπειρίες της αληθινής ζωής. Ένα πείραμα δείχνει ότι οι άνθρωποι που παίρνουν αποφάσεις σε στοιχήματα δύο σταδίων επηρεάζονται στο δεύτερο στάδιο από το αν τους έχει γίνει γνωστό ή όχι πώς τα πήγαν στο πρώτο στοίχημα, ακόμα και αν το αποτέλεσμα του δεύτερου δεν εξαρτάται από το πρώτο.

Ο λόγος που αυτός ο λεγόμενος ‘’κανόνας’’ της οικονομίας φαίνεται να είναι ανεπαρκής όταν εξηγεί τον πραγματικό κόσμο είναι ότι επιμένει στην επίσημη λογική. Η σύγχρονη οικονομία επίσης συχνά αγνοεί την αλληλένδεση παραγόντων όπως η δεισιδαιμονία, η παράδοση, το συναίσθημα κι άλλα πράγματα που, σε συνδυασμό με τη λογική σκέψη, συνθέτουν τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

Οι Κερένικοφ και Χάβεν παρατηρούν ότι ο δυϊσμός σωματιδίου-κύματος της ύλης παραβιάζει επίσης το βασικό κανόνα της ολικής πιθανότητας. Η αντιφατική φύση της ύλης σε κίνηση σημαίνει ότι είναι αδύνατο για τους κβαντικούς επιστήμονες να εντοπίσουν την ακριβή θέση ενός σωματιδίου σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Η εφαρμογή του κανόνα της ολικής πιθανότητας δεν περιγράφει με ακρίβεια τη θέση των σωματιδίων. Αυτό που οι φυσικοί μπορούνε να κάνουν είναι να δώσουνε μια εκτίμηση της πιθανότητας ένα σωματίδιο να βρίσκεται σε μια οποιαδήποτε θέση σ’ ένα συγκεκριμένο χρόνο. Προκειμένου να εξηγήσουν τις τιμές αυτής της πιθανότητας σε πειράματα σωματιδίου-κύματος εισάγεται ένας μαθηματικός παράγοντας γνωστός ως ‘’όρος παρέμβασης’’.

Αυτό που οι Κερένικοφ και Χάβεν δείχνουν είναι ότι αυτός ο όρος παρέμβασης, όταν εφαρμόζεται στα οικονομικά, επίσης εξηγεί  τις φαινομενικά παράλογες τιμές της πιθανότητας για την οικονομική λήψη αποφάσεων. Αυτό που δείχνουν είναι ότι τα ίδια μαθηματικά εργαλεία απαιτούνται για την εξήγηση των αντιφατικών διαδικασιών που λαμβάνουν χώρα σε υποατομικό επίπεδο απαιτούνται επίσης και για την εξήγηση των αντιφατικών διαδικασιών της κοινωνίας. Μ’ άλλα λόγια, η διαλεκτική κατανόηση των κβαντικών σωματιδίων βρίσκει εφαρμογή και στα οικονομικά.

Οι συγγραφείς δε σταματάν εκεί. Εξηγούν επίσης πώς η κβαντική σκέψη μπορεί να οδηγήσει στη βαθύτερη κατανόηση μιας πληθώρας επιστημονικών και κοινωνικών θεσμών, από τη νευροεπιστήμη ως την πρόθεση ψήφου. Υποστηρίζουν ότι η δύναμη της  κβαντο-ειδούς προσέγγισης της κοινωνικής επιστήμης συνίσταται στο ότι λαμβάνει υπόψη τον πολύπλοκο φυσικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών, χρηματοοικονομικών και άλλων παραγόντων που επηρεάζουν την κοινωνία σε πολύ μεγαλύτερη βαθμό απ’ ότι τα κλασικά μοντέλα.

Συνοπτικά, αυτοί οι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι θα πρέπει ν’ αντιλαμβανόμαστε την κβαντική φυσική μ’ ένα διαλεκτικό τρόπο (παρότι δε χρησιμοποιούνε τον όρο ‘’διαλεκτική’’) κι ότι  χρήση της διαλεκτικής λογικής για την κατανόηση του κόσμου μπορεί να διευρύνει την πιθανότητα της δημιουργίας νέων προόδων, όχι μόνο στα πεδία της επιστήμης και της τεχνολογίας, αλλά και σχεδόν σε κάθε κοινωνική διάσταση.

Κάθε αληθινός Μαρξιστής ενδιαφέρεται ζωηρά για την επιστήμη. Η ικανότητα των επιστημόνων να εισάγουν νέες ιδέες, νέες τεχνολογίες και νέες ανακαλύψεις που μπορούν να τραβήξουν την κοινωνία προς τα μπρος αντανακλά την ικανότητα της κοινωνίας να επενδύει στο μέλλον της. Αντανακλά επίσης την κρατούσα φιλοσοφική θεώρηση της κοινωνίας κι έτσι οι ερμηνείες των επιστημονικών ιδεών μπορούν να βρουν μια απήχηση στις ερμηνείες της υπόλοιπης κοινωνίας.

Η παρακμή της καινοτομίας το τελευταίο διάστημα σε επιστημονικό επίπεδο αντανακλά την παρακμή και την κρίση του καπιταλιστικού συστήματος στο σύνολό του και την ένδεια της κρατούσας φιλοσοφικής σκέψης στα χρόνια μας.

Αυτό το έργο των Κερένικοφ και Χάβεν επιβεβαιώνει ότι ο τρόπος για να κάνουμε καλύτερη χρήση των σύγχρονων ανακαλύψεων είναι να επαναστατικοποιήσουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε πάνω σ’ αυτά. Το να σκεφτόμαστε πάνω σ’ αυτά με όρους διαλεκτικής δε βοηθάει μόνο στην κατανόηση της επιστήμης, αλλά και σ’ αυτή της οικονομίας, της ιστορίας και της ίδιας της κοινωνίας.


Σχόλια