Το ταξίδι με τα πόδια

                                                    του ΖΑΝ-ΖΑΚ ΡΟΥΣΩ


    

   Δε μπορώ να φανταστώ άλλο τρόπο να ταξιδεύεις πιο ευχάριστο
από την ιππασία: εκτός το περπάτημα. Φεύγεις πάντα στην ώρα σου,
όποτε θέλεις σταματάς, εξασκείσαι όσο θέλεις λιγότερο.
Παρατηρείς
όλα τα μέρη, στρίβεις δεξιά κι αριστερά* ό,τι σου καλαρέσει το εξετάζεις*
και μπορείς σε κάθε γωνιά να χαζεύεις. Βλέπω ένα ποταμάκι, το
πλευρίζω* ένα δασάκι φουντωτό, χώνομαι στη σκιά του* σπηλιά,
την επισκέπτομαι* ένα ορυχείο, μελετώ τα μεταλλεύματα. Όπου
μ' αρέσει, κάθομαι. Κι άμα βαρεθώ, ξεκινάω. Δεν εξαρτιέμαι από
άλογα ούτε κι απ' αμαξάδες. Δεν είμαι υποχρεωμένος να διαλέγω
καλοστρωμένα μονοπάτια, δρόμους προσβάσιμους* περνάω από παντού
όπου ένας άνθρωπος χωράει να περάσει* τα βλέπω όλα όσα μπορεί
να δει ανθρώπου μάτι* κι αφού δεν εξαρτώμαι από κανέναν, απολαμβάνω
κάθε ελευθερία που ένας άνθρωπος μπορεί ν' απολαμβάνει.
    Ταξιδεύοντας με τα πόδια, σαν το Θαλή, τον Πλάτωνα, τον Πυθαγόρα
ταξιδεύεις. Δε δύναμαι να καταλάβω, πώς ένας φιλόσοφος μπορεί να
ταξιδεύει αλλιώς, και να χάνεται στη μελέτη του πλούτου που
τρυγά με τα πόδια του και που η γη σκορπά μπροστά στα μάτια του
αφειδώς.
    Ποιος τάχα, που αγαπά λιγάκι τη γεωργική, δε θα 'θελε να ξέρει
συγκεκριμένα τι παράγεται στο κλίμα των περιοχών που διέρχεται,
και τις μεθόδους καλλιέργειας; Ποιος, έχοντας λιγάκι ιδέα από
φυσική ιστορία, μπορεί να προσπεράσει ένα κομμάτι γης χωρίς να
το εξετάσει, ένα βράχο χωρίς να τον κόψει, βουνά χωρίς να
βοτανίσει, πέτρες χωρίς να ψάξει για απολιθώματα; Οι φιλόσοφοί
σας των σαλωνιών σπουδάζουν φυσική ιστορία στις κάμαρες*
ξέρουν ονόματα και μυρωδιά δεν έχουν από φύση. Αλλά η δική μου
κάμαρη πιο πλούσια είναι κι απ' των βασιλιάδων* αυτή η κάμαρη
η γη ολάκερη είναι. Το κάθε πράμα βρίσκεται στη θέση του*
ο φυσιοδίφης που μεριμνά εκεί πέρα τα έχει βάλει όλα σε μια σωστή
σειρά!
    Τι ποικιλία ηδονών θησαυρίζει κανείς ταξιδεύοντας μ' αυτό τον
υπέροχο τρόπο! χώρια που βρίσκει την υγειά του και την καλή του
διάθεση. Έβλεπα πάντα αυτούς που ταξιδεύαν αργοτσουλώντας
σ' άμαξες ωραίες, ονειροπόλους, βλοσυρούς, γκρινιάρηδες και
ταλαιπορημένους* τους πεζοπόρους πάντα χαρωπούς, ανάλαφρους
κι απ' όλα ευχαριστημένους. Πόσο η καρδιά γελά καθώς πλησιάζεις
το κατάλυμά σου! πόσο ένα άθλιο γεύμα μοιάζει πεντανόστιμο!
με τι χαρά κάθεσαι στο τραπέζι! και τι ύπνους τραβάς σ' ένα
άβολο κρεβάτι! Όταν θες μόνο κάπου να φτάσεις, άμαξα πάρε
ταχυδρομική, μα όταν θες να ταξιδέψεις, θα πρέπει να πας με
τα πόδια.

Πηγή: Ζαν-Ζακ Ρουσώ, Αιμίλιος ή Περί Αγωγής

Σχόλια